Ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρυ Τρούμαν είχε πει «όταν οι αγρότες ευημερούν, ευημερεί και η χώρα και όταν οι αγρότες έχουν προβλήματα, έχει προβλήματα και η χώρα».

Ο (άγιος;) Φεβρουάριος, λοιπόν, είναι εδώ και οι αγρότες επίσης, πιστοί στο άτυπο ραντεβού που κλείνουν -μόνοι τους- κάθε χρόνο. Πέραν του ραντεβού, ξέρετε, κλείνουν και δρόμους, επειδή συμβαίνει -σύμφωνα με τους ίδιους- ακριβώς αυτό: δεν ευημερούν.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, για ακόμη μια χρονιά, «οι αγρότες σε όλη την Ελλάδα ζεσταίνουν τις μηχανές τους» – σύμφωνα με το all time classic δημοσιογραφικό κλισέ.

Ήδη έχουν ξεκινήσει να πραγματοποιούν μπλόκα σε διάφορα σημεία της χώρας, διαμηνύοντας ότι τις επόμενες ημέρες οι κινητοποιήσεις θα ενταθούν.

Οι αγρότες, προς το παρόν, αποκλείουν συμβολικά κάποια κομμάτια από την εθνική οδό, ενώ απορρίπτουν τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, για κάλυψη του 80% της αύξησης στα τιμολόγια του ρεύματος για τους μήνες από Αύγουστο μέχρι Δεκέμβριο και τις μειώσεις ΦΠΑ σε ζωοτροφές και λιπάσματα.

Για άλλη μια χρονιά, λοιπόν, στο ίδιο έργο θεατές – όπως έχω γράψει και προηγούμενες χρονιές. Όχι μόνο στα μπλόκα, αλλά και στις συζητήσεις που αναπτύσσονται σχετικά, με τα ανάλογα επιχειρήματα. «Να θες να ταξιδέψεις για διάφορους λόγους -σημαντικούς κι ασήμαντους- και να σε σταματάνε οι αγρότες, με το έτσι θέλω. Ποιοι νομίζουν ότι είναι;». Ή, η άλλη πλευρά, «μα, δεν έχουν άλλον τρόπο να διαμαρτυρηθούν, τι να κάνουν κι αυτοί, έχουν οικονομικά προβλήματα».

Έτσι, πολλοί από τους πολίτες -καλά, εννοείται και η αντιπολίτευση- θα συντάσσονται με τη φωνή των αγροτών, απέναντι στο επιχείρημα «πολλοί από αυτούς είναι τεμπέληδες που θυμούνται κάθε Φλεβάρη να κάνουν μπλόκα, ενώ δεν θα μπορείς να πας οδικώς στον προορισμό σου».

Αμέσως μετά, θα πληθύνουν οι κλειστοί δρόμοι, θα μεγεθυνθεί ο αποκλεισμός της χώρας, ενώ όλο αυτό θα συνοδεύεται με όλες τις τσάμπα μαγκιές, οι οποίες υπάρχουν κάθε χρονιά, σαν έθιμο. Κάποιοι πολίτες θα ουρλιάζουν στις κάμερες «δεν μας αφήνουν να πάμε όπου θέλουμε, είναι φασιστικό αυτό», ενώ οι αγρότες θα επαναλαμβάνουν «δεν περνάει κανείς από εδώ, όποιος θέλει ας το προσπαθήσει».

Με φόντο ατελείωτες ουρές τρακτέρ στα τηλεοπτικά πλάνα θα ακουστούν στεντόρειες φωνές που «ξέρουν» πολλούς αγρότες οι οποίοι τόσα χρόνια καλλιεργούσαν τα «επιδοτήσιμα» από την Ευρωπαϊκή Ένωση και πως το υπόλοιπο διάστημα έπιναν εσπρέσο σε καφετέριες, ενώ τα βράδια κάποιοι άλλοι σκόρπαγαν «μεθυσμένα» λουλούδια σε σκυλάδικα.

Σε άλλο καρέ, από τη μία θα υπάρχουν αγρότες που θα φωνάζουν «ξέρεις πώς βγαίνει το βαμβάκι, με πόσες δυσκολίες, ρε;». Από την άλλη, αν δεν έχεις σχέση με αυτούς τους ανθρώπους και δεν μπορείς να φτάσεις στον προορισμό σου, προφανώς και δεν μπορείς να σκεφτείς πως σε αυτόν ο άνθρωπο που σου κλείνει τον δρόμο ίσως έχει καταστραφεί η σοδειά του, ότι μπορεί η τράπεζα να του κατασχέσει το τρακτέρ. Ότι, διάολε, θα μπορούσε να είναι ο πατέρας σου, ο θείος, ο αδερφός, ο συγχωριανός σου.

Όποια θέση και να παίρνεις, είτε συντάσσεσαι με τους αγρότες είτε δεν σε απασχολούν τα αιτήματά τους, μένει να δούμε το κατά πόσο αυτή η κυβέρνηση θα μπορέσει να δώσει λύση σε αυτούς τους ανθρώπους. Το άμεσο μέλλον θα δείξει το κατά πόσο θα μπορέσει το Μαξίμου να ανοίξει τους δρόμους, αφού οι αγρότες θα έχουν νιώσει δικαιωμένοι και θα αποσύρουν μόνοι τα τρακτέρ από τα μπλόκα.

Δεν ξέρω κατά πόσο όλη αυτή η άσκηση θα αποδειχτεί εύκολη, κυβερνητική υπόθεση – οι προηγούμενες χρονιές δεν αφήνουν γερές δόσεις αισιοδοξίας. Είμαι βέβαιος, όμως, πως το βαμβάκι είναι απαλό, αλλά όταν το ποτίσεις με οινόπνευμα και το ακουμπήσεις σε μια ανοιχτή πληγή, τσούζει πάρα πολύ.
Είτε οδηγείς τρακτέρ είτε είσαι αποκλεισμένος σε κάποιο μπλόκο…