search icon

Οικονομία

Έκαναν το μαύρο άσπρο για αντίμετρα και συμβασιούχους

Η Κομισιόν είχε χτυπήσει καμπανάκι για την υπέρβαση του αριθμού των προσωρινά απασχολούμενων στο Δημόσιο κατά 1.550 άτομα από τον Φεβρουάριο – Παιχνίδι εντυπώσεων για τα «αντίμετρα» που ακυρώνονται μαζί με τη μείωση του αφορολογήτου – Σήμερα ψηφίζεται η σχετική τροπολογία στη Βουλή – Ούτε λέξη από το υπουργείο Οικονομικών για την «τρύπα» που εντοπίζει το ΓΛΚ στη συνοδευτική έκθεση της τροπολογίας

του Μάριου Ροζάκου
 
 
Αγωνιώδη προσπάθεια να κατασκευάσει ενόχους για όσα της καταλόγισε η 3η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας, όπως η υπέρβαση του ορίου των συμβασιούχων στο Δημόσιο, καταβάλλει από χθες η κυβέρνηση. Παράλληλα, επιχειρεί να κάνει το μαύρο άσπρο για την ακύρωση των «αντίμετρων» που συνόδευαν τη μείωση του αφορολογήτου ορίου –και τα οποία αφορούσαν κυρίως τη μεσαία τάξη–, ενώ επιμένει ότι οι δικές της εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό κόστος των παροχών και των 120 δόσεων είναι σωστές και όχι εκείνες των ευρωπαϊκών θεσμών, που βλέπουν δημοσιονομικό κενό.
 
«Είναι σαφές ότι δεν έχει δίκιο η Κομισιόν. Πρέπει ο ελληνικός λαός να δει ποιους εμπιστεύεται: αυτούς που επιβεβαιώθηκαν ή αυτούς που λένε τα ίδια που έλεγαν πέρσι, πρόπερσι και παραπρόπερσι», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος σε μεταμεσονύχτια συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό Open. Ωστόσο, την ίδια ώρα Μέγαρο Μαξίμου και οικονομικό επιτελείο κλείνουν τα μάτια μπροστά στην εκτίμηση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ότι η διατήρηση του αφορολογήτου ορίου στα σημερινά επίπεδα και η ακύρωση των αντίμετρων προκαλούν νέα «τρύπα».
 
Ενδεικτικό του πανικού που επικρατεί στο κυβερνητικό στρατόπεδο είναι ότι ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έφθασε χθες στο σημείο να υποστηρίξει πως «το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών άνοιξε την όρεξη τόσο στο παλιό πολιτικό κατεστημένο στην Ελλάδα όσο και σε ακραίους συντηρητικούς κύκλους στις Βρυξέλλες να αμφισβητήσουν τις πολιτικές μας επιλογές και να φέρουν προσκόμματα στο σχέδιό μας».
 
Εστιάζοντας δε στην επισήμανση της προχθεσινής 3ης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας ότι ο αριθμός των προσωρινά απασχολούμενων στο Δημόσιο θα πρέπει να μειωθεί κατά 1.500 άτομα, προκειμένου να διατηρηθεί το συνολικό μέγεθος του Δημοσίου Τομέα, ο κ. Τσίπρας ανέφερε: «Έφτασαν μάλιστα στο σημείο να θέσουν ακόμα και ζήτημα απολύσεων συμβασιούχων στον Δημόσιο Τομέα. Είχαν να εγείρουν ζήτημα απολύσεων στο Δημόσιο από το 2014, τότε που αρμόδιος υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης ήταν ο κ. Μητσοτάκης… Η όρεξη αυτή άνοιξε, διότι, ακόμα και σήμερα, ο κ. Μητσοτάκης επιμένει διαρκώς να μιλά για την ανάγκη επιστροφής στη μια πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις, ενώ ήδη εμείς έχουμε κατακτήσει με σκληρές διαπραγματεύσεις το 1:1».

Η αλήθεια για τους συμβασιούχους στο Δημόσιο
 
Εντούτοις, η επίμαχη επισήμανση της Κομισιόν για την υπέρβαση του ορίου των συμβασιούχων δεν έγινε για πρώτη φορά τώρα, μετά τις ευρωεκλογές. Υπήρχε αυτούσια στη σελίδα 80 της 2ης έκθεσης ενισχυμένης εποπτείας, η οποία είχε δοθεί στη δημοσιότητα πριν από τρεις και πλέον μήνες, στις 27 Φεβρουαρίου: «Ο συνολικός αριθμός των προσωρινά απασχολούμενων αυξήθηκε σημαντικά το 2018. Ενώ αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε προσωρινό προσωπικό που απασχολείται σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου, τα στοιχεία της απογραφής για το 2018 δείχνουν επίσης ότι το προσωρινό προσωπικό των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης (εξαιρουμένων των ΝΠΙΔ), που καλύπτεται από το ανώτατο όριο, υπερέβη το όριο κατά περίπου 1.550 άτομα».
 

