“Και τώρα κάτι εντελώς διαφορετικό,”που έλεγαν και οι θρυλικοί Μόντι Πάιθον. Μια δόση από Χέγκελ, μια σταγόνα από Μπρωντέλ, ένα ράντισμα από Γκιμπράν και έτοιμη η σως .
Ότι πρέπει για να ρεφάρει η σάλτσα το άδειο κυρίως πιάτο. Κοινώς, με τη χρήση παραπομπών να αντισταθμισθεί η ένδεια επιχειρημάτων.

Όλους τους παραπάνω επικαλέστηκε ο πρωθυπουργός στην διανθισμένη με τα ονόματα τους ομιλία του στην Βουλή για την Παιδεία. Αν δεν αφορά μόνο ένα προσωρινό λεκτικό φάλτσο, πρόκειται για επίπονο πνευματικό κατόρθωμα. Κάτι σαν χιπστερικός συνδυασμός σακακιού με χοντρές βάτες και ξύλινου παπιγιόν.

Δεν παντρεύονται, άλλωστε, εύκολα ο σημαντικός Γερμανός φιλόσοφος και εκπρόσωπος του γερμανικού ιδεαλισμού με το σπουδαιότερο Γάλλο ιστορικό της μεταπολεμικής περιόδου, και αυτοί με τη σειρά τους με τον ποιητή και φιλόσοφο , γνωστό στο παγκόσμιο κοινό ως ο “άνθρωπος από τον Λίβανο”.

Εξάλλου, η άσχετη επίκληση στην αυθεντία αποτελεί συνήθως χαρακτηριστικό τρικ για ένα καλό βαθμό στην έκθεση ιδεών του σχολείου. Σπανίως είναι χρήσιμο εργαλείο για την ανάπτυξη σύγχρονων ιδεών και τη τεκμηρίωση επίκαιρων επιχειρημάτων.

Από αυτήν άποψη ο μελετηρός, σε αποθηκευμένα ρητά πνευματικών προσωπικοτήτων, λογογράφος του πρωθυπουργού φανερώνει ένα στερεοτυπικό και παρελθοντοστραφή τρόπο σκέψης. Επιμένει σε εκείνη τη φάση της σπουδαιοφανούς εφηβείας όπου η άσκοπη παράθεση ενός καλλιεργημένου αποφθέγματος, με την εκάστοτε αναφορά στη πρωτότυπη πηγή, κερδίζει τις εντυπώσεις του κοινού.

Ατυχώς, τέτοια γνωμικά εκστομιζόμενα δημοσίως από το πρωθυπουργό φέρνουν στους κοινότοπους αφορισμούς από το ράφι του Κοέλιο που ποστάρονται στο facebook. Αντί να να “τα λένε” πιο σταράτα κι από τον επιθεωρητή Κάλαχαν , εμφανώς ανίσχυρα να ξεθολώσουν με δυνατά νοήματα το πνευματικό τοπίο γίνονται αντικείμενο τρολαρίσματος.
Ωστόσο η απλοϊκή, ακατέργαστη και εκφραστικά διακοσμητική αναφορά του επικεφαλή της κυβέρνησης στις επιλεγμένες ρήσεις στοχαστών σαν τους Χέγκελ, Μπρωντέλ και Γκιμπράν δεν συνιστά γείωση σε ένα πραγματιστικό προφίλ.

Αποτελεί εξίσου επιφανειακή, καρικατουρίστικη και κακοχωνεμένη ανάγνωση με εκείνη που θα παρέπεμπε στις επιγραμματικές επισημάνσεις ενός Μαρξ, ενός Χόμπσμπαουμ και ενός Μαγιακόφσκι. Διανοητών που υποτίθεται ότι μοιραζόταν, στα καλύτερα του χρόνια, κοινές ιδεολογικές αρχές, ιστορικές ρίζες και αξιακές ευαισθησίες.

Αναπόφευκτα, δίχως τον ενστερνισμό ενός συγκεκριμένου συστήματος γνωσιακών εργαλείων θα καταφεύγει διαρκώς σε μια κούφια και παραπλανητική ρητορική με φανταχτερό αξεσουάρ το φλύαρο τσιτάτο της στιγμής. Ενδεχομένως, χρήσιμο για τον ίδιο και τη κυβέρνηση του θα ήταν η τρέχουσα υιοθέτηση εκείνου του τσιτάτου του Λούντβιχ Βιτγκενστάιν που έλεγε: “Για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε, καλύτερα να μένουμε σιωπηλοί”.

Πολύ απλά γιατί τις αλλεπάλληλες αντικρουόμενες δηλώσεις των υπουργών και τις οβιδιακές μεταμορφώσεις των βουλευτών της πλειοψηφίας θα τις καλύπτουν, προσεχώς, με παροιμίες. Μόλις, φυσικά τελειώσουν όλα τα παραμύθια της Χαλιμάς