Οι δηλώσεις της Επιτρόπου αρμόδιας για την Ψηφιακή Πολιτική και τον Ανταγωνισμό Μαργκρέτ Βεστάγερ ότι πρέπει να επικαιροποιηθεί η ανακοίνωση της Κομισιόν για τον «ορισμό της αγοράς» που ισχύει από το 1997, μπορεί να ακούγονται σαν γραφειοκρατικές λεπτομέρειες που ενδιαφέρουν μόνο τους δικηγόρους του ανταγωνισμού, αλλά στην πραγματικότητα ισοδυναμούν με κήρυξη πολέμου.

Στόχος, βέβαια, είναι τα μεγάλα αμερικανικά ψηφιακά μονοπώλια εταιρειών όπως η Google, η Amazon, το Facebook και η Apple, που αποκαλούνται πλέον με τα αρχικά GAFA,  τα οποία βρίσκονται στο ραντάρ της 51χρονης Δανέζας πολιτικού τα τελευταία χρόνια και έχουν υποστεί αξιόλογα πρόστιμα από την Κομισιόν. Η Google έχει «φάει» πρόστιμα ύψους άνω των 8 δισ. ευρώ τα τελευταία χρόνια για παραβίαση των κανόνων ανταγωνισμού και η Apple 13,5 δισ. ευρώ για φοροαποφυγή.

Η αλλαγή του «ορισμού της αγοράς» μπορεί να εξελιχθεί στην «αχίλλειο πτέρνα» των GAFA, οι οποίες αντιμετωπίζουν τις κατηγορίες περί μονοπωλίου και παραβίασης των κανόνων του ανταγωνισμού με το επιχείρημα ότι κάθε μια ελέγχει μόνο ένα μικρό κομμάτι μιας επιμέρους αγοράς και επομένως δεν παραβιάζεται η λειτουργία του ανταγωνισμού. Όμως η εικόνα αλλάζει εάν ληφθεί υπ΄όψιν η πραγματική δύναμη των εταιρειών αυτών, η οποία πηγάζει από την γνώση που έχουν για τις προτιμήσεις των χρηστών συνολικά. Η Google μπορεί για παράδειγμα να μην ελέγχει μονοπωλιακά την αγορά εισιτηρίων, αλλά γνωρίζει σχεδόν τα πάντα για τον καταναλωτή σε όλες τις εκφάνσεις της σχέσης του με την αγορά και όχι μόνο, με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τη γνώση αυτή, σε βάρος άλλων εταιρειών ή τελικά σε βάρος του καταναλωτή.

Είναι σαφές ότι εάν αλλάξει ο ορισμός της αγοράς τον οποίον χρησιμοποιεί σήμερα η Κομισιόν για να ελέγξει την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού, θα αλλάξει σε μεγάλο βαθμό και η νομική αντιμετώπιση του θέματος με αποτέλεσμα οι αρχές ανταγωνισμού να εξοπλιστούν με νέα όπλα στη σύγκρουση με τα αμερικανικά μονοπώλια.

Η σύγκρουση αυτή βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και θεωρείται πλέον ένα από τα καυτά μέτωπα του εμπορικού πολέμου που έχει ανοίξει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις του ότι εάν η Γαλλία δεν αποσύρει το σχέδιο για επιβολή φόρου 3% στο τζίρο των GAFA, τότε οι ΗΠΑ θα απαντήσουν με επιβολή δασμών 100% σε παραδοσιακά γαλλικά είδη, όπως τα κρασιά, τα είδη πολυτελείας κ.ά.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι δηλώσεις της Μαργκρέτ Βεστάγερ έγιναν δεκτές με ένα «επιτέλους» από τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μπρούνο Λεμέρ, ο οποίος είναι από τις ισχυρότερες φωνές εναντίον της παγκόσμιας επιβολής των GAFA σε όλα τα μέτωπα και υποστηρικτής της λήψης μέτρων από την πλευρά της Ε.Ε.

Είναι επομένως ξεκάθαρο ότι η αλλαγή του ορισμού της αγοράς και η επικαιροποίηση των κανόνων δεν είναι μόνο θέμα πολιτικών πεποιθήσεων και πίστης στους κανόνες του ανταγωνισμού, για την Δανέζα πολιτικό, μέλος του κόμματος των Φιλελευθέρων, η οποία αναβαθμίστηκε στην καινούρια Κομισιόν, αναλαμβάνοντας και το χαρτοφυλάκιο της Ψηφιακής Πολιτικής μαζί με εκείνο του Ανταγωνισμού που κατείχε και την προηγούμενη πενταετία.

Είναι άλλο ένα βήμα στην προσπάθεια της Ε.Ε. να απαντήσει στην παντοκρατορία των GAFA είναι εταιρείες που έχουν εξελιχθεί σε παγκόσμια μονοπώλια κάθε μια στον τομέα της, ελέγχουν τεράστιες αγορές και ασκούν πλέον έλεγχο όχι μόνο στην αγορά, αλλά και στην πολιτική και στη ζωή των πολιτών. Το «χειρότερο» για τις ευρωπαϊκές αρχές είναι ότι πλέον είναι αδύνατον για ευρωπαϊκές εταιρείες να τις ανταγωνιστές, αφού οι GAFA ελέγχουν την αγορά όχι μόνο σε εμπορικό επίπεδο, αλλά και θεμελιωδώς, όντας σε θέση να «πνίξουν» ή να εξαγοράσουν οποιαδήποτε εταιρεία δείξει ότι μπορεί να σπάσει το μονοπώλιό τους.