Του Δημήτρη Παφίλα

Πέντε εβδομάδες – φωτιά που θα κρίνουν καθοριστικά την πορεία σε τράπεζες, «κόκκινα» δάνεια, εκλογές, αναμένουν οι ξένοι επενδυτές στην Αθήνα.

Από χθες έγινε φανερό ότι οι τραπεζίτες δεν θα έχουν να πουν τίποτε στις τηλεδιασκέψεις του Μαρτίου (αποτελέσματα) με ό,τι σημαίνει αυτή η εξέλιξη.

Χθες το χρηματιστήριο φάνηκε να αποδοκιμάζει την πρόταση της κυβέρνησης για το όριο προστασίας της πρώτης κατοικίας και τα ομόλογα πλησίασαν το 4%.
Όμως, μάλλον δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι από τις 18 Ιανουαρίου, ο Γενικός Δείκτης άρχισε να προσεγγίζει τις 650 – – 660 μονάδες, ένα κρίσιμο τεχνικά επίπεδο, όπου αλλάζει οριστικά η τάση της αγοράς – καθώς αρκετοί επενδυτές ποντάρουν στις εκλογές του Μαΐου.

Eίναι χαρακτηριστικό ότι από το 2015 ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ μόνο μια φορά βρέθηκε πάνω από τις 659 μονάδες 4 Αυγούστου 2015), όταν ξεκίνησε εκ νέου το χρηματιστήριο, μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων στις τράπεζες.

Aυτή η περίοδος ήταν μεταξύ του Απριλίου 2017 και των αρχών του Φεβρουαρίου 2018 (884 μονάδες). Έκτοτε το χρηματιστήριο άρχισε να υποχωρεί καθώς η κυβέρνηση είχε ξεκινήσει την παροχολογία εν όψει της Διεθνούς Έκθεσης της Θεσσαλονίκης.

Σημείο καμπής

Από εκείνη την περίοδο μέχρι σήμερα, οι αγοραστές στις τράπεζες έχουν υπομείνει επί μήνες τις πιέσεις στις ελληνικές τραπεζικές μετοχές. Θεωρούν πως η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα σημείο καμπής.

Eάν αποφασιστεί ένα σχέδιο μείωσης των «κόκκινων» δανείων και προκηρυχθούν εκλογές το «ποντάρισμά» τους θα έχει αξία, καθώς θα δημιουργηθεί ενδιαφέρον για τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές. Μόνο εκείνοι θα έχουν ικανό απόθεμα μετοχών, συνεπώς, σε μια πρώτη φάση, η αγορά μπορεί να βρεθεί έως και τις 950 μονάδες (+45% ). Παλαιότερα, οι εκτιμήσεις Αμερικανικών κεφαλαίων στην Ελλάδα ανέφεραν άνοδο έως και + 30%. Σύμφωνα με το παραπάνω σενάριο, η προκήρυξη εκλογών θα προκαλέσει απότομη άνοδο την οποία, όμως, θα ακολουθήσει μια απότομη πτώση, όταν ανακοινώσει μέτρα η νέα κυβέρνηση.

Σε διαφορετική περίπτωση, εάν όσα αποφασιστούν είναι αρνητικά για τις τράπεζες και δεν έχουμε εκλογές τότε η αγορά, αναμένεται να συνεχίσει την σημερινή τελματωμένη κατάσταση.

Επιπλέον, η πλευρά των short θεωρεί ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν διαθέτουν επαρκή κεφάλαια για να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια και θα εξαναγκαστούν σε νέα ανακεφαλαιοποίηση. Μάλιστα, δυο ημέρες πριν αναβάθμιση της Ελλάδας αύξησαν τα short σε δυο τράπεζες (Alpha – Εurobank), επανήλθαν σε Εθνική και διατήρησαν το ποσοστό στην Τράπεζα Πειραιώς. Ποιά είναι, όμως, αυτά που θα κριθούν τις επόμενες εβδομάδες.

Πρώτον, στα τέλη της ερχόμενης εβδομάδας, η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει αποφασίσει τι θα πράξει με το Νόμο Κατσέλη και κυρίως με το όριο προστασίας της πρώτης κατοικίας. Η ελληνική κυβέρνηση, δια του υπεύθυνου του των τραπεζών κ. Α. Φλαμπουράρη, βλέπει το Νόμο Κατσέλη, ως μια ευκαιρία για να κερδίσει το σκληροπυρηνικό κοινό της εν όψει εκλογών. Γι’ αυτό και επιλέγει μια άκαμπτη στάση προκειμένου να παραμείνει το όριο προστασίας κοντά στα 250 χιλ ευρώ (σ.σ 150 χιλ. ευρώ) ενώ ταυτόχρονα θα ανακοινωθεί το κυπριακό μοντέλο επιδότησης των στεγαστικών δανείων κατά το 1/3.

Από την πλευρά τους, οι δανειστές δεν θέλουν ούτε να ακούσουν αυτές τις πολιτικές ενώ σε περίπτωση μονομερούς ενέργειας θα αναφέρουν ως αρνητική εξέλιξη την απόφαση στην έκθεση των Θεσμών στις 27 Φεβρουαρίου.