 
Είχε προηγηθεί σχετικό καμπανάκι και στην 1η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας στις 21 Νοεμβρίου 2018, όπου τονιζόταν ότι οι ελληνικές αρχές δεσμεύτηκαν για μείωση του προσωρινού προσωπικού και υπήρχε πίνακας, σύμφωνα με τον οποίο ο αριθμός των συμβασιούχων θα διαμορφωνόταν στις 62.439 πέρυσι (από 59.731 το 2017) και στη συνέχεια θα μειωνόταν στις 54.939 φέτος και την επόμενη τριετία.
 

 
Το μαύρο άσπρο για τα αντίμετρα
 
Η τροπολογία που κατατέθηκε χθες στη Βουλή και ψηφίζεται σήμερα ακυρώνει τόσο τη μείωση του αφορολογήτου ορίου, η οποία είχε ψηφιστεί το 2017 για να ισχύσει από 1ης-1-2020, όσο και τα «αντίμετρα» που είχαν ψηφιστεί μαζί της και τα οποία περιλάμβαναν τις εξής «ανάσες» για τη μεσαία τάξη:
–          Μείωση σε 20%, αντί 22%, του φορολογικού συντελεστή για τα εισοδήματα μέχρι 20.000 ευρώ από μισθούς και συντάξεις
–          Μηδενισμό της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα έως 30.000 ευρώ
–          Μείωση του συνολικού ποσού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) κατά 30%, εφόσον δεν υπερβαίνει τα 700 ευρώ.
 
Όπως προκύπτει από την έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που συνοδεύει την τροπολογία, η ακύρωση της μείωσης του αφορολογήτου ορίου προκαλεί ετήσια απώλεια εσόδων ύψους 1,92 δισ. ευρώ για το 2020 και 2,058 δισ. ευρώ για το 2021, ενώ η κατάργηση των αντίμετρων οδηγεί σε συνολική αύξηση εσόδων ύψους 1,454 δισ. ευρώ το 2020 και 1,819 δισ. ευρώ το 2021. Συνεπώς, ο προϋπολογισμός τελικά χάνει 466 εκατ. ευρώ το 2020 και 239 εκατ. ευρώ το 2021.
 
Για τη διαφορά αυτή η κυβέρνηση ποιεί την νήσσαν, ενώ για την κατάργηση των αντίμετρων ισχυρίζεται πως «η σχετική συζήτηση είναι… περί όνου σκιάς», διότι, όπως ανέφεραν χθες κυβερνητικές πηγές, η μεγάλη πλειοψηφία τους έχει ήδη ψηφιστεί και εφαρμόζεται και «όσα δεν έχουν υλοποιηθεί ακόμα, έχουν εξαγγελθεί από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό πριν τις ευρωεκλογές και προγραμματίζεται να υλοποιηθούν κανονικά από 1.1.2020, εφόσον είναι κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ».
 
Δηλαδή, η κυβέρνηση υποστηρίζει πως όχι μόνο δεν θα υπάρξει η δημοσιονομική «τρύπα» που εντοπίζουν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί από τις παροχές και τις 120 δόσεις, όχι μόνο δεν θα δημιουργηθεί πρόβλημα από τα 466 εκατ. ευρώ που θα χαθούν το 2020 από τη διατήρηση του αφορολογήτου ορίου στα σημερινά επίπεδα και από την κατάργηση των αντίμετρων, αλλά θα βρει και πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο για τις ελαφρύνσεις που υποσχέθηκε για την προσεχή χρονιά στο Ζάππειο (μηδενισμός της εισφοράς αλληλεγγύης για εισοδήματα μέχρι τις 20.000 ευρώ και μείωση του συντελεστή για τα εισοδήματα από 20.000 ευρώ και πάνω, περαιτέρω μεσοσταθμική μείωση 20% στον ΕΝΦΙΑ).
 
Σημειωτέον ότι οι εξαγγελίες του Ζαππείου είχαν ενσωματώσει ορισμένα από τα αντίμετρα, αλλά «ψαλιδισμένα» (η κατάργηση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης περιορίστηκε από τα εισοδήματα ύψους 30.000 ευρώ σε εισοδήματα ύψους 20.000 ευρώ, η μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ περιορίστηκε από το 30% στο 20%), ενώ δεν περιλάμβαναν τη μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή για τα φυσικά πρόσωπα από το 22% στο 20%.

 

Exit mobile version