search icon

Τράπεζες

Τι επιφυλάσσει το μέλλον για «κόκκινα» δάνεια, πλειστηριασμούς, επιτόκια και αποεπένδυση ΤΧΣ

Απαντήσεις σε μία σειρά κρίσιμα ερωτήματα που απασχολούν, τόσο τους χρηματοδοτικούς φορείς (τράπεζες και servicers), όσο κυρίως τους δανειολήπτες και καταθέτες έδωσαν οι εκπρόσωποι των ΕΚΤ, ΤΧΣ, Τράπεζας Πειραιώς, doValue και Attica Bank στο συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου

Τις εκτιμήσεις τους για το τι επιφυλάσσει το μέλλον, τόσο για τους χρηματοδοτικούς φορείς (τράπεζες και servicers), όσο και για τους δανειολήπτες – καταθέτες, κατέθεσαν στο συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΟΕΕ), με τίτλο «Η Ελληνική οικονομία: Κοιτάζοντας το μέλλον», οι κ. κ. Martin Bijsterbosch (Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα), Βασίλης Κουτεντάκης (Τράπεζα Πειραιώς), Θεόδωρος Καλαντώνης (doValue) και Ηλίας Ξηρουχάκης (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), αλλά και η κυρία Ελένη Βρεττού (Attica Bank).

«Κόκκινα» δάνεια – Πλειστηριασμοί – Φορέας

«Δεν μπορούμε να μιλάμε για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, ειδικά για την επόμενη πενταετία και να μην σκεφτόμαστε ότι υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα από το παρελθόν, το οποίο, δυστυχώς, ακόμη δεν έχει λυθεί: τα ‘κόκκινα’ δάνεια», τόνισε ο εκτελεστικός πρόεδρος της doValue Greece, επικεφαλής περιφέρειας Ελλάδας & Κύπρου, κ. Θεόδωρος Καλαντώνης, σημειώνοντας πως πρόκειται για ένα μεγάλο βαρίδι για την οικονομία και οτιδήποτε αναπτυξιακό σχεδιάζεται. Κι αυτό γιατί, μετά από 13 χρόνια κρίσης εξακολουθούν και υπάρχουν προβληματικά δάνεια περίπου 90 δισ. ευρώ, κατά 20 δισ. ευρώ λιγότερα από το πικ του 2018, χωρίς να παύει να είναι ένα πολύ μεγάλο νούμερο.

«Παρότι ο κλάδος μας έχει ρυθμίσει δάνεια πάνω από 35 δισ. ευρώ, πάνω από 700.000 πελάτες, περίπου 10 δισ. ευρώ έχουν επιστρέψει ως ‘πράσινα’ στο τραπεζικό σύστημα, έχουμε πολύ δουλειά ακόμη να κάνουμε. Και η δουλειά αυτή δεν μπορεί να τελειώσει ούτε σε ένα χρόνο ούτε σε δύο. Με το πρόβλημα αυτό του παρελθόντος θα ασχολούμαστε για τουλάχιστον πέντε ή και παραπάνω χρόνια.

Το θέμα της διαχείρισης των ‘κόκκινων’ δανείων δεν χωρεί λαϊκισμούς και εύκολες τοποθετήσεις», πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι servicers δημιουργήθηκαν πριν από δύο χρόνια από τα «σπλάχνα» των τραπεζών, απασχολώντας 5.000 πρώην τραπεζικούς, με ένα και μοναδικό στόχο: να διαχειριστούν αυτό τον μεγάλο όγκο των δανείων. «Είναι διαχειριστές, δεν έχουν τα δάνεια.

Επομένως έχουμε τη θεσμική υποχρέωση απέναντι σε αυτούς που μας ανέθεσαν τα δάνεια – τράπεζες ή funds – και έναντι της ελληνικής δημοκρατίας, η οποία μέσω του Ηρακλή έχει εγγυηθεί 60 δισ. ευρώ και άρα, η μη σωστή διαχείρισή τους ενέχει τον κίνδυνο κατάπτωσης των εγγυήσεων και να περάσει το κόστος στον Έλληνα φορολογούμενο. Δεν υπάρχει κανείς που να θέλει να βρει λύση, η οποία είναι σύμφωνα με τις δυνατότητές του και να μην την βρει. Εγγυόμαστε αποτελεσματικότητα, αλλά πάνω από όλα διαφάνεια», εξήγησε.

Όσον αφορά στις τιτλοποιήσεις, ο ίδιος τόνισε πως πρόκειται για 15 στον αριθμό που έγιναν τα τελευταία δύο χρόνια, ύψους 60 δισ. ευρώ. Εξ αυτών, οι μισές παρουσιάζουν μία μικρή υστέρηση της τάξεως του 20%. «Ελεγχόμενη σε ένα βαθμό, με τον βασικότερο λόγο να είναι η υστέρηση στα έσοδα από ρευστοποιήσεις. Αυτό, όμως, είναι μία έμπρακτη απόδειξη ότι το μέσο του πλειστηριασμού είναι το τελευταίο εργαλείο, παρά τα αντιθέτως λεγόμενα. Συγκεκριμένα, τα business plans προβλέπουν ότι περίπου το 30% των εσόδων προέρχονται από πλειστηριασμούς, στην πράξη είναι κάτω από 20%», υπογράμμισε.

