Νέα εποχή στη διαχείριση των κόκκινων δανείων στη χώρα μας εγκαινιάζουν οι έλεγχοι της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ) στους διαχειριστές μη εξυπηρετούμενων δανείων προκειμένου funds και servicers να λειτουργούν ως εισπρακτικές, αλλά και να «κάνουν σωστά τη δουλειά τους», δηλαδή να προσφέρουν καλύτερες ρυθμίσεις με κούρεμα οφειλών που ταιριάζει στις ανάγκες των δανειοληπτών, αλλά και πιο αποτελεσματικά σχέδια εξυγίανσης για υπερχρεωμένες και προβληματικές ελληνικές επιχειρήσεις. Οποιες από τις 23 εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων δεν ανταποκριθούν στο νέο πλαίσιο κανόνων και απαιτήσεων, θα χάνουν την άδεια και θα κλείσουν.

Το μεγάλο ξεσκαρτάρισμα ήδη έχει αρχίσει, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες του «business stories», τουλάχιστον 4 ή 5 από αυτές δήλωσαν στην αρμόδια διεύθυνση της ΤτΕ που εποπτεύει τους servicers ότι δεν θα καταθέσουν ενημερωτικό φάκελο (report) για τη δράση τους το α’ τρίμηνο του 2024, επειδή δεν έχουν επιδείξει έργο στον τομέα της διαχείρισης απαιτήσεων. Αλλά και στους φακέλους αρκετών άλλων παρατηρούνται ελλείψεις, για τις οποίες καλούνται να δώσουν εξηγήσεις ή να λάβουν μέτρα, αλλιώς θα κατεβάσουν ρολά.

Διαρθρωτικό πρόβλημα

Μέχρι τις 30 Ιουνίου η ΤτΕ θα έχει πλήρη εικόνα ποιοι από τους διαχειριστές κόκκινων δανείων ασκούν με πληρότητα την αποστολή τους. Τους πιέζει με ερωτηματολόγια να απαντήσουν τι δάνεια έχουν πάρει και τι ρυθμίσεις έκαναν από το 2017 και μετά, οπότε έκαναν την είσοδό τους στη χώρα μας, αλλά και τι σχέδια κάνουν (business plans) για τη συνέχεια.

Στην πράξη, σήμερα μόνο 3 από τους 23 αδειοδοτημένους servicers διαχειρίζονται περίπου το 95% των απαιτήσεων που έχουν περάσει σε funds, συνολικού ύψους 90 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 70 δισ. δεν συμπεριλαμβάνονται πλέον σε ισολογισμούς των τραπεζών. Από τις υπόλοιπες 20 εταιρείες μόλις μία διαχειρίζεται περίπου το 4% των απαιτήσεων, ενώ οι άλλες καλύπτουν ένα ελάχιστο ποσοστό ή τίποτα.

Ωστόσο, όπως τονίζει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η μεταφορά των μη εξυπηρετούμενων δανείων εκτός τραπεζικού τομέα δεν σημαίνει αυτόματα και την οριστική εξάλειψη του χρέους από την οικονομία. Το χρέος παραμένει ως πρόβλημα και «γι’ αυτό τον λόγο κρίνεται υψηλής σημασίας η εύρυθμη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις».

Από τη μεριά της και η ΤτΕ στην Εκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας επισημαίνει: «Λαμβάνοντας υπόψη την έως τώρα επίδοση κρίνεται απαραίτητη η σημαντική βελτίωση της διαχείρισης των εν λόγω δανείων από τις εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων. […] Η εξέταση των δυνατοτήτων επανένταξης σε καθεστώς ενημερότητας δανειοληπτών οι οποίοι έχουν αξιόλογα βιώσιμα επενδυτικά σχέδια που μπορούν να χρηματοδοτηθούν θα πρέπει να συμπεριλαμβάνεται και να αναδεικνύεται ως μια επιλογή η οποία θα συμβάλει καθοριστικά στην οριστική εκκαθάριση του ιδιωτικού χρέους, αλλά και στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας».

Εξυγίανση και ανάπτυξη

Πέραν των ελέγχων, ένας ακόμα παράγοντας που ωθεί προς την πόρτα της εξόδου από την αγορά κόκκινων δανείων ακατάλληλους servicers που δεν έχουν εμπλακεί αποτελεσματικά στη διαχείριση δανείων είναι το λειτουργικό κόστος, το οποίο καλούνται να αναλάβουν για να κατασκευάσουν ηλεκτρονική πλατφόρμα ενημέρωσης των οφειλετών.

Ωστόσο, δεν έχουν παραδώσει όλοι τα όπλα! Αντιθέτως, στα business plans που καταθέτουν στην ΤτΕ ορισμένοι servicers χαμηλών επιδόσεων δηλώνουν ότι θα διεκδικήσουν μερίδιο από το υπόλοιπο 5% των κόκκινων δανείων που παραμένει στις τράπεζες ή, κυρίως, ότι ετοιμάζονται να μπουν στη δευτερογενή αγορά. Σχεδιάζουν έτσι να ζητήσουν από τους 3-4 μεγαλύτερους servicers που έχουν συγκεντρώσει το 95% των δανείων να τους δίνουν «κομμάτια» ομοειδών δανείων, π.χ. από ξενοδοχεία ή άλλους κλάδους.

