Η πρόταση μομφής του ΠΑΣΟΚ κατά της κυβέρνησης, που υποστηρίχθηκε και από άλλα κόμματα, μπορεί να δημοσιοποίησε τις κυβερνητικές αστοχίες και να προκάλεσε κάποια μεγαλύτερη φθορά στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Μπορεί να πρόσφερε και κάποια οφέλη εν όψει των ευρωεκλογών στο ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να συσπείρωσε ψηφοφόρους και στα δύο αυτά κόμματα και να αφαίρεσε κάποιους από τους μετακινούμενους ψηφοφόρους της Ν.Δ.
Ομως δεν ανέτρεψε το πολιτικό σκηνικό και είναι πάρα πολύ αμφίβολο αν θα υπάρξει κάποια συνέχεια στην αντιπολιτευτική προσπάθεια, αν κρίνουμε από τη μέχρι σήμερα πορεία των αντιπολιτευόμενων κομμάτων.

Πολλοί πολιτικοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η πρόταση μομφής έγινε επειδή ο Ανδρουλάκης ανησυχεί για τη δημοσκοπική άνοδο του Κασσελάκη. Αλλοι θεωρούν ότι θα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα απ’ αυτό που επεδίωκε η αντιπολίτευση, ότι δηλαδή θα συσπειρώσει ψηφοφόρους της Ν.Δ., καθώς θα νιώθουν ότι δέχονται επίθεση. Θα δούμε τα αποτελέσματα που είχε η πρόταση μομφής σύντομα, στις επόμενες δημοσκοπήσεις, που δεν θα αργήσουν να έρθουν. Και στις ευρωεκλογές θα δούμε ποιος είναι ο αληθινός συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των κομμάτων.

Το ζήτημα όμως είναι ότι μέχρι στιγμής, ακόμη και με την πρόταση μομφής και με την αφύπνιση των πολιτικών αντανακλαστικών των ψηφοφόρων από τη συζήτηση στη Βουλή, η ισχύς της κυβέρνησης Μητσοτάκη παραμένει μεγαλύτερη από αυτή της αντιπολίτευσης και ότι ο μόνος που τον κερδίζει στις δημοσκοπήσεις, όπου ρωτάνε ποιος είναι ο καταλληλότερος για πρωθυπουργός, είναι ο Κανένας. Οι αρχηγοί του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκης και του ΣΥΡΙΖΑ Σ. Κασσελάκης δεν πλησιάζουν τη δημοτικότητα Μητσοτάκη, απέχουν δε πάρα πολύ από τον Κανένα.

Ο Κανένας εκπροσωπεί τους ψηφοφόρους που έχουν απαξιώσει όλα τα κόμματα και όλους τους πολιτικούς αρχηγούς. Εκπροσωπεί τους «αηδιασμένους» από την πολιτική ψηφοφόρους και φυσικά περιλαμβάνει την αποχή από τις εκλογές. Και είναι σήμερα η μεγαλύτερη πολιτική δύναμη. Ωστόσο, μια χώρα δεν μπορεί να κυβερνηθεί από τον Κανένα. Πρέπει να κυβερνηθεί από ένα κόμμα ή από έναν κυβερνητικό συνασπισμό κομμάτων. Κανένα κόμμα όμως δεν διαθέτει αυτή τη στιγμή την ισχύ για να αντικαταστήσει -όταν έρθει η ώρα- την κυβέρνηση του Μητσοτάκη. Ούτε καν ο συνασπισμός των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης μπορεί να κερδίσει τη Ν.Δ. στις εκλογές με βάση τα σημερινά ποσοστά.

Συνεπώς, ανεξαρτήτως της δυσαρέσκειας πολλών ψηφοφόρων, ανεξαρτήτως των αστοχιών και των λαθών της κυβέρνησης, ανεξαρτήτως του αν λύνει ή δεν λύνει τα προβλήματα των πολιτών, τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν πλησιάζουν καν τον στόχο τους.

Τι μπορεί να γίνει λοιπόν τώρα; Πώς θα αποκτήσει η χώρα μια εναλλακτική του Μητσοτάκη και της Ν.Δ. πολιτική επιλογή στις επόμενες εκλογές;
Σε καμία περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης δεν θα σηκωθεί να φύγει από την κυβέρνηση όπως του ζήτησε ο κ. Κασσελάκης με αλαζονικό τρόπο, δίνοντάς του μάλιστα προθεσμία 24 ωρών. Ούτε θα φύγει επειδή ο κ. Ανδρουλάκης δεν σταματάει να παραπονιέται για τις υποκλοπές.

Για να φύγει ο Μητσοτάκης -όπως επιθυμούν οι δύο πολιτικοί αρχηγοί- πρέπει να τον κερδίσουν στις εκλογές. Για να τον κερδίσουν στις εκλογές δεν αρκεί να φθαρεί ο ίδιος, πρέπει και εκείνοι να ανέβουν κερδίζοντας ψηφοφόρους. Για να ανέβουν κερδίζοντας ψηφοφόρους πρέπει να οργανώσουν τα κόμματά τους, να εντοπίσουν τα προβλήματα που απασχολούν τον κόσμο (βοήθεια από το κοινό: Ακρίβεια, Ασφάλεια, Υγεία, Παιδεία), να υποβάλλουν στην κρίση των ψηφοφόρων προτάσεις για την επίλυση αυτών των προβλημάτων, να παρουσιάσουν ικανά στελέχη τα οποία, αν και όταν κερδίσουν τις εκλογές, θα εφαρμόσουν τις πολιτικές τους. Ετσι θα κερδίσουν τους ψηφοφόρους.

Και όταν κερδίσουν τους ψηφοφόρους μπορούν να διεκδικήσουν την εξουσία από τον Μητσοτάκη, που στο μεταξύ μάλλον θα φθείρεται.
Δυστυχώς οι δύο διεκδικητές της εξουσίας δεν έχουν κάνει ακόμη τίποτε από αυτά. Και αν νομίζουν ότι τα έχουν κάνει, δεν τα έχουν κάνει επαρκώς.

Καλές λοιπόν οι αντιπολιτευτικές διεκδικήσεις, η μομφή ίσως τους έφερε κάποια οφέλη, ίσως συσπείρωσε κάποιους ψηφοφόρους, αλλά δεν αρκούν αυτά για να αποκτήσουμε εναλλακτική επιλογή εξουσίας. Χρειάζεται πολλή δουλειά από τα κόμματα της αντιπολίτευσης για να πείσουν τους ψηφοφόρους – ακόμη και τους δυσαρεστημένους από τον Μητσοτάκη.