Υπάρχουν δύο ωραίες εκφράσεις που απεικονίζουν την πελατειακή λογική του ελληνικού κράτους. «Δώσε και μένα, μπάρμπα» και «φάτε πιείτε, μωρ’ αδέρφια». Είναι δύο εκφράσεις τεράστιας βαρύτητας κι ας μην τους φαίνεται, διότι σχετίζονται, η πρώτη, με τη γενικευμένη χρήση επιδομάτων και η δεύτερη με τα ρουσφέτια και την ευνοιοκρατία των κυβερνητικών «ημέτερων».
Αποδεικνύεται τώρα ότι το πελατειακό κράτος είναι πρόβλημα για όλους. Για τους πολίτες, για τους «πελάτες» και για την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση λειτουργεί πελατειακά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 75,9% των κοινωνικών παροχών στην Ελλάδα είναι επιδόματα. Δεν υπάρχει δηλαδή κοινωνικό κράτος, υπάρχει πελατειακό κράτος επιδομάτων. Σύμφωνα πάντα με τη Eurostat, η Ελλάδα και η Ιταλία είναι οι δυο χώρες που ασκούν κοινωνική πολιτική μέσω επιδομάτων αντί να φτιάχνουν υποδομές και να προσφέρουν υψηλού επιπέδου κράτος πρόνοιας και κοινωνικές υπηρεσίες.
Κι ενώ η κυβέρνηση θεωρεί ότι αγοράζει αφοσίωση και ψήφους δίνοντας επιδόματα, στην πραγματικότητα αυτοί που τα λαμβάνουν είναι δυσαρεστημένοι. Καμία αφοσίωση δεν έχουν στην κυβέρνηση, είναι διαρκώς παραπονούμενοι και με το μάτι άγρυπνο περιμένουν να δουν αν κάποιος από την αντιπολίτευση θα τους δώσει περισσότερα για να τον ψηφίσουν. Αυτό ισχύει φυσικά για κάθε κυβέρνηση, απλώς η σημερινή έχοντας άφθονα κοινοτικά κονδύλια, στηρίχτηκε συστηματικά στα επιδόματα.
Και ξαφνικά η δυσαρέσκεια των πολιτών εκτινάχθηκε στα ύψη, διότι τα επιδόματα δεν φτάνουν για να καλύψουν τις ζημίες από την ακρίβεια. Αντίθετα, εκμεταλλευόμενοι την αύξηση του εισοδήματος που προσέφεραν τα επιδόματα, οι άπληστοι ανέβασαν κι άλλο τις τιμές. Φυσικά έχουν κάθε άνεση να το κάνουν, αφού το κράτος όχι μόνο δεν τους ελέγχει, αντίθετα, έχει διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχει ανταγωνισμός για να απειλήσει τα καρτέλ που δρουν ανεξέλεγκτα.
Η έλλειψη ανταγωνισμού και η απουσία ελέγχων και ποινών οδήγησε στην κατάσταση της μη αντιμετωπίσιμης ακρίβειας και μεταφράζεται τώρα σε πολιτική δυσαρέσκεια.
Οι «πελάτες» της κυβέρνησης, δηλαδή οι ψηφοφόροι, δεν ικανοποιούνται πλέον με τα επιδόματα. Ενίοτε δε κάποιοι από τους ισχυρούς πελάτες, όπως είναι οι αγρότες, μετατρέπουν τη βουβή τους δυσαρέσκεια σε κραυγαλέα.
Οι αγρότες, σε αντίθεση με τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους, που διαμαρτύρονται μέσα από τα δόντια τους και περιμένουν τις εκλογές για να μαυρίσουν όποιον τους αγνόησε, έχουν τρόπο δράσης για να πιέσουν. Εχουν τρακτέρ, έχουν αρνιά και κατσίκια, έχουν γάλατα, λαχανικά και φρούτα. Και τα πετάνε στην εθνική οδό, φτιάχνουν μπλόκα, κλείνουν τους δρόμους και προκαλούν τεράστιο πρόβλημα σε όλους, αφού εμποδίζουν τις μετακινήσεις και φυσικά δημιουργούν πρόβλημα και στην κυβέρνηση η οποία καλείται κάτι να κάνει γι’ αυτό.
