Ιστορικά δεν θυμάμαι ποτέ -όσο γράφω- έναν νέο αρχηγό κόμματος με τόσο δυσμενή ποιοτικά χαρακτηριστικά σε έρευνες κοινής γνώμης, πλέον της πτώσης του ποσοστού του κόμματος που ηγείται. Οπως επίσης δεν θυμάμαι να υπάρχει αρχηγός που ψηφίστηκε από το κόμμα του πριν από δύο μήνες και σήμερα να μην τον θέλουν οι μισοί απ’ όσους δηλώνουν στη δημοσκόπηση ότι ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ. Και μη μου πείτε ότι είναι ένα γκάλοπ και όχι κάλπη, γιατί η απάντηση είναι ότι όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πλέον τα ίδια και επίσης εδώ και χρόνια πια οι πέντε μεγάλες εταιρείες ερευνών «πέφτουν μέσα» στις προβλέψεις τους σε αδρές γραμμές.

Ο κ. Κασσελάκης ξεκίνησε να λέει «ψηφίστε με γιατί εγώ μόνο κερδίζω τον Μητσοτάκη» και για την ώρα τον πέρασε και ο Ανδρουλάκης και μάλιστα σε χαμηλές πτήσεις (γύρω στο 14%) και με γεωμετρική πρόοδο μέχρι τα Χριστούγεννα πάει για να χάσει και από τον Κουτσούμπα. Σε μια ερώτηση της έρευνας «ποιον εμπιστεύεστε περισσότερο;» ο Μητσοτάκης -που παίζει μόνος του κι αυτό βέβαια δεν είναι καλό- έχει 40,3%, ο Ανδρουλάκης 8,5%, ο Κουτσούμπας 7,2% και ο Κασσελάκης παλεύει με τον Κυριάκο Βελόπουλο, 6,7% ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και 5,7% εκείνος της Ελληνικής Λύσης.

Φεύγουμε από αυτή τη διαπίστωση με μια παραπάνω από βέβαιη εκτίμηση ότι ο κ. Κασσελάκης δεν κάνει για αρχηγός τουλάχιστον του ΣΥΡΙΖΑ (τώρα για άλλο κόμμα δεν ξέρω) και όσο μένουν σε αυτόν -όποιοι μένουν- απλά θα ευτελίζονται και οι ίδιοι ως πολιτικές οντότητες μέρα με τη μέρα, άρα θα τους πάρει μαζί στα αζήτητα, όσους εξ αυτών δεν είναι ήδη από τις εκλογές του Ιουνίου. Το ερώτημα που έχει μεγάλο πολιτικό ενδιαφέρον βέβαια, με δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μάς τελείωσε, είναι αν μπορεί το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη να καταλάβει τον χώρο αυτό που αφήνει η πρώην αξιωματική αντιπολίτευση και σιγά-σιγά να χτίσει και πάλι μια κυβερνώσα παράταξη.

Η εικόνα δεν το δείχνει, αν και τα «μαθηματικά βγαίνουν», δηλαδή εφόσον εξαερώνεται ο ΣΥΡΙΖΑ, κάπου πρέπει να πάνε οι ψήφοι του. Για την ώρα, σύμφωνα πάντα με την έρευνα της Marc, το 9,1% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ πάει στο ΠΑΣΟΚ, αλλά και ένα 6,2% ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ γυρνάει στον ΣΥΡΙΖΑ, με αποτέλεσμα το ισοζύγιο να είναι μεν θετικό αλλά πολύ χαμηλό για τέτοια αναταραχή και ανατροπή στον ίδιο πολιτικό χώρο, σε αυτόν της Κεντροαριστεράς. Αντιθέτως, η Ν.Δ. συνεχίζει να παίρνει τους διπλάσιους απ’ ό,τι χάνει από το ΠΑΣΟΚ, όπως επίσης το ίδιο συμβαίνει και με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Επομένως, εφόσον αυτό δεν συμβαίνει αυτομάτως, δηλαδή οι ψήφοι του ΣΥΡΙΖΑ που φυλλορροεί δεν πάνε στον όμορο χώρο της Κεντροαριστεράς, αλλά κυρίως πάνε στο ΚΚΕ (9,2%), το ΠΑΣΟΚ και ο κ. Ανδρουλάκης θα πρέπει να «κάνουν κάτι» για να πείσουν τους πολίτες αυτούς ότι υπάρχει κι αυτή η επιλογή ή, καλύτερα, να τους πείσουν να επαναπατριστούν γιατί οι περισσότεροι εξ αυτών είναι βέβαιο ότι προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ ή έστω και μία φορά στο παρελθόν έχουν ψηφίσει το πάλαι ποτέ μεγάλο σοσιαλιστικό κόμμα.

Το ερώτημα είναι αν οι κινήσεις του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ και οι πρωτοβουλίες του θα προέρχονται μόνο από προγραμματικές συγκλίσεις ή, πιο απλά, θα προσεγγίσει στελέχη και βουλευτές που αποχωρούν ή θα αποχωρήσουν από τον ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να τα εντάξει στο ΠΑΣΟΚ ή να συνεργαστεί μαζί τους, όπως έκανε στο παρελθόν ο ΣΥΡΙΖΑ με τη ΔΗΜ.ΑΡ., με τον Θεοχαρόπουλο, με δεκάδες στελέχη του ΠΑΣΟΚ, για να καταλήξει σε έναν μεγάλο συνασπισμό κομμάτων και να πάρει την εξουσία. Σε κάθε περίπτωση, για το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά για τον αρχηγό του είναι η ώρα της δράσης, των κινήσεων και των πρωτοβουλιών προκειμένου να «πάρουν μέτρα» στο γήπεδο της Κεντροαριστεράς και να εδραιωθούν κατ’ αρχήν στη δεύτερη θέση.