Οι ανθρώπινες ζωές δεν επιστρέφουν όσα τρισεκατομμύρια να τυπώσουν οι Κεντρικές Τράπεζες ή να δώσουν οι κυβερνήσεις. Η Ελλάδα, ως ευρωπαϊκή χώρα αντιμετωπίζει κι αυτή την αδιαλλαξία των Γερμανών, αλλά την έχει αντιμετωπίσει -με βαρύ κόστος- επί δέκα χρόνια. Μπροστά στην επόμενη ημέρα, όμως, οι συνθήκες για την οικονομία διαμορφώνονται και από την εικόνα που έχουν οι διεθνείς
οίκοι.

Το IMF αποτύπωσε μια δυσμενή εικόνα με πτώση του ΑΕΠ 9%. Ακολούθησαν οι γνωστοί οίκοι Standard and Poors, η Moody΄s. Οι εκθέσεις αυτές κάνουν ζημιά στην οικονομία, στο χρηματιστήριο. Αν εξετάσει κανείς από κοντά τις αξιολογήσεις θα δει ότι, δεν είναι και το τέλος του κόσμου. Οι προοπτικές Πορτογαλίας – Ιταλίας είναι σταθερές και αρνητικές αντίστοιχα ενώ η βαθμολογία (BBB), δηλαδή τα ομόλογα έχουν επαρκή πιστοληπτική ικανότητα. Η Ελλάδα κατέχει αξιολόγηση ΒΒ-, δηλαδή τα ομόλογα είναι αξιόπιστα, αλλά ενέχουν μια κερδοσκοπία. Κάπως καλύτερα από την κορύφωση της κρίσης, και αυτό θα προσελκύσει κάποιους ξένους επενδυτές.

Όλες οι προβλέψεις, όμως, είναι μελλοντικές προβολές των μεγεθών και μοιάζουν μια «φωτογραφία» της στιγμής. Aπέναντι σ’ αυτά η συμπεριφορά των επενδυτών στο χρηματιστήριο, ξένων και Ελλήνων είναι ό,τι, συμβαίνει συνήθως στις αγορές. Τα θεωρούν χθεσινά, τιμολογημένα. Θεωρούν ότι θα υπάρξει αντίδραση και η οικονομία θα κάνει επανεκκίνηση. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι δεν είμαστε ούτε στο 2008 (χρηματοπιστωτική κρίση), ούτε στο 2015.

Συνεπώς και οι αποτιμήσεις των εταιρειών δεν μπορούν να επιστρέψουν σ’ αυτές τις χρονιές. Η ύφεση θα είναι σοβαρή, αλλά η οικονομία θα επανέλθει. Υπάρχει εμπιστοσύνη και όπως λέει ένας Δανός φιλόσοφος η “πίστη λάμπει στο σκοτάδι”. Αντίθετα ο σκοταδισμός και οι προσβολές έχουν αυξηθεί στην Ευρώπη, από Γερμανούς, Ολλανδούς κλπ.

Αρνούμενοι μια κοινή αντιμετώπιση στην Ευρώπη διακηρύσουν ότι, οι υπόλοιπες χώρες δεν πρόσεχαν τα δημόσια οικονομικά τους πριν την κρίση. Και τώρα δεν έχουν τον απαιτούμενο χώρο να κινηθούν. Επιβάλλουν το kurzarbeit στις επιχειρήσεις τους, δηλαδή λιγότερες ώρες
εργασίας με το κράτος να καταβάλλει έως το 87% των μισθών. Τις στηρίζουν, αλλά ο διεθνής ανταγωνισμός δεν είναι δεδομένος. Το Kurzarbeit στην Γερμανία μπορεί να επανέλθει για διαφορετικούς λόγους.