Με όρους επιστημονικούς ή γλωσσολογίας Μπαμπινιώτη ο ισχυρισμός ότι ο «παρωχημένος» δεν έχει καμία σχέση με την «αναθεώρηση» είναι απολύτως ορθός, αλλά με όρους πολιτικούς και εθνικούς είναι τουλάχιστον αφελής.

Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και πρώην υφυπουργός Παιδείας Αγγελος Συρίγος έχει αποδείξει ότι εκτός από άριστος καθηγητής είναι και οξυδερκής πολιτικός, γι’ αυτό προκαλεί εντύπωση η επιμονή του σε μια δήλωση, η οποία προδήλως συνιστά επική γκάφα. Το λιγότερο που έχει να κάνει είναι να σταματήσει την κοκορομαχία με τον Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος είναι λογικό να θέλει να αξιοποιήσει στον μέγιστο βαθμό το γλωσσικό ολίσθημα ενός βουλευτή της κυβερνητικής παράταξης, τώρα που η «ριζοσπαστική Αριστερά» μετεξελίσσεται υπό την ηγεσία του σε «πατριωτική Αριστερά» με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει. Και το περισσότερο που μπορεί να δηλώσει είναι «mea culpa», προσθέτοντας ότι αυτή η άποψη δεν αποτελεί και δεν μπορεί να αποτελέσει θέση αυτής ή άλλης κυβέρνησης στο μέλλον.

Ολοι γνωρίζουν ότι ο Ταγίπ Ερντογάν και η Τουρκία, γενικότερα, πολλές φορές έχουν θέσει ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης, που το περασμένο καλοκαίρι συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την υπογραφή της και η οποία, μεταξύ άλλων, καθορίζει τα σύνορα με την Ελλάδα, ενώ ρυθμίζει το θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη. Η Συνθήκη προφανώς ενοχλεί την Αγκυρα γιατί εμποδίζει τις διεκδικήσεις της σε βάρος της χώρας μας και την επεκτατική της πολιτική και κατοχυρώνει τη διεθνή νομιμότητα των πάγιων ελληνικών θέσεων. Η πιθανή αναθεώρησή της θα ισοδυναμούσε με το άνοιγμα μιας κερκόπορτας στα εθνικά μας συμφέροντα. Μόνο και μόνο η παραδοχή από την πλευρά μας ότι πολλά άρθρα της Συνθήκης (το 97% είπε ο Συρίγος!) είναι παρωχημένα προσφέρει μια θαυμάσια ευκαιρία στην Τουρκία να επανέλθει… δικαιωμένη στις πιέσεις της.

«Αφού το 97% είναι παρωχημένο, ελάτε να το αλλάξουμε», θα ισχυριστεί ο Ερντογάν, εφόσον κάτι τέτοιο υποστηρίζει και ο ίδιος. «Ελάτε να αναθεωρήσουμε αυτά που εμείς θέλουμε και αυτά που εσείς θεωρείτε παρωχημένα». Παράδειγμα, θα μας πουν, το 1923 η μειονότητα στη Θράκη μπορεί να ήταν θρησκευτική, τώρα εξελίχθηκε σε εθνική. Με άλλα λόγια, πάνω που προσπαθούμε να σβήσουμε τις φωτιές με την Τουρκία καταβάλλοντας υψηλό πολιτικό, διπλωματικό και κυρίως οικονομικό (λόγω των στρατιωτικών εξοπλισμών) τίμημα, θα ρίξουμε λάδι, ανοίγοντας νέα μέτωπα. Οταν το πουλόβερ αρχίζει να ξηλώνεται δεν σταματά πριν το τέλος.

Το επιχείρημα ότι θεωρούμε «παρωχημένες» τις διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάννης που αφορούν την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, γιατί δήθεν αναφέρονται στα όπλα της εποχής, ενώ σήμερα τα οπλικά συστήματα είναι πολύ πιο εξελιγμένα, είναι επίσης αστείο. Φιλοδοξούμε δηλαδή να δεχθούν οι Τούρκοι να εξοπλίζουμε τα νησιά μας νόμιμα τώρα που από τη Λήμνο μπορείς να ισοπεδώσεις την Αγκυρα; Προφανώς όχι.

Αρα για ποιο λόγο άνοιξε μια τέτοια συζήτηση που μόνο μειονεκτήματα έχει για τη χώρα μας; Και για ποιο λόγο επιμένει σε αυτή τη συζήτηση; Είναι εντελώς διαφορετικό θέμα η επιστημονική συζήτηση στο αμφιθέατρο ενός πανεπιστημίου από την εφαρμοσμένη εξωτερική πολιτική και μάλιστα σε ένα τόσο κρίσιμο για τη χώρα μας ζήτημα. Νομίζω ότι ποτέ στο παρελθόν και πουθενά στον κόσμο δεν έχει συμβεί μια συνθήκη που υπογράφηκε μετά από πόλεμο και καθορίζει τα σύνορα μιας χώρας να θεωρείται κατά 97% παρωχημένη και εμμέσως αλλά σαφώς να ανοίγει συζήτηση για την αναθεώρησή της. Η άποψη της κυβέρνησης, όπως διατυπώθηκε από τον εκπρόσωπό της, ότι «η Συνθήκη είναι το πιο στέρεο θεμέλιο που διευθετεί συνολικά τις σχέσεις της περιοχής», είναι η σωστή θέση. Οσο πιο γρήγορα κλείσει αυτή η συζήτηση τόσο το καλύτερο.