του Στέλιου Μορφίδη

Από «βομβιστής» φοιτητής, θυσιάζοντας για τη δημοκρατία τέσσερα χρόνια της νιότης του στις φυλακές της χούντας, μέχρι να φτάσει σήμερα να γίνει πρόεδρος της Alpha Bank και -εσχάτως- μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ο κ. Βασίλης Ράπανος διέγραψε μια μεγάλη διαδρομή προσφοράς.

Παιδί φτωχής οικογένειας από την Κέφαλο της Κω, ο κ. Βασίλης Ράπανος κατάφερε μέσα στις πιο δύσκολες και αντίξοες συνθήκες να σπουδάσει με αριστείες παντού, να εξελιχθεί σε άξιο επιστήμονα με διαρκή προσφορά στο κοινωνικό σύνολο και να συμμετέχει αθόρυβα αλλά ουσιαστικά σε ό,τι σημαντικό έχει συντελεστεί στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας από τη δεκαετία του ’90 έως σήμερα. Κάτι που του αναγνωρίζουν ακόμα και αυτοί με τους οποίους πολιτικά δεν συμφωνούσε, κινούμενος στον χώρο του εκσυγχρονιστικού Κέντρου, όπως εξάλλου φάνηκε και από την πρόθεση του κ. Αντώνη Σαμαρά, το 2012, να του ζητήσει στην πλέον κρίσιμη μεταπολιτευτική περίοδο να γίνει υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνησή του προκειμένου να διασφαλιστεί η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Μια πορεία που και ο ίδιος τρόπο τινά χάραξε, όταν τη δεκαετία του ’90 συνέβαλε στον στόχο ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ. Για πολλούς η τιμή που του έκανε η Ακαδημία Αθηνών την περασμένη εβδομάδα να τον εντάξει ως μέλος της άργησε, με το σκεπτικό ότι μέσα στην κρεατομηχανή της πολύπλευρης κρίσης που ταλανίζει τη χώρα μας και του μηδενισμού είναι επιτακτική ανάγκη να προβάλλονται ως παραδείγματα προς μίμηση εκείνα τα λαμπρά και ευγενικά μυαλά, οι αθόρυβοι εργάτες της προκοπής αυτού του τόπου και της Δημοκρα­τίας που μπορούν να αφυπνίσουν.

Και αυτό γιατί η κρίση που περνάμε δεν είναι μόνο οικονομική. Πρωτίστως είναι κοινωνική και θεσμική, έχοντας διαβρώσει την εμπιστοσύνη απέναντι στην ίδια τη δημοκρατία. Κάτι που υπογράμμισε και ο ίδιος ο κ. Ράπανος κατά την ομιλία του στην Ακαδημία Αθηνών. Μια επιλογή ταιριαστή με τα ενδιαφέροντα και τη διαδρομή ζωής του οικονομολόγου, που αποφάσισε την κατεύθυνση των σπουδών του, τη Δημόσια Οικονομική, μέσα από τις φυλακές της δικτατορίας, όπου πέρασε τέσσερα χρόνια της ζωής του, ύστερα από συζητήσεις με τον αείμνηστο καθηγητή Σάκη Καράγιωργα.

Ζητούμενο η εμπιστοσύνη

«Οι υγιείς και αξιόπιστοι θεσμοί θα βοηθήσουν να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στην κυβέρνηση και τους πολιτικούς μας θεσμούς, που είναι πυλώνες της δημοκρατίας», τόνισε στην ομιλία του ο κ. Ράπανος. Προειδοποίησε δε ότι η δημοκρατία είναι ένα εύθραυστο πολίτευμα και «μπορεί εύκολα να χειραγωγηθεί από επιτήδειους, αν οι πολιτικοί θεσμοί είναι αδύναμοι και οι πολίτες δεν επαγρυπνούν και δεν συμμετέχουν ενεργά στην υπεράσπισή της».

Οπως εξήγησε, παραθέτοντας στοιχεία, «οι χαμηλές δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας μας οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στη χαμηλή ποιότητα των θεσμών της».

Στους θεσμούς συμπεριέλαβε τους τυπικούς, όπως δικαστήρια, πολιτικά κόμματα και δημόσια διοίκηση, αλλά και τους άτυπους, όπως τους ονόμασε, που έχουν σχέση με την κοινωνική εμπιστοσύνη, τις παραδόσεις και τις κοινωνικές πρακτικές κάθε χώρας. Οι επιδόσεις της Ελλάδας είναι παντού χαμηλές.

«Η κρίση στη χώρα μας», είπε, «δεν ήταν μόνο κρίση που προήλθε από ανεύθυνες οικονομικές ή κοινωνικές πολιτικές, αλλά και κρίση που οξύνθηκε από το ξεπερασμένο ή αδύναμο θεσμικό πλαίσιο. Την αδυναμία αυτή δεν φαίνεται να είχαν αντιληφθεί ή κατανοήσει οι πιστωτές της χώρας, με αποτέλεσμα πολλά από τα μέτρα που επέβαλαν να μην έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα».

Υπονομεύει κάθε προσπάθεια η υπερφορολόγηση

Ο κ. Ράπανος υπογράμμισε το μεγάλο φορολογικό βάρος που αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, σε μια περίοδο μάλιστα όπου η μέση αμοιβή στον εργαζόμενο μειώθηκε δραστικά. Κάτι όμως που, όπως υπογράμμισε, δεν συνοδεύτηκε από καλύτερη ποιότητα δημόσιων υπηρεσιών.

«Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι ο περιορισμός της φοροδιαφυγής ήταν μάλλον περιορισμένος και τα αυξημένα έσοδα προήλθαν είτε από αυξήσεις των φορολογικών συντελεστών και διεύρυνση της φορολογικής βάσης με μείωση αφορολόγητων ποσών ή κατάργηση μειωμένων συντελεστών στην έμμεση φορολογία, είτε από επιβολή νέων φόρων», σημείωσε ο κ. Ράπανος επικαλούμενος τα πρόσφατα στοιχεία έκθεσης του ΟΟΣΑ στην οποία η Ελλάδα ήταν η πρώτη σε αύξηση των φορολογικών βαρών την τελευταία δεκαετία. «Είναι επομένως αναμενόμενο η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την κυβέρνηση να είναι χαμηλή και αυτό με τη σειρά του επηρεάζει την καλύτερη ποιότητα δημόσιων υπηρεσιών», καθώς και «την προθυμία των πολιτών να συμμορφώνονται στις φορολογικές τους υποχρεώσεις», πρόσθεσε.

Επίσης, ανέδειξε τη σύνδεση μεταξύ των χαμηλών επιδόσεων του δημόσιου τομέα με την οικονομική ευημερία της χώρας. «Ο αποδοτικός δημόσιος τομέας, με το να προσφέρει υψηλής ποιότητας Παιδεία, Υγεία, καλύτερο φυσικό περιβάλλον κ.ά., συμβάλλει σημαντικά στην ευημερία μιας κοινωνίας», σημείωσε αναφέροντας τα παραδείγματα των χωρών της Βόρειας Ευρώπης. Σύμφωνα με τον ίδιο, «η Ελλάδα είναι στις χώρες με χαμηλές επιδόσεις και κάτω από άλλες όπως η Σλοβακία, η Πολωνία, η Ουγγαρία κ.ά.». Οι επιδόσεις του δημόσιου τομέα, όμως, πρόσθεσε, εξαρτώνται από την ποιότητα της διακυβέρνησης, η οποία τελικά είναι και το σημείο-κλειδί επηρεάζοντας κατ’ επέκταση την ευημερία μιας κοινωνίας. «Η θέση της Ελλάδας είναι πολύ χαμηλή και καλύτερη μόνο από εκείνη πρώην κομμουνιστικών χωρών, όπως η Κροατία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία», τόνισε ο κ. Ράπανος.

Σε κάθε περίπτωση, υποστήριξε ότι οι προτάσεις πολιτικής που διατυπώνουν οι οικονομολόγοι δεν πρέπει να ανταποκρίνονται μόνο σε οικονομικά κίνητρα, αλλά να λαμβάνουν υπόψη τους τις πολιτισμικές αξίες, τις αντιλήψεις για δικαιοσύνη και τις ιδεολογικές πεποιθήσεις των πολιτών, καθώς όλες αυτές παίζουν σημαντικό ρόλο στη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις τους σε μέτρα οικονομικής πολιτικής. Στην κατεύθυνση αυτή καθοριστικό ρόλο θα παίξει και η δημιουργία υγιών δημόσιων θεσμών.

«Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς και τη δημοκρατία είναι προϋπόθεση για ένα καλύτερο μέλλον για τον λαό και τη νεολαία μας, που έχουν υποφέρει πολύ τα τελευταία χρόνια. Και σε αυτό πρέπει να εμμείνουμε», τόνισε ο κ. Ράπανος απευθυνόμενος στο κοινό που παρακολούθησε την τελετή υποδοχής, στο οποίο συμμετείχαν οι πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Σημίτης, Παναγιώτης Πικραμμένος και Λουκάς Παπαδήμος.

Ο τελευταίος, μέλος της Ακαδημίας και πρώην πρόεδρός της, είχε προηγουμένως παρουσιάσει τον φίλο του, κ. Ράπανο, το πλούσιο επιστημονικό του έργο, αλλά και την προσωπικότητά του, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι είναι ο άνθρωπος που «συνδυάζει τη θεωρία με την πράξη». Τον κ. Ράπανο προσφώνησε ο πρόεδρος της Ακαδημίας Αντώνης Κουνάδης.

H πορεία

Ο κ. Ράπανος είναι πρόεδρος της Alpha Bank από τον Μάιο του 2014 και από τις αρχές του ’90 καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου διδάσκει Οικονομική Ανάλυση και Δημόσια Οικονομικά. Εχει διατελέσει υποδιοικητής και διοικητής της Κτηματικής Τράπεζας της Ελλάδος (1995-1998), πρόεδρος του Δ.Σ. του ΟΤΕ (1998-2000), πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων στο υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών (2000-2004) και πρόεδρος του Δ.Σ. της Εθνικής Τράπεζας και της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών (2009-2012).

Ηταν ένα από τα μέλη του υπουργείου Οικονομικών που συνέβαλε και προετοίμασε την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, ενώ έχει υπηρετήσει επίσης ως σύμβουλος στις αντιπροσωπίες της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) και το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών.

Γεννήθηκε στην Κω, σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων στην ΑΣΟΕΕ, και στη συνέχεια έκανε μάστερ και διδακτορικό του σε πανεπιστήμια του Καναδά, όπου διέφυγε μετά την αποφυλάκισή του με την αμνηστία του 1973.

Οταν επέστρεψε στην Ελλάδα, εργάστηκε στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), όπου έκανε έρευνα σε οικονομικά θέματα, και το 1992 έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.