Το ηλεκτρονικό εμπόριο γνώρισε «άνθηση» κατά την διάρκεια της πανδημίας, όταν επί μήνες ολόκληρους το καταναλωτικό κοινό «απείχε» αναγκαστικά από τα φυσικά καταστήματα χιλιάδων επιχειρήσεων.

Τότε, ουσιαστικά, εκατομμύρια καταναλωτών «γνώρισαν» τις online αγορές και τις απομακρυσμένες συναλλαγές, το digital μάρκετινγκ, και «έπεσαν» μαζικά στις ταχυμεταφορές για να προμηθευτούν τα προϊόντα που προτιμούσαν, προκαλώντας ένα προσωρινό «έμφραγμα» στο σύστημα, λόγω του κατακόρυφα αυξημένου όγκου των παραγγελιών.

Οι εικόνες αυτές αποτελούν, ευτυχώς, παρελθόν. Με την επιστροφή της κανονικότητας στην καθημερινότητα των πολιτών και στη λειτουργία των φυσικών καταστημάτων, μετά από το τέλος της υγειονομικής κρίσης, τα δεδομένα αντιστράφηκαν έως έναν βαθμό στη συνέχεια. Συνέβη δηλαδή το αυτονόητο: ο κόσμος, πολύ απλά, άρχισε να επισκέπτεται και πάλι τα μαγαζιά για να ψωνίσει, με αποτέλεσμα να επιβραδυνθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης του e-commerce και των ταχυμεταφορών.

Η πορεία όμως έδειξε «άλλα». Κυρίως, ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο ήρθε για να… μείνει. Η ευκολία στα ψώνια, με την εξοικονόμηση χρόνου, αλλά και χρήματος ενίοτε, και οι επενδύσεις των επιχειρήσεων, μεγάλων εμπορικών αλυσίδων μα όχι μόνο, σε νέα, σύγχρονα e-shops, όπως και η ταχεία ανάπτυξη του last mile και των δικτύων «έξυπνων θυρίδων» αποστολής/παράδοσης προϊόντων δημιούργησαν μια νέα τάση.

Μια τάση η οποία ωθεί ακόμα περισσότερο πλήθος επιχειρήσεων προς ένα ψηφιακό μέλλον. Αυτή τη φορά, δεν υπάρχουν μόνο οι online αγορές. Υπάρχουν και αυτές, σε συνδυασμό με την λειτουργία των φυσικών καταστημάτων. Και προσφέρουν πιο πολλές επιλογές στον καταναλωτή. Τόσο απλά. Η επόμενη μέρα της αγοράς ωστόσο δεν είναι το ίδιο… απλή. Στελέχη του εμπορικού κλάδου έχουν επισημάνει ότι ένα e-shop δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια συμπληρωματική δραστηριότητα στο core αντικείμενο μιας επιχείρησης, την πώληση ειδών μέσω των φυσικών καταστημάτων ή του καταστήματος εάν είναι ένα, αλλά έως μια «δεύτερη επιχείρηση, μέσα στην επιχείρηση», για να πετύχει. Δηλαδή, με δικό του προσωπικό, δικό του στοκ, δικό του μάρκετινγκ, δική αυτόνομη όσο το δυνατόν λειτουργία.

Το ψηφιακό μάρκετινγκ αποτελεί μέρος του ψηφιακού επιχειρείν, με τα social media να θεωρούνται ένα ένα πολύ αποδοτικό πεδίο διαφημίσεων και προσέλκυσης πελατών και όχι το μόνο και μια πολύ καλή «βιτρίνα» για την προβολή/προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών.

Η κατασκευή ενός πλήρους website, ενός λειτουργικού e-shop, η πρόβλεψη για mobile εφαρμογές κ.ά. ανήκουν στα «πρέπει» μιας σύγχρονης και ανταγωνιστικής εμπορικής επιχείρησης.

Το δικό τους χώρο και το δικό τους μερίδιο στην αγορά διεκδικούν και καταλαμβάνουν τα Marketplaces.

E-shops που φιλοξενούν πολλούς εμπόρους. Η αλλιώς ένα μεγάλο online κατάστημα που περιέχει προϊόντα από πολλές εταιρείες, οι οποίες τοποθετούν τα προϊόντα τους στο «ηλεκτρονικό ράφι».

Σύμφωνα με στοιχεία από έρευνες, το e-commerce και οι online πωλήσεις αντιπροσωπεύουν ένα μέγεθος της τάξης των 17,3 δισ. ευρώ για το 2023 στην Ελλάδα, όπου φαίνεται να λειτουργούν συνολικά 102.900 ηλεκτρονικά (τουλάχιστον μέχρι το προηγούμενο έτος) καταστήματα, με ποσοστό 7,9% επί του εγχώριου ΑΕΠ, από 7,5% το 2022.

Ένα άλλο εντυπωσιακό εύρημα είναι ότι η χώρα μας κατατάσσεται 25η ανάμεσα σε 50 αγορές στον πλανήτη με βάση τον τριψήφιο αριθμό σε χιλιάδες των e-shops δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.

Διαβάστε ακόμη

Μητσοτάκης: Απάντηση στην ακρίβεια οι αυξήσεις μισθών – Δεν θα δοθεί επίδομα Πάσχα

Με λίγα η κλικ η βεβαίωση οφειλής για όσους πωλούν ακίνητα για να ξοφλήσουν την εφορία

Υπόσχεση Τραμπ αν επανεκλεγεί: «Θα απελευθερώσω τους καταδικασμένους για την επίθεση στο Καπιτώλιο»

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