Το «ράλι» των εξαγορών στον κλάδο της πληροφορικής συνεχίζεται με… υψηλές ταχύτητες την τελευταία 3ετία και ένα ερώτημα που μπορεί να κάνει κάποιος «τρίτος» είναι τι ακριβώς προσπαθούν να πετύχουν οι ισχυροί όμιλοι μέσω των συγκεκριμένων επενδύσεών τους.

Η άθροιση πωλήσεων και κερδών αποτελεί τη μια οπτική αυτού του σερί, αν και στα μάτια των ιδίων των ανθρώπων του κλάδου μοιάζει αρκετά «στενή».

Μια εξαγορά δεν είναι «μόνο τζίροι», για τους μεγαλύτερους «παίκτες» του κλάδου, αλλά πολλά περισσότερα, όπως: συμπληρωματικότητα, πρόσβαση σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες (για την ενίσχυση του portfolio προϊόντων και υπηρεσιών που παρέχουν προς τους πελάτες τους), σε νέα πελατολόγια, σε ολόκληρες «ομάδες» εξειδικευμένου προσωπικού με υψηλό βαθμό κατάρτισης, ακόμα προσφέρει την είσοδο σε νέες κάθετες αγορές λογισμικού για επιχειρήσεις που υπάγονται σε τομείς με ειδικές απαιτήσεις (π.χ. φαρμακεία, ξενοδοχεία κ.ά.), ή και την δυνατότητα της γεωγραφικής επέκτασης των δραστηριοτήτων τους, κυρίως για τους πιο διεθνοποιημένους ομίλους που αναζητούν στόχους εξαγορών και στο εξωτερικό.

Η παροχή «all in one λύσεων» χαρακτηρίζεται άλλωστε ένα ιδανικό μοντέλο. Γενικότερα, πολλά στελέχη επαναλαμβάνουν ότι η συγκέντρωση του κλάδου κάτω από την επιχειρηματική «ομπρέλα» ισχυρότερων «παικτών» της αγοράς συμβαδίζει με το δόγμα «η ισχύς εν τη ενώσει», σε μια προσπάθεια να ανταποκριθούν οι τεχνολογικές ομάδες στις προκλήσεις της υλοποίησης ενός τεράστιου όγκου έργων του Ψηφιακού Μετασχηματισμού και να καταφέρουν να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση υπηρεσιών από την Ελλάδα, ή και το εξωτερικό.

Δεν είναι τυχαίο ότι η «γκάμα» των εξαγορών περιλαμβάνει deals τα οποία ξεκινούν από… μερικές μόλις δεκάδες χιλιάδες ευρώ για την απόκτηση του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών μιας μικρότερης, πλην όμως ταλαντούχας εταιρείας και φτάνουν ως προς το τίμημα τους έως και σε δεκάδες εκατομμυρίων ευρώ (χωρίς πάντως οι συναλλαγές στο «άνω» και στο «κάτω» άκρο να θεωρούνται ο «μέσος όρος», με τις περισσότερες να κινούνται σε μονοψήφιο αριθμό εκατομμυρίων.).

Δίχως υπερβολή, ο κλάδος της πληροφορικής και του λογισμικού αποτελούν το μεγαλύτερο πεδίο επιχειρηματικών συμφωνιών στην ελληνική αγορά, τουλάχιστον σε επίπεδο αριθμού εξαγορών.

Μόνο την περίοδο από το 2021 έως το 2023 καταγράφηκαν, με βάση την ανάλυση ελληνικής τράπεζας, 42 εξαγορές, ή 14 κατά μέσο όρο ετησίως ή μια και «κάτι» κάθε μήνα, ενώ το πρώτο δίμηνο του 2024 ανακοινώθηκαν άλλες 2 και φαίνεται να πλησιάζουν και άλλα deals.

Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μπαίνουν κλάδοι λογισμικού για αγορές όπως αυτές της φιλοξενίας, της υγείας, των logistics, της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, των πληρωμών, του real estate, του retail κ.λπ.

Οι αλλεπάλληλες εξαγορές εξηγούνται και λόγω των λογικών τιμημάτων που προσφέρονται και γίνονται αποδεκτά (με όρους, σε μερικές περιπτώσεις, για την καταβολή earn out bonus σε προσεχές διάστημα, ανάλογα με τις μελλοντικές επιδόσεις της εταιρείας που αλλάζει χέρια).

Ένα από τα «μυστικά» των δεκάδων deals που χαρακτηρίζουν στον κλάδο της πληροφορικής και του ICT στην Ελλάδα είναι ο ρόλος των συνεργειών (δίκτυα, cross selling) και των οικονομιών κλίμακος, συχνά με αύξηση πωλήσεων και πολλαπλάσια κέρδη, κυρίως για αυτές τις εξαγορές εταιρειών που πραγματοποιούνται σε κάθετες αγορές.