Την ίδια στιγμή, οι servicers έχουν να διαχειριστούν περί τα 600.000 ακίνητα – μισά οικιστικά μισά εμπορικά. «Εάν υπολογίσουμε ότι περίπου το 80% των δανείων ρυθμίζεται με κάποιο συναινετικό τρόπο, τότε σε βάθος τριετίας θα ρευστοποιηθούν 100.000 ακίνητα», σημείωσε ο κ. Καλαντώνης, ενώ ως προς τον Φορέα ανέφερε πως ο βασικός λόγος που εδώ και τρία χρόνια δεν έχει δημιουργηθεί είναι ότι απαιτούνται ιδιωτικά κεφάλαια. «Αυτό δεν έχει καταστεί εφικτό μέχρι τώρα, ενώ λόγω και της κατάστασης που επικρατεί στις αγορές είναι ακόμα πιο δύσκολο να υποθέσει κάποιος ότι θα βρεθούν ιδιωτικά κεφάλαια. Υπάρχουν και άλλες λύσεις: να δούμε τι κάνουν άλλες χώρες. Στην Κύπρο, για παράδειγμα, πριν λίγο καιρό η κυβέρνηση ψήφισε ένα αντίστοιχο σχέδιο. Θα ήταν σκόπιμο να πάρουμε κάποιες εμπειρίες για το θέμα αυτό», κατέληξε.

Επιτόκια

Στον προσεχή Μάιο, οπότε και θα συνεδριάσει εκ νέου το συμβούλιο της ΕΚΤ παρέπεμψε για νεώτερα όσον αφορά στις αυξήσεις στα επιτόκια ο επικεφαλής της ομάδας της κεντρικής τράπεζας για την Ελλάδα, κ. Martin Bijsterbosch, υπογραμμίζοντας πως επί τάπητος θα τεθούν τρία βασικά θέματα: το ύψος του πληθωρισμού σε σχέση με τα νέα δεδομένα, η διαμόρφωση του δομικού πληθωρισμού και τέλος, την πορεία της οικονομίας.

«Δεν υπάρχει νοήμων άνθρωπος στην Ελλάδα που να μην ανησυχεί από την αύξηση των επιτοκίων, η οποία είναι και σημαντική και ραγδαία», σχολίασε ο κ. Καλαντώνης, προσθέτοντας πως μέχρι στιγμής δεν παρατηρούνται μαζικές αθετήσεις ειδικά στον χώρο των ενήμερων ή των σχεδόν ενήμερων δανείων. Ωστόσο, εδώ και δύο τρεις μήνες υπάρχουν ανησυχητικά σημάδια, ειδικά στα στεγαστικά και τα δάνεια των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και πρωτίστως σε περιπτώσεις πελατών που είναι σε μία αρχική φάση καθυστέρησης, μία ή δύο δόσεις. «Είναι μία κατάσταση ελεγχόμενη, αλλά φοβάμαι ότι όσο διατηρούνται τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα το πρόβλημα θα εντείνεται. Ενδεικτικά, μία επιχείρηση που έχει σύνολο δανείων 40 εκατ. ευρώ, 200 εργαζόμενους και έχει ρυθμίσει και εξυπηρετεί κανονικά τις οφειλές της. Έχει ένα ετήσιο Ebitda της τάξεως των δύο εκατ. ευρώ. Το 2020 και το 2021 είχε ένα ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων της, ύψους 800.000 ευρώ. Το κόστος σήμερα έχει διπλασιαστεί – στο 1,6 εκατ. ευρώ – και το 2024 θα περάσει τα δύο εκατ. ευρώ. Άρα, όλο το Ebitda θα πηγαίνει για να καλύψει το κόστος δανεισμού», τόνισε χαρακτηριστικά.

Όσον αφορά στη διαφορά μεταξύ επιτοκίων δανείων και καταθέσεων, ο Chief Retail Banking & μέλος του Δ.Σ. της Τράπεζας Πειραιώς, κ. Βασίλης Κουτεντάκης, εξήγησε πως υπάρχει σαφώς μία υστέρηση της ταχύτητας ανόδου του επιτοκίου του δανείου και της κατάθεσης.

