Αγώνα δρόμου για να κλείσει η διαπραγμάτευση με τους θεσμούς στα ενεργειακά ζητήματα μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου, καταβάλλει η κυβέρνηση παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες που συναντούν οι συζητήσεις.

Την προσεχή Πέμπτη 23 Ιανουαρίου είναι προγραμματισμένο το ραντεβού μεταξύ των θεσμών και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος στο πλαίσιο της πέμπτης μεταμνημονιακής αξιολόγησης αφού προηγήθηκαν, τις προηγούμενες μέρες οι διαβουλεύσεις με τα τεχνικά κλιμάκια και υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου.

Το πάζλ όμως των ενεργειακών μεταρρυθμίσεων δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει καθώς οι Βρυξέλλες από την μια επικροτούν το σχεδιασμό για την απολιγνιτοποίηση και από την άλλη, ζητούν ασφαλιστικές δικλείδες μέχρι να το δουν να υλοποιείται.

Στην πραγματικότητα η Κομισιόν ύστερα από τα συνεχή πισωγυρίσματα της χώρας στην απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν εμφανίζεται διατεθειμένη να δώσει στην κυβέρνηση, λευκή επιταγή στο θέμα του λιγνίτη.

Η εικόνα που μεταφέρουν αρμόδια κυβερνητικά στελέχη είναι ότι η διαπραγμάτευση θα συνεχιστεί με την συζήτηση να επικεντρώνεται στην δομή ενός εναλλακτικού μηχανισμού που θα αντικαταστήσει τις δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας ΝΟΜΕ και θα διευκολύνει την πρόσβαση τρίτων στο λιγνίτη της ΔΕΗ, με βάση και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Το υπουργείο Περιβάλλοντος έχει προτείνει τη δημιουργία μιας εταιρείας Ειδικού Σκοπού (SPV), στην οποία θα συμμετέχει η βιομηχανία. Ο ρόλος της θα είναι να αγοράζει ενέργεια σε σταθερή τιμή από την ΔΕΗ, την οποία θα διανέμει και σε άλλες βιομηχανίες της υψηλής ή της μέσης τάσης,  με μαξιλάρι τον μηχανισμό αντιστάθμισης  ρύπων που έχει η ενεργοβόρα βιομηχανία.

Με τον τρόπο αυτό οι καταναλωτές της υψηλής τάσης θα αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια με ενσωματωμένο το κόστος των ρύπων, το οποίο θα αφαιρείται μέσα από τον μηχανισμό αντιστάθμισης ρύπων που χρηματοδοτεί η ΕΕ.

Αυτό θα επιτρέψει στην ενεργοβόρα βιομηχανία να αγοράζει ρεύμα σε ανταγωνιστική τιμή αλλά εξυπηρετεί και την ΔΕΗ καθώς παράλληλα θα μειώνεται το μερίδιό της στη αγορά όπως επιτάσσει η Κομισιόν και από την άλλη θα αποζημιώνεται και για τους ρύπους μέσω του μηχανισμού αντιστάθμισης.

Η εταιρεία ειδικού σκοπού θα είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την απολιγνιτοποίηση και η διάρκειά της ταυτισμένη με το σφράγισμα των μονάδων.

Αυτή η πρόταση αποτελεί κεντρικό σημείο της διαπραγμάτευσης, η οποία όμως κολλάει σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι ποιοι θα συμμετάσχουν στo SPV και το δεύτερο εάν αυτός ο εναλλακτικός μηχανισμός θα πουλάει μόνο λιγνίτη ή και άλλη μορφής ενέργεια. Οι Βρυξέλλες επιδιώκουν ο μηχανισμός να λειτουργήσει όχι μόνο για την βιομηχανία και την ελληνική παραγωγή, την οποία σημειωτέον το ΥΠΕΝ επιθυμεί να στηρίξει αλλά και προς όφελος των ιδιωτών προμηθευτών, οι οποίοι απευθύνονται στην μαζική αγορά της χαμηλής τάσης. Επιπλέον, πιέζουν ώστε στο «καλάθι» της ενέργειας εκτός από το λιγνίτη να μπουν και τα υδροηλεκτρικά.

Για το μεν πρώτο, κύκλοι του  ΥΠΕΝ εκτιμούν ότι οι εναλλακτικοί προμηθευτές δεν έχουν τόσο μεγάλο δομικό πρόβλημα ώστε να ενταχθούν σε αυτό το μηχανισμό.

«Είχαν όσο ο λιγνίτης ήταν φθηνός, τώρα που είναι ακριβός  λόγω ρύπων δεν έχουν πρόβλημα» σχολίαζε πρόσφατα κυβερνητικός παράγοντας. Επιπλέον ως μη καθετοποιημένοι όμιλοι δεν έχουν το πλεονέκτημα της αντιστάθμισης των ρύπων. Υπάρχει και ένα τρίτο ζήτημα που επίσης αποτελεί σημείο διαφωνίας και αυτό είναι η τιμή στην οποία θα πωλείται η ενέργεια.

Το ΥΠΕΝ επιδιώκει να υπάρχει μια προκαθορισμένη τιμή, απορρίπτοντας τις εισηγήσεις της ΕΕ που επιθυμεί να βγαίνει μέσα από δημοπρασία. Και αυτό γιατί αν υιοθετηθούν οι δημοπρασίες, εκτιμούν ότι πάμε ξανά σε μια λύση αντίστοιχη με τα ΝΟΜΕ.