Οι αγρότες ζουν κυρίως με τις επιδοτήσεις των αγροτικών τους προϊόντων. Κάποιοι πονηροί ή «υπερτυχεροί» δηλώνουν μεγαλύτερες καλλιέργειες, μεγαλύτερα κοπάδια και παίρνουν μεγαλύτερες επιδοτήσεις από τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Ή μάλλον έπαιρναν, διότι ήρθε η Ρουμάνα εισαγγελέας και χάλασε το κόλπο που είχαν στήσει κουμπάροι και φίλοι υψηλά ιστάμενων. Και επειδή χάλασε το κόλπο, δεν δόθηκαν οι επιδοτήσεις σε κανέναν, δηλαδή ούτε στους χιλιάδες αγρότες που δήλωναν εντίμως τις σοδειές και τα κοπάδια τους και περίμεναν την επιδότηση. Δυστυχώς ο αγροτικός τομέας μόνο με επιδοτήσεις και στηρίξεις επιβιώνει, αφού δεν υπάρχει ούτε οργάνωση, ούτε συνεταιριστική αντίληψη, ούτε εξαγωγές, ούτε φυσικά καμία προστασία πέραν των επιδομάτων, από τις τιμές της ενέργειας, των λιπασμάτων, των ζωοτροφών, που πουλιούνται εδώ πολύ ακριβότερα απ’ ό,τι στο εξωτερικό, ελλείψει ανταγωνισμού και ελέγχων.
Εχουμε λοιπόν τους αγρότες έντονα δυσαρεστημένους, με βάσιμα επιχειρήματα για να αποδείξουν το δίκιο τους, να κλείνουν την εθνική οδό και να χαλάνε την ημέρα όλων των υπολοίπων.
Οι υπόλοιποι, όταν ερωτηθούν αν είναι υπέρ ή κατά των μπλόκων, θα είναι φυσικά τρελοί να απαντήσουν ότι είναι υπέρ, αφού οι ίδιοι ενοχλούνται και ταλαιπωρούνται. Ομως, από την άλλη μεριά, οι αγρότες ανταπαντούν ότι «μα δεν μας πληρώνει το κράτος αυτά που μας χρωστάει και αυτά που δικαιούμεθα» (τα δικαιούνται λόγω πελατειακού κράτους, αλλά πάντως τα δικαιούνται). Και κλείνουν τους δρόμους διότι δεν έχουν άλλο μέσο πίεσης, αφού, ούτως ή άλλως, όποιος δεν μπορεί να κάνει κάτι δυναμικό για να ακουστεί, δεν ακούγεται. Μπορούν λοιπόν και διαμαρτύρονται εντόνως, ενώ οι υπόλοιποι πνίγουν τον θυμό τους.
Φυσικά, αν η κυβέρνηση είχε επιλέξει να φτιάξει υποδομές, να ελέγξει την αγορά, να επιβάλει ποινές στα καρτέλ, να εξασφαλίσει τη λειτουργία του ελεύθερου ανταγωνισμού, αντί να δίνει επιδόματα (όπως εξηγεί η Eurostat), και αν απέφευγε τα κόλπα του ΟΠΕΚΕΠΕ που οδήγησαν στο μπλοκάρισμα των αγροτικών επιδοτήσεων για όλους, ίσως να μη χρειαζόταν ούτε οι αγρότες να κλείνουν τους δρόμους, ούτε οι υπόλοιποι να βασανίζονται. Αλλά δεν ήταν αυτή η επιλογή της κυβέρνησης, ήταν η παλιομοδίτικη επιδοματική πολιτική που κακομαθαίνει τους πολίτες-πελάτες, αλλά δίνει την ψευδαίσθηση της ισχύος στους κυβερνώντες που μοιράζουν χρήμα και ρουσφέτια στους δικούς τους.
Το πελατειακό κράτος, λοιπόν, με το οποίο πορευόμαστε από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, είναι η αιτία και της δυσαρέσκειας και των μπλόκων, αλλά και της ανόδου των λαϊκιστών στη Βουλή σήμερα και στις κυβερνήσεις μελλοντικά.
Αν αντί επιδομάτων είχε επιλεγεί μια σοβαρή μεταρρυθμιστική πολιτική, η χώρα θα ήταν πολύ καλύτερα απ’ ό,τι είναι σήμερα. Οταν όμως σπέρνεις επιδόματα και κάνεις χατίρια στους ημέτερους και στους κουμπάρους, κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, θα θερίσεις μπλόκα και δυσαρέσκεια.
Σχολίασε εδώ
Για να σχολιάσεις, χρησιμοποίησε ένα ψευδώνυμο.