Tην ίδια ώρα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κ. Δραγασάκης επιχείρησε να δραματοποιήσει την εικόνα αναφέροντας ότι «αν δεν κάνουμε τίποτα με τα κόκκινα δάνεια θα χρειαστεί νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών». Η αναφορά εξόργισε το Μέγαρο Μαξίμου και ο κ. Δραγασάκης αναγκάστηκε σε αναδίπλωση με νέες δηλώσεις του, όπου τόνιζε ότι δεν έκανε αναφορά σε ανακεφαλαιοποίηση. H σύγκρουση στο εσωτερικό της κυβέρνησης είναι εμφανής και είναι πιο μεγαλύτερη αν προσμετρηθεί και ο κ. Τσακαλώτος ο οποίος δεν επιθυμεί εμπλοκή με τις τράπεζες, καθώς φοβάται επιστροφή των υψηλών spreads, όπως μεταδίδουν κύκλοι προσκείμενοι σ αυτόν.

Συμπερασματικά, η απόφαση για το όριο είναι θολή αν και οι δανειστές επιμένουν σε μείωση του ορίου κάτω και από τις 100 χιλ. ευρώ και υιοθέτηση σκληρών μέτρων, όπως εξώσεις από τα σπίτια μέσα σε δυο μήνες. Όμως, το γεγονός, ότι η κυβέρνηση ασχολείται εσχάτως με το πρόβλημα των κόκκινων δανείων οδηγεί τους πάντες ότι επιδιώκει να μεταθέσει το πρόβλημα – με ό,τι σημαίνει αυτό- στην επόμενη διακυβέρνηση. Εφόσον αποφασιστεί μια σκληρή πολιτική αντιμετώπισης τότε το πολιτικό κόστος θα βαρύνει την επόμενη κυβέρνηση, άσχετα αν έχει το μικρότερο μερίδιο ευθύνης.

Δεύτερο σημείο στο οποίο ποντάρουν οι ξένοι επενδυτές είναι ποιό σχέδιο θα αποφασιστεί τελικά σχετικά με την μείωση των κόκκινων δανείων. Το σχέδιο του ΤΧΣ ή της Τράπεζας της Ελλάδος ή μια μεικτή προαιρετική λύση. Το σχέδιο της ΤτΕ προκαλεί πρόβλημα στα κεφάλαια στις τράπεζες έως 3 ποσοστιαίες μονάδες (300 μονάδες), ωστόσο εφόσον εφαρμοστεί ένα μεγάλο ποσό των κόκκινων δανείων 40 δισ. ευρώ θα μεταφερθεί εκτός των ισολογισμών, με αποτέλεσμα, όπως λένε μερικές τραπεζικές πηγές, το πρόβλημα των δανείων να μειωθεί στα μισά επίπεδα, απο τα 82 δις. ευρώ προβληματικά δάνεια. Ο αντίλογος σ αυτό το σημείο από τους επενδυτές των τραπεζών είναι ότι, «επένδυσαν στις ελληνικές τράπεζες προκειμένου να λάβουν αξία από τα προβληματικά δάνεια. Συνεπώς, πρέπει ένα μεγάλο μέρος των δανείων να παραμείνει εντός των ισολογισμών».

Τρίτο σημείο είναι στα μέσα Μαρτίου οι ελληνικές Τράπεζες θα ανακοινώσουν τα αποτελέσματα τους για το 2018. Όλες οι τράπεζες θα προχωρήσουν σε τηλεδιασκέψεις με αναλυτές – αν κι η διαδικασία αυτή δεν σταματά ποτέ- έτσι θα δημιουργηθεί μια πιο ευκρινής εικόνα στην αγορά για τις τράπεζες. Αν, όμως, τίποτε δεν έχει αποφασιστεί για το σχέδιο και περάσει η πρόταση της κυβέρνησης, τι θα πούνε οι τραπεζίτες στα conference calls;

Η κατάσταση θα είναι πιο ξεκάθαρη σε ό,τι αφορά το ύψος των «κόκκινων» δανείων, τις προβλέψεις που θα λάβουν και φυσικά τα κεφάλαιά τους.

Τέταρτο και ίσως σημαντικότερο στοιχείο για τους ξένους επενδυτές είναι ότι, μέχρι τα μέσα Μαρτίου θα ξεκαθαρίσει και η εικόνα για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών. Μια μερίδα ξένων επενδυτών πιστεύει ακράδαντα ότι η περίοδος Σεπτεμβρίου – Οκτωβρίου είναι μήνες πληρωμής φόρων (ΕΝΦΙΑ, εισόδημα) και γενικότερα περίοδος, όπου οι πολίτες αποφασίζουν για τα οικονομικά τους.

Συνεπώς, όπως προσθέτουν δεν μπορεί η σημερινή διακυβέρνηση του Σύριζα που διακρίνεται από τον τακτικισμό να επιλέξει ως χρόνο διεξαγωγής μαι περίοδο, όπου η οικονομία θα βαρύνει τις αποφάσεις των ψηφοφόρων. Εάν λοιπόν η κυβέρνηση επιλέξει μια έξοδος στις αγορές με νέο δεκαετές ομόλογο – όπως ήδη μεταδίδεται – τότε ο χρόνος των εκλογών μπορεί να έρχεται πιο κοντά, είτε μέσα στην άνοιξη του 2019, είτε αργότερα τον Ιούνιο, και αφού έχει προηγηθεί η σύγκριση της εξόδου στις αγορές