Την περασμένη Κυριακή, όταν ο πρωθυπουργός ρωτήθηκε για την υπόθεση της παρακολούθησης του κινητού του κ. Ανδρουλάκη απάντησε από το βήμα της ΔΕΘ ότι «αυτό το πραγματικό σφάλμα» ήταν «βούτυρο στο ψωμί» του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, καθώς τον βοήθησε να πορευτεί σε μια γραμμή η οποία ήταν κατά την άποψή του προαποφασισμένη. Ο κ. Μητσοτάκης διακρίνει, όπως εξήγησε, μια γραμμή ρήξης με τη Νέα Δημοκρατία, παρότι το ΚΙΝΑΛ είχε συγκυβερνήσει με το κόμμα του πρωθυπουργού, ενώ πολλοί ψηφοφόροι του βλέπουν θετικά τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης.

Πράγματι στις περισσότερες δημοσκοπήσεις, με διακυμάνσεις από το 2019 μέχρι σήμερα, αρκετοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ συμφωνούν με κάποιες κυβερνητικές επιλογές. Πράγματι από την εκλογή νέας ηγεσίας στη Χαριλάου Τρικούπη περισσότεροι ψηφοφόροι (σε σχέση με τις εκλογικές της επιδόσεις το 2019) δείχνουν στα γκάλοπ ότι θέλουν να στηρίξουν  το νέο εγχείρημα, χωρίς ωστόσο να δίνουν δυναμική δεύτερου κόμματος στο ΠΑΣΟΚ. Πράγματι, το ΠΑΣΟΚ καταγράφει δημοσκοπικό διψήφιο ποσοστό- η ηγεσία και τα στελέχη του βλέπουν μια προοπτική εκλογής (περίπου) διπλάσιου αριθμού βουλευτών, ειδικά στην πρώτη Κυριακή με το σύστημα της απλής αναλογικής.

Έχει όμως ο κ. Ανδρουλάκης εξασφαλίσει «βούτυρο στο ψωμί του», ακόμη και αν με την -κατά την κυβέρνηση- «νόμιμη επισύνδεση» στράφηκαν οι «προβολείς» και το ενδιαφέρον των πολιτών στην εξέλιξη της υπόθεσης; Μπορεί ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ να πορεύεται με περισσότερες ευκαιρίες, αλλά δύσκολα το κόμμα του θα αποκτήσει όλα όσα «υπόσχεται» η συγκεκριμένη φράση. Όχι, δεν φαίνεται να έχει «βούτυρο στο ψωμί» του- υπό την έννοια ότι ουδέποτε η «προαποφασισμένη» γραμμή παρέπεμπε απλώς σε ρήξη με τη Νέα Δημοκρατία. Παρέπεμπε αρχικά στην απόφαση του πρόσφατου Συνεδρίου του κόμματος για αυτόνομη πορεία (μπορεί βέβαια να αλλάξει με νέο έκτακτο Συνέδριο, ακόμη και μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής, αλλά κάτι τέτοιο είναι απλώς ένα ακόμη σενάριο).

Ουδέποτε, ο κ. Ανδρουλάκης, οι βουλευτές και τα στελέχη του υποστήριξαν δημοσίως πολιτικές ρήξης με το ένα ή το άλλο κόμμα. Υποστήριξαν και υποστηρίζουν ότι διαθέτουν εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στους άλλους και φιλοδοξούν ότι θα συναντηθούν στην πορεία μέχρι τις κάλπες με περισσότερους εν δυνάμει συμμάχους από την κοινωνία. Υπάρχουν βέβαια  στο εσωτερικό του κόμματος, βουλευτές και στελέχη που βγάζουν φλύκταινες με την προοπτική συνεργασίας με το ένα ή το άλλο κόμμα- και δεν το κρύβουν, αντιθέτως το επισημαίνουν σε κάθε ευκαιρία.

