Ισχυρές επιδόσεις κατέγραψε η ατμομηχανή της οικονομίας της Ευρωζώνης για το 2017.

H γερμανική οικονομία επεκτάθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων έξι ετών, παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός ανάπτυξης υπολείπεται ελαφρώς των προβλέψεων των αναλυτών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα η Στατιστική Υπηρεσία της χώρας, το 2017 το γερμανικό ΑΕΠ σημείωσε αύξηση 2,2%, έναντι 1,9% το 2016. Η μέση εκτίμηση οικονομολόγων που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg, έκανε λόγο για ανάπτυξη 2,3%. Η ισχυρή επίδοση της γερμανικής οικονομίας ήταν, σε κάθε περίπτωση, αναμενόμενη καθώς το ΑΕΠ αναθεωρούνταν συνεχώς προς τα πάνω: τον Απρίλιο η πρόβλεψη ήταν στο 1,5% και τον περασμένο Οκτώβριο στο 2%.

Παράλληλα, ο γερμανικός προϋπολογισμός εμφάνισε πλεόνασμα – ρεκόρ της τάξης του 1,2% του ΑΕΠ το 2017, έναντι 0,8% το 2016. Πρόκειται για το μεγαλύτερο πλεόνασμα από την εποχή επανένωσης της Ανατολικής με τη Δυτική Γερμανία.

Οι εισαγωγές σημείωσαν αύξηση 5,2% σε ετήσια βάση έναντι 3,9% το 2016, ενώ οι εξαγωγές κατέγραψαν ετήσια άνοδο 4,7% έναντι 2,6% το 2016.

Παράλληλα, τα τελευταία στοιχεία από εταιρείες ερευνών έδειξαν ισχυρές επιδόσεις της βιομηχανικής παραγωγής  κατά το δ’ τρίμηνο του 2017, καθώς και σημαντική βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, αλλά και αύξηση παραγγελιών που φαίνεται πως θα δώσει ώθηση και στις επιδόσεις του 2018.

«Ο παράγοντας – κλειδί που γύρισε την εικόνα το 2017 ήταν η πραγματική απογείωση των επενδύσεων», αναφέρει ο Stefan Kipar, οικονομολόγο της Bayerische Landesbank στο Μόναχο. Ο ίδιος πρόσθεσε ότι υπάρχουν ενδείξεις και για άνοδο του εμπορίου τη χρονιά που διανύουμε.

Οι επενδυτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 3,5% το 2017, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση ενισχύθηκε κατά 2% , σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία.

Οι δημόσιες δαπάνες αυξήθηκαν κατά 1,4% ενώ ενισχύθηκαν και οι κατασκευές κατά 2,6%.

Οι αρχικές εκτιμήσεις των οικονομολόγων έκαναν λόγο για ανάπτυξη 1,4% ωστόσο κατά τη διάρκεια του 2017 το ποσοστό αυτό αναθεωρήθηκε προς τα πάνω τουλάχιστον 8 φορές.
Ενας παράγοντας που βοήθησε τις επιχειρήσεις ήταν η υποστήριξη της ΕΚΤ που διατήρησε σε ιστορικά χαμηλά τα κόστη δανεισμού, ενώ η κατανάλωση των νοικοκυριών ευνοήθηκε από τα αυξανόμενα ποσοστά απασχόλησης – τα ποσοστά ανεργίας υποχώρησαν στα χαμηλότερα επίπεδα από την επανένωση της χώρας, περίπου 28 χρόνια πριν.

Όπως λέει ο οικονομολόγος της ING-DiBa AG, Carsten Brzeski, «αυτό που εξέπληξε τους πάντες είναι πως όλες οι παράμετροι είχαν καλύτερες επιδόσεις του αναμενόμενου. Υπήρχε μεγάλη ανηυσχία στα τέλη του 2016 σε ό,τι αφορούσε το ξέσπασμα εμπορευματικών πολέμων και το κύμα του προστατευτισμού. Τίποτα από αυτά δεν έγινε, αντιθέτως, είδαμε άνθιση του εμπορίου και ανάκαμψη της ζήτησης στην ευρωζώνη».

Τέλος, τον Δεκέμβριο η Bundesbank είχε προβλέψει ότι η γερμανική οικονομία θα συνέχιζε την ανοδική της πορεία κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2017 χάρη στο ισχυρό μομέντουμ στη βιομηχανία και την άριστη εικόνα της αγοράς εργασίας.

Αμέσως μετά την ανακοίνωση των στοπιχείων το ευρώ άρχισε να ανακάμπτει και λίγο πριν βρισκόταν στο 1,1942 δολ., από 1,1929 νωρίτερα.