Ηδη μια πρώτη αρχή έγινε με μικρά πακέτα ναυτιλιακών ή ξενοδοχειακών δανείων. Τέτοια πακέτα μέσα από το «τσουβάλι» των δανείων μπορούν να έχουν εξειδικευμένη διαχείριση που έως τώρα γινόταν στα τυφλά. Θα τα ρυθμίζουν και θα τα κουρεύουν με βάση τα πραγματικά δεδομένα της αγοράς, θα διερευνούν τις δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου και θα εξυγιαίνουν τις επιχειρήσεις ώστε και αυτές να επιβιώνουν, αλλά και τα χρέη τους να αποπληρώνουν.

Πώς λειτουργεί ένα τέτοιο σύστημα;

Κατά πρώτον, θα ελαφρυνθούν οι 3-4 μεγαλύτεροι servicers από τον τεράστιο όγκο διαχείρισης δανείων που έχουν επωμιστεί, ώστε να εστιάσουν ευκολότερα σε καλύτερες και πιο εξατομικευμένες ρυθμίσεις για τα υπόλοιπα δάνεια του χαρτοφυλακίου τους.

Κατά δεύτερον και σημαντικότερον, οι μικρότεροι servicers θα κληθούν να πείσουν τα funds τα οποία εκπροσωπούν να αγοράσουν ομαδοποιημένα δάνεια οφειλετών που θα έχουν κοινά χαρακτηριστικά, προκειμένου να τους προσφέρουν εξειδικευμένες λύσεις οι οποίες θα ταιριάζουν καλύτερα στις ανάγκες και τις δυνατότητές τους. Με απλά λόγια, θα μπορεί να προσφερθεί ένα πακέτο δανείων, π.χ., από 50 επιχειρήσεις του κλάδου του αυτοκινήτου που την περασμένη δεκαετία βίωσε κατάρρευση. Ο διαχειριστής δανείων που θα το αγοράσει θα μπορεί να προσλάβει έναν ειδικό σύμβουλο από την Ελλάδα ή το εξωτερικό, ο οποίος θα μελετήσει την πορεία και το μέλλον του κλάδου συνολικά – και όχι κάθε προβληματικής επιχείρησης. Θα παραδώσει λοιπόν στον διαχειριστή μια ανάλυση για τα βάρη αλλά και τις δυνατότητες των επιχειρήσεων, προτείνοντας με συγκεκριμένα κριτήρια αν και πώς μπορούν να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν βιώσιμα τα επόμενα χρόνια. Η ανάλυση αυτή θα αποτελέσει την κοινή συνισταμένη των ρυθμίσεων που θα προσφέρει ο servicer σε όλες τις επιχειρήσεις που περιλαμβάνονται στο πακέτο.

Ανάσταση επιχειρήσεων

Με τα σημερινά δεδομένα, ο διαχειριστής δανείων συνήθως προτείνει ρυθμίσεις-φασόν, με μικρό κούρεμα χρεών και επιμήκυνση αποπληρωμής. Η υπερχρεωμένη επιχείρηση όμως βλέπει ότι δεν πουλάει πλέον, π.χ., εκατό αυτοκίνητα τον χρόνο όπως παλιά, αλλά μόνο πενήντα. Και με αυτά τα δεδομένα δεν μπορεί να επωμιστεί να πληρώνει διαρκώς τόκους χωρίς να μειώνεται το κεφάλαιο που χρωστά. Αντιθέτως, με βάση τις οδηγίες της μελέτης που θα έχουν στα χέρια τους οι servicers θα μπορούν να προτείνουν μεγάλο κούρεμα βαρών στις επιχειρήσεις, αλλά και πλάνο εξυγίανσης και ανάπτυξης προκειμένου να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες και τις προοπτικές που διανοίγονται για τον κλάδο, ώστε να συνεχίσουν να λειτουργούν κερδοφόρα και να αποπληρώνουν τα δάνεια.

Αν αρνηθεί την πρόταση ο οφειλέτης, η λύση θα είναι ο πλειστηριασμός. Αν όμως δεχτεί, το όφελος για την ελληνική οικονομία θα είναι ότι οι επιχειρήσεις αυτές θα συνεχίσουν να λειτουργούν, να προσφέρουν απασχόληση και μισθούς, ενώ και το κράτος θα εισπράττει ασφαλιστικές εισφορές και φόρους επί των κερδών τους, που αλλιώς θα χάνονταν.

Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, π.χ. σε εργοστάσια, ξενοδοχεία, επιχειρήσεις εστίασης κ.λπ., μπορεί το fund να προσελκύσει (ή και να αποτελέσει το ίδιο) στρατηγικό επενδυτή που θα μπει ως χρηματοδότης στην υπό εξυγίανση επιχείρηση, δίνοντας μεγαλύτερη δυναμική ανάπτυξης στην ίδια, στον κλάδο και την οικονομία συνολικά.

Διαβάστε ακόμη

Τρόφιμα: Οι τιμές σε κρέας, γαλακτοκομικά, σιτηρά τον Απρίλιο – Πού σημειώθηκε η μεγαλύτερη αύξηση

Καμπανάκι για την κλιματική αλλαγή: Δραματικές οι επιπτώσεις για τον ανθρώπινο οργανισμό

Φορολογικές δηλώσεις: Πώς θα δηλώσετε σωστά τα εισοδήματα από ακίνητα

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