Ουδέποτε πάντως οι της Χαριλάου Τρικούπη εμφάνισαν ως προαποφασισμένη γραμμή τη συμπόρευση με την κυβερνητική παράταξη την «επόμενη μέρα»- επιχείρησαν και επιχειρούν να προσεγγίσουν ευρύτερες δυνάμεις με την αυτόνομη παρουσία τους, γνωρίζοντας προφανώς ότι τα προεκλογικά σενάρια τα βλέπουν ενίοτε οι μετεκλογικές συνθήκες και γελούν. Η Νέα Δημοκρατία άλλωστε πορεύεται -και πριν και τώρα- με το σενάριο επιβεβαίωσης της αυτοδύναμης πορείας της και όταν «συζητά» για πιθανές συνεργασίες αναφέρεται κυρίως στην αξιοποίηση στελεχών στην κυβέρνηση από άλλους χώρους.

Ουδέποτε το ΠΑΣΟΚ έκανε λόγο για συνεργασία με την Κουμουνδούρου. Έκανε και κάνει σφοδρές επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ και σπεύδει κάθε φορά να υπενθυμίσει το κυβερνητικό παρελθόν του και την συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ. Ουδέποτε πήγε χέρι-χέρι το ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη κι αν «ταυτίζεται» η στάση των δύο αντιπολιτευτικών κομμάτων σχετικά με την καταψήφιση ενός νομοσχεδίου ή τροπολογίας στη βουλή. Ουδέποτε πρώην ή ο νυν αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, θέλησε να περάσει η εικόνα ότι …έδωσε τα χέρια με τον ΣΥΡΙΖΑ ή ότι έκλεισε το μάτι στη ΝΔ για μετεκλογικές συνεργασίες. Δύσκολη η προσπάθεια, καθώς  τα σενάρια ακούγονται, αναπαράγονται, αλλά και αξιολογούνται από τους πολίτες.

Σε κάθε περίπτωση, η νυν ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν έχει την «πολυτέλεια» να αισθάνεται ότι έχει αποκτήσει «βούτυρο στο ψωμί της». Έχει μπροστά της ελάχιστο χρόνο (μέχρι τις εκλογές) για να ανατρέψει τα λιγότερο θετικά ευρήματα των δημοσκοπήσεων, να δοκιμαστεί σε έναν αγώνα ταχύτητας αλλά και αντοχής και να πείσει με το «αφήγημά» της για τη δυνατότητα να «πρωταγωνιστήσει» στην μετεκλογική περίοδο. Έχει δίκιο ο κ. Ανδρουλάκης που δηλώνει -το έκανε και από το βήμα της ΔΕΘ- ότι είναι οι Έλληνες πολίτες που θα αποφασίσουν με την ψήφο τους στην κάλπη ποια κυβέρνηση θέλουν, ποιους εμπιστεύονται στο τιμόνι της χώρας, ποιους στέλνουν στην αντιπολιτευτική πτέρυγα και με ποια ποσοστά.

Το ΠΑΣΟΚ έχει μπροστά του ένα δύσκολο χειμώνα. Θα περάσει από πολλές «κρησάρες» πολιτών, που αναμένουν προτάσεις και λύσεις για την ενεργειακή ακρίβεια, για τη δύσβατη καθημερινότητα, για την εξέλιξη της δημοκρατίας και των θεσμών, για την οικονομική και την αναπτυξιακή προοπτική, για το μέλλον των παιδιών του. Σε όλα τα γκάλοπ οι ερωτώμενοι περιγράφουν και βάζουν στη σειρά τις προτεραιότητες, δείχνουν που το κάθε κόμμα θα χάσει ή θα κερδίσει το παιχνίδι.

Από τώρα και μέχρι τις εκλογές το ΠΑΣΟΚ πρέπει- για να αλλάξει όπως θέλει σταδιακά τους πολιτικούς συσχετισμούς- να εμφανίσει πανστρατιά ικανών στελεχών, ενισχυμένα και ανανεωμένα ψηφοδέλτια, στιβαρό πρόγραμμα και την πρόθεση να δώσει τη μάχη του συγκεκριμένου (μαζί με την μάχη για την διερεύνηση της υπόθεσης της παρακολούθησης του τηλεφώνου του αρχηγού). Πολύ απλά πρέπει να «πατήσει» πάνω στα διψήφια ποσοστά, να αξιοποιήσει την ευκαιρία και να προσεγγίσει (ταυτόχρονα και με επιτυχία)  ψηφοφόρους από τη Νέα Δημοκρατία, από τον ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως, κεντροαριστερούς και κεντρώους από τον «καναπέ». Δεν το λες και …βούτυρο στο ψωμί του Ανδρουλάκη…