Σε ρόλο περιφερειακής χώρας έχει περιέλθει η γαλλική οικονομία λόγω της δημοσιονομικής και πολιτικής κρίσης, με τις αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων να αποτελούν τον υπ΄αριθμόν ένα παράγοντα αβεβαιότητας της αγοράς της ευρωζώνης.
Οι αποδόσεις των γαλλικών 10ετών ομολόγων έφτασαν το 3,49%, δημιουργώντας spread 79 μονάδων βάσης έναντι των γερμανικών ομολόγων (2,71%). Το «σοκαριστικό» για τις αγορές είναι ότι αυτές οι αποδόσεις υπερβαίνουν πλέον τις ελληνικές (3,42% με spread 72 μονάδων βάσης) και πλησιάζουν επικίνδυνα τις ιταλικές (3,54% με spread 83 μονάδων βάσης).

Η Γαλλία, μια από τις ιδρυτικές χώρες της ζώνης του ευρώ και ιστορικό μέρος του «ευρωπαϊκού πυρήνα», πλέον αντιμετωπίζεται από τις αγορές ως ισοδύναμη με χώρες που χρειάστηκαν διάσωση κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους. Η Fitch επιβεβαίωσε αυτούς τους φόβους υποβαθμίζοντας τη Γαλλία από AA- σε A+, προειδοποιώντας ότι το χρέος θα φτάσει το 121% του ΑΕΠ έως το 2027.
Η Γαλλία αντιμετωπίζει ένα μοναδικό δημοσιονομικό παράδοξο. Έχει τις υψηλότερες κυβερνητικές δαπάνες παγκοσμίως (57% του ΑΕΠ) και την υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση στον ΟΟΣΑ, αλλά παρόλα αυτά δεν μπορεί να εξισορροπήσει τον προϋπολογισμό της.
Η περαιτέρω αύξηση των φόρων είναι πολιτικά και οικονομικά αδύνατη, ενώ η ανάγκη μείωσης των δαπανών έχει προκαλέσει πολιτική κρίση που έχει «φάει» μέχρι τώρα δύο πρωθυπουργούς.
Ήδη ο νέος πρωθυπουργός Σεμπαστιάν Λεκορνί άρχισε να κάνει πίσω, «μαζεύοντας» μέτρα του προκατόχου Φρανσουά Μπαϊρού όπως, συμβολικά, η κατάργηση δύο επισήμων αργιών.
Τα προτεινόμενα μέτρα ύψους 44 δισ. ευρώ του Μπαϊρού είχαν στόχο να μειώσουν το έλλειμμα από 5,8% σε 4,6% του ΑΕΠ έως το 2026, αλλά προκάλεσαν την κατάρρευση της κυβέρνησης.
Με έλλειμμα προϋπολογισμού 5,8% του ΑΕΠ το 2024 – το μεγαλύτερο στη ζώνη του ευρώ – η χώρα ξοδεύει περισσότερα από όσα συλλέγει ακόμα και πριν υπολογιστούν οι τόκοι του χρέους της. Έχει δηλαδή πρωτογενές έλλειμμα. Με τις πληρωμές τόκων να φτάνουν τα 75 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως (περίπου 3% του ΑΕΠ), η χώρα βρίσκεται σε απόλυτη αδυναμία επίτευξης δημοσιονομικής σταθερότητας.
Το γαλλικό χρέος αυξήθηκε κατά 3,6 ποσοστιαίες μονάδες το 2024, φτάνοντας το 114,1% του ΑΕΠ στο πρώτο τρίμηνο του 2025 και το Δημοσιονομικό Συμβούλιο της Γαλλίας υπολογίζει πλέον ότι ο προϋπολογισμός πρέπει να παράγει πρωτογενές πλεόνασμα (πριν την πληρωμή τόκων για το χρέος) τουλάχιστον 1% ετησίως για να μην αυξηθεί περαιτέρω το χρέος.
Το ΔΝΤ από την πλευρά του, εκτιμά ότι η Γαλλία πρέπει να παράγει πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ το 2026, και 0,9% του ΑΕΠ κάθε χρόνο στη συνέχεια.
Η Γαλλία έχει φθάσει στην τρίτη θέση όσον αφορά το χρέος, μετά την Ελλάδα (152,5%) και την Ιταλία (137,9%), αλλά με τη χειρότερη δυναμική.
Η Ισπανία μείωσε το χρέος της κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες το 2024, ενώ η Πορτογαλία κατά 2,7 ποσοστιαίες μονάδες. Ακόμη και η Ιταλία, παρά την αύξηση του χρέους κατά 2,9 ποσοστιαίες μονάδες, διατηρεί πρωτογενές πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ και προβλέπεται να φτάσει το 2,4% του ΑΕΠ έως το 2029.
Το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα που αναφέρεται πλέον στα διεθνή μέσα, σε αντίστιξη με τη Γαλλία, είναι η Ελλάδα, που στο πρώτο εξάμηνο του 2025, η Ελλάδα κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα 4,67 δισεκατομμυρίων ευρώ (4,8% του ΑΕΠ), υπερβαίνοντας κατά 109% τον στόχο της και πετυχαίνοντας το τέταρτο υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα στην ΕΕ.
Διαβάστε ακόμη:
World Gold Council: Μετά τα ψηφιακά νομίσματα έρχεται και ο ψηφιακός χρυσός
8 εφαρμογές για να κόψετε τo ακατάσχετο σκρολάρισμα στο κινητό
Πώς η ΑΙ μετασχηματίζει τον κλάδο της πληροφορικής στην Ελλάδα (pic)
Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.