Το χρονοδιάγραμμα της πρώτης αύξησης των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εξαρτάται από το αν η τρέχουσα επιβράδυνση της ευρωζώνης είναι βραχυπρόθεσμη ή αποτελεί μια πιο παρατεταμένη κάμψη, δήλωσε ο αρμόδιος για τη χάραξη πολιτικής της ΕΚΤ Francois Villeroy de Galhau, σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε την Κυριακή.

Η ΕΚΤ έχει δηλώσει ότι έχει ως στόχο να διατηρήσει τα επιτόκια στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι, αλλά η μακρόχρονη οδηγία της για τα επιτόκια δεν συμβαδίζει με τις προσδοκίες της αγοράς καθώς η ανάπτυξη έχει επιβραδυνθεί.

Ερωτηθείς σε συνέντευξή του στην ισπανική εφημερίδα El Pais αν τα πρόσφατα δεδομένα μείωσαν τις πιθανότητες για μια αύξηση μετά το καλοκαίρι, ο Villeroy είπε ότι η ΕΚΤ θα εξετάσει λεπτομερώς τη ροή των οικονομικών δεδομένων.

“Το βασικό ερώτημα θα είναι αν η επιβράδυνση είναι προσωρινή – με ανάκαμψη κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους – ή πιο ανθεκτική”, δήλωσε ο Villeroy, ο οποίος είναι επικεφαλής της γαλλικής κεντρικής τράπεζας και θεωρείται φαβορί για τη διαδοχή του Mario Draghi ως προέδρου της ΕΚΤ φέτος.

Πρόσθεσε ότι υπήρξε έντονη σύγκλιση απόψεων εντός του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ για τον καθορισμό των επιτοκίων, σχετικά με την αλληλουχία των επόμενων βημάτων πολιτικής και την ευελιξία όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα.

Οι υπεύθυνοι για τη χάραξη πολιτικής της ΕΚΤ θα συναντηθούν στις 7 Μαρτίου, οπότε η τράπεζα αναμένεται να μειώσει τις προβλέψεις για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό καθώς η ζώνη του ευρώ υποφέρει τη μεγαλύτερη επιβράδυνση σε μισή δεκαετία.

Ο Villeroy είπε ότι η ανθεκτική εγχώρια ζήτηση στη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ισπανία περιόρισε τον κίνδυνο ύφεσης αν και η προβλέψεις επισκιάζονται από την απειλή του προστατευτισμού παγκοσμίως και του Brexit στην Ευρώπη.

Σε αυτό το οικονομικό πλαίσιο, ανέφερε ότι η ΕΚΤ θα είναι “ρεαλιστική” στη χρήση των τριών βασικών εργαλείων πολιτικής της: το απόθεμα ενεργητικού, τα επιτόκια και τις παροχές ρευστότητας.

Ο Villeroy είπε ότι τα εργαλεία ρευστότητας θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο εάν υπάρχει θέμα νομισματικής πολιτικής και “δεν μπορεί να σχεδιαστεί για συγκεκριμένες ανάγκες ορισμένων τραπεζών ή ορισμένων δικαιοδοσιών”.