Η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών που ψηφίστηκε προχθές υλοποιεί τις προεκλογικές υποσχέσεις για αυξήσεις μισθών στον δημόσιο τομέα και για ελαφρύνσεις στα πιο αδύναμα οικονομικά κοινωνικά στρώματα. Προσφέρει επίσης ενισχύσεις για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Η αύξηση των μισθών είναι αναγκαία διότι ακόμη και σήμερα υπολείπονται σε αγοραστική δύναμη των αντίστοιχων προ της κρίσης αμοιβών. Η ελληνική κοινωνία πλήρωσε πολύ ακριβά την οικονομική κρίση και οι εργαζόμενοι σήκωσαν το μεγαλύτερο βάρος. Πολλές δουλειές χάθηκαν, οι μισθοί μειώθηκαν ακόμη και σε ονομαστικό επίπεδο πάνω από 10% και επί περισσότερο από δέκα χρόνια όλοι είχαν στριμωχτεί οικονομικά και δεν έβλεπαν προοπτικές. Καθώς η χώρα μπήκε σε ταχύ ρυθμό ανάπτυξης και τα δημόσια οικονομικά εξομαλύνθηκαν, η κυβέρνηση πολύ ορθώς αύξησε τους μισθούς. Ετσι αποκαθίστανται σε κάποιο βαθμό οι απώλειες και παίρνουν οι εργαζόμενοι ένα, έστω και μικρό, μερίδιο από την οικονομική ανάπτυξη.

Εφόσον τα δημόσια οικονομικά το επιτρέπουν και με την ελπίδα ότι δεν θα ξανακυλήσουμε σε ελλείμματα, οι αυξήσεις ήταν αναγκαίες και σωστές.
Υπάρχουν όμως δύο ζητήματα τα οποία σχετίζονται με τις αυξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων και την προσπάθεια της κυβέρνησης να ανακουφίσει τους πολίτες από τον πληθωρισμό. Το ένα αφορά τον ρόλο της αισχροκέρδειας και το δεύτερο τη βελτίωση των υπηρεσιών που προσφέρουν οι δημόσιοι υπάλληλοι που πήραν τώρα γενναίες αυξήσεις.

Αισχροκέρδεια

Η πολιτική της κυβέρνησης έρχεται να ανακουφίσει τους πολίτες από το βάρος της ακρίβειας, το οποίο όμως, δυστυχώς, δεν μπορεί να ελέγξει. Πολύ μεγάλο μέρος της οφείλεται στην αισχροκέρδεια και όχι στον πληθωρισμό, με πρόσχημα τον οποίο ο καθένας ανεβάζει τις τιμές όσο θέλει.

Οι τιμές διαμορφώνονται ελεύθερα από την προσφορά και τη ζήτηση και ο μόνος τρόπος να μειωθούν είναι ο υγιής ανταγωνισμός. Το καλοκαίρι, που το τουριστικό ρεύμα σαρώνει τα πάντα, οι τιμές ξεφεύγουν. Οχι μόνο στις ακραίες περιπτώσεις, π.χ. της Μυκόνου και άλλων τουριστικών περιοχών, αλλά παντού. Για παράδειγμα, σε γνωστό «ιστορικό» καφέ-ρεστοράν του κέντρου της Αθήνας ένα ποτήρι κρασί «Κτήμα Αλφα» χρεώνεται 14 ευρώ όταν η φιάλη στη λιανική, στο σούπερ μάρκετ, κοστίζει 11,40 ευρώ. Δηλαδή, πάνω από 500% κέρδος ανά φιάλη. Αφού οι πελάτες το πληρώνουν, ο επιχειρηματίας έχει δικαίωμα να το χρεώσει. Αλλού είναι πολύ φθηνότερο, ίσως ο ανταγωνισμός να τον προσγειώσει, ίσως όχι. Το ίδιο ισχύει στα δωμάτια, στις ταβέρνες, στα μπαρ. Ο καθένας ανεβάζει τις τιμές όσο τον παίρνει. Το κακό είναι ότι ήδη η Ελλάδα έχει αρχίσει να θεωρείται ακριβός προορισμός και μέσω των social media θα περάσει το μήνυμα ότι είμαστε άπληστοι και ότι βασιλεύει η αισχροκέρδεια, και θα το πληρώσουμε.

Και ενώ το κράτος δεν μπορεί να παρέμβει σε αυτές τις τιμές, σε άλλες μπορεί και δεν το κάνει. Για παράδειγμα, όπου υπάρχουν μονοπώλια ή ολιγοπώλια και καρτέλ. Από τις αεροπορικές και ακτοπλοϊκές εταιρείες, τις τηλεφωνίες, τις τράπεζες, τα καρτέλ βασιλεύουν και η κυβέρνηση είναι διστακτική. Αυτά, όμως, εκτός του ότι επιβαρύνουν υπέρμετρα τον καταναλωτή, τελικά σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις και την αγενή συμπεριφορά των κακομαθημένων καρτέλ πλήττουν και το τουριστικό προϊόν και την εικόνα της χώρας. Σε αυτά η κυβέρνηση μπορεί και πρέπει να παρέμβει.

Δημόσιοι υπάλληλοι

Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα που συνδέεται με τις αυξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, υπάρχει μια άλλη προσέγγιση η οποία δεν γίνεται ποτέ στην Ελλάδα, από κανένα κόμμα. Ολα τα κόμματα συμφωνούν με τις αυξήσεις των μισθών στο Δημόσιο -είναι μεγάλη η εκλογική πελατεία-, αλλά κανένα δεν απαιτεί καλύτερες υπηρεσίες από τους δημόσιους υπαλλήλους. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν σταθερή δουλειά που δεν κινδυνεύουν να τη χάσουν, παίρνουν τους υψηλότερους μισθούς συμπληρωμένους με επιδόματα για διάφορους λόγους, όλοι οι πολιτικοί και οι κυβερνήσεις τους έχουν στα όπα-όπα, και κανείς δεν τους ζητάει να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Αυτό εξαρτάται από το φιλότιμο του καθενός και τη διάθεσή του κάθε μέρα.

Το πρόβλημα με τους δημόσιους υπαλλήλους δεν είναι το πόσο πληρώνονται, αλλά το αν προσφέρουν στους πολίτες υπηρεσίες αντίστοιχου επιπέδου. Και δεν προσφέρουν συνήθως. Εφόσον λοιπόν τα πολιτικά κόμματα θέλουν να έχουν καλά αμειβόμενους δημόσιους υπαλλήλους και τους εξασφαλίζουν σταθερή ισόβια εργασία, τουλάχιστον ας απαιτήσουν κάποια ανταπόδοση προς τους φορολογουμένους και την κοινωνία.

Θα μου πείτε, αυτά είναι ψιλά γράμματα. Δεν είναι. Είναι η ουσία του προβλήματος, είναι η νοοτροπία που σκοτώνει τη βιώσιμη ανάπτυξη, είναι στο κάτω-κάτω της γραφής στοιχειώδης υποχρέωση του πολιτικού προσωπικού της χώρας. Καλό θα είναι λοιπόν, εκτός από τους πομπώδεις στόχους για μεγάλες επενδύσεις και επενδυτική βαθμίδα, να ασχοληθεί η κυβέρνηση και με τα βασικά. Αυτά καθορίζουν το μέλλον της χώρας και το επίπεδο ευημερίας και κοινωνικής συνοχής.