«Το επιτόκιο του δανείου, ακριβώς επειδή είναι ‘χτισμένο’ συμβατικά μέσα από το euribor με το που ανεβαίνει από την ΕΚΤ ανεβαίνει και αυτό. Οι καταθέσεις παραδοσιακά υστερούσαν λίγο. Παρόλα αυτά, οι ελληνικές τράπεζες προχώρησαν σε αρκετά σημαντικές αυξήσεις των επιτοκίων των προθεσμιακών καταθέσεων και των τυποποιημένων προιόντων που φτάνουν αυτή τη στιγμή το 2,30% και 2,5%», ανέφερε για να συνεχίσει: «Την ίδια στιγμή, είναι πολύ δύσκολο να συγκρίνει κάποιος μέσο επιτόκιο κατάθεσης και δανείου γιατί αφενός, το πρώτο περιλαμβάνει μέσα του και το liquidity risk, αλλά και το credit risk, και αφετέρου, έχουν χρονικές διαφορές. Πως θα συγκρίνεις το επιτόκιο ενός στεγαστικού 30ετίας και μιας κατάθεσης ενός μηνός. Οι ελληνικές τράπεζες θα είναι πάντα δίπλα στον Έλληνα καταθέτη και θα ανεβάζουν τα επιτόκια στον βαθμό που μπορούν και πρέπει».

Αποεπένδυση ΤΧΣ και 5ος τραπεζικός πυλώνας

«Το Ταμείο παρακολουθεί στενά τις συνθήκες της αγοράς και το ενδιαφέρον των επενδυτών και είμαστε έτοιμοι να εντοπίσουμε τις όποιες ευκαιρίες και να ξεκινήσουμε την υλοποίηση καλά σχεδιασμένων συναλλαγών». Αυτό τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), κ. Ηλίας Ξηρουχάκης, ερωτηθείς για το χρονοδιάγραμμα αποεπένδυσης, σημειώνοντας πως, όπως όλες οι τράπεζες έτσι και οι ελληνικές δέχθηκαν πιέσεις στις αποτιμήσεις τους λόγω των τελευταίων εξελίξεων. «Στη συνέχεια, ωστόσο, ο εγχώριος τραπεζικός τομέας απέδειξε ότι είναι πλήρως θωρακισμένος, τόσο κεφαλαιακά, όσο και από απόψεως λειτουργικής κερδοφορίας και ρευστότητας. Άρα παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις, θα υλοποιήσουμε τη στρατηγική μας, φυσικά λαμβάνοντας υπόψη τις εκάστοτε επικρατούσες συνθήκες στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων. Δεν θεωρούμε, πάντως, ότι τα τελευταία γεγονότα επηρέασαν ουσιωδώς τις ελληνικές τράπεζες», κατέληξε.

Τις προχωρημένες συνομιλίες μεταξύ ΤΧΣ, ΤΜΕΔΕ και Thrivest παραδέχθηκε από την πλευρά της, η διευθύνουσα σύμβουλος της Attica Bank, κυρία Ελένη Βρεττού, εκφράζοντας την αισιοδοξία πως αυτές θα ευοδωθούν με αίσιο τέλος εντός των επόμενων ημερών, προκειμένου η τράπεζα να μπορέσει να ολοκληρώσει τον πρώτοι σταθμό στον οδικό χάρτη, ήτοι την αύξηση της ΑΜΚ. «Αυτή θα έχει διπλό χαρακτήρα: το μεγαλύτερο ποσό θα κατευθυνθεί για την εξυγίανση του ισολογισμού, αποαναγνωρίζοντας μεγάλο ποσοστό των ‘κόκκινων’ δανείων, ενώ ένα μεγάλο ποσό της τάξεως των 190 εκατ. ευρώ θα κατευθυνθεί στην αναδιοργάνωση της τράπεζας», τόνισε η κυρία Βρεττού και συνέχισε: «Η Thrivest δείχνει ότι έχει τη διάθεση να διαθέσει ένα σημαντικό ποσό κεφαλαίων και προφανώς, δεν είναι μυστικό ότι ο λόγος που το κάνει είναι για να οδηγήσει σταδιακά σε μία σειρά βημάτων, τα οποία εφόσον ολοκληρωθούν ικανοποιητικά, να οδηγήσουν και στη συγχώνευση με την Παγκρήτια Τράπεζα και τη δημιουργία του 5ου τραπεζικού πυλώνα, με ενεργητικό οκτώ δισ. ευρώ, αλλά εξυγιασμένη. Μετά την ΑΜΚ θα έχουμε ολοκληρώσει και την πώληση τουλάχιστον του ενός από τα τέσσερα χαρτοφυλάκια και εν συνεχεία, να δούμε μία καλύτερη διαχείριση των υπολοίπων και να μειώσουμε σταδιακά και οργανικά τον δείκτη».

Διαβάστε ακόμη

Ε.Ε.: Συμφωνία για την ανάπτυξη επαρκών υποδομών εναλλακτικών καυσίμων

Στις αγορές η Ελλάδα με νέο 5ετές ομόλογο

Κρίστιαν Ζίβινγκ: O άνθρωπος που ανέλαβε να σώσει τη Deutsche Bank

Exit mobile version