Η απόφαση των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών (SPD) να ορίσουν τον υπουργό Οικονομικών Όλαφ Σολτς ως υποψήφιο καγκελάριο έχει δώσει στο κεντροαριστερό κόμμα μία ώθηση, βοηθώντας το να ξεπεράσει τους Πρασίνους σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιεύεται σήμερα.

Το SPD πρότεινε τον Σολτς, τον πλέον δημοφιλή πολιτικό του κόμματος, ως υποψήφιο να διαδεχθεί την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ στις εκλογές του ερχόμενου έτους, όταν η τέταρτη και τελευταία θητεία της θα φθάσει στο τέλος της.

Η απόφαση σημαδεύει μια επιστροφή του αντικαγκελαρίου της Μέρκελ, ο οποίος ηττήθηκε πέρυσι από δύο αριστερά αουτσάιντερ στην αναμέτρηση για την ηγεσία του SPD, του μικρότερου εταίρου στον υπό την ηγεσία των συντηρητικών κυβερνητικό συνασπισμό.

Μετά την επιλογή του Σολτς, το SPD ανήλθε στο 18% σε μια δημοσκόπηση του INSA, το υψηλότερο ποσοστό του κόμματος από τον Φεβρουάριο του 2019, ενώ οι Πράσινοι βρίσκονται στο 15%. Τα ποσοστά αυτά θα έδιναν τη δυνατότητα στο SPD να διεκδικήσει τον θώκο του καγκελάριου σε οποιονδήποτε ενδεχόμενο κεντροαριστερό συνασπισμό.

Η δημοτικότητα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CDU/CSU) της Μέρκελ παρέμεινε σχετικά σταθερή στο 36%, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του INSA. Αυτό σημαίνει πως το SPD εξακολουθεί να αντιμετωπίζει έναν ανηφορικό δρόμο στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ώστε να καταλήξει στην πρώτη θέση και να εξασφαλίσει μια σταθερή πλειοψηφία.

Ο Σολτς δήλωσε πως η ενίσχυση των σχέσεων εντός της Ευρώπης θα είναι από τις μεγαλύτερες προτεραιότητές του ως καγκελαρίου και πρόσθεσε πως η συμφωνία των ηγετών της ΕΕ να βοηθήσουν τις πληγείσες από τον κορονοϊό χώρες μέλη δεν πρέπει να θεωρηθεί κάτι που δεν μπορεί να επαναληφθεί.

Το SPD ελπίζει πως ο Σολτς μπορεί να επαναπατρίσει κεντρώους ψηφοφόρους, οι οποίοι ψήφισαν τους συντηρητικούς λόγω της σχετικά μετριοπαθούς ατζέντας της Μέρκελ. Μέχρι τώρα οι συντηρητικοί δεν έχουν αποφασίσει ποιος/ποια θα είναι υποψήφιος/α για την καγκελαρία.