Ο πόλεμος στην Ουκρανία που προκαλεί μεγάλα προβλήματα στις ευρωπαϊκές οικονομίες προσφέρει μια πολύ καλή ευκαιρία για αλλαγές στην Ευρωπαϊκή Ενωση με στόχο αφενός την ενίσχυση της συνοχής της και αφετέρου την αύξηση της ισχύος της στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.

Οι αλλαγές που πρέπει και είναι εφικτό να γίνουν τώρα, ενώ δεν μπορούσαν να γίνουν μέχρι σήμερα, αφορούν στον επανασχεδιασμό του Συμφώνου Σταθερότητας, στη θεσμοθέτηση του δανεισμού της Ε.Ε. με ευρωομόλογα για την κάλυψη αναγκών που προκαλούνται από κρίσεις, στη διαμόρφωση ενός μεγαλύτερου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και στη στρατιωτική ενίσχυση της Ε.Ε.

Οι σημερινοί συσχετισμοί δυνάμεων στο εσωτερικό της Ε.Ε. ευνοούν τις αλλαγές αυτές διότι η ισχύς της Γερμανίας και των δορυφόρων της στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη περιορίζεται εξαιτίας της εξάρτησής τους από το ρωσικό φυσικό αέριο, η ισχύς του ευρωπαϊκού Νότου αντίθετα ενισχύεται διότι αφενός δεν εξαρτάται από το ρωσικό αέριο, αφετέρου διαθέτει ολόκληρη τη στρατιωτική ισχύ της Ευρώπης και, τρίτον, επειδή αποδεικνύεται -όπως αποδείχθηκε και με τον κορωνοϊό- ότι το παλιό Σύμφωνο Σταθερότητας δεν μπορεί πλέον να αποτελεί ούτε πυξίδα, ούτε καν εφικτό στόχο για τις ευρωπαϊκές χώρες. Αν ο Μακρόν κερδίσει τις εκλογές στη Γαλλία μπορεί να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος του Νότου για την προώθηση αυτών των αλλαγών. Και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις από κορυφαίους Ελληνες συμμετέχοντες στα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα, η καγκελαρία Σολτς είναι πολύ πιο ανοικτή, λογική και συζητήσιμη σε σχέση με το δίδυμο Μέρκελ – Σόιμπλε. Συνεπώς, εκτιμούν ότι η προώθηση αυτών των αλλαγών είναι πλέον εφικτή. Επισημαίνουν επίσης ότι αν δεν προχωρήσουν οι αλλαγές αυτές, η Ευρώπη θα μετατραπεί σε έναν γεωπολιτικό παρία μετά τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Εναν παρία εξαρτημένο ενεργειακά και στρατιωτικά, ίσως και οικονομικά, από υπερδυνάμεις.

H Ευρώπη σηκώνει ένα τεράστιο οικονομικό βάρος λόγω πληθωρισμού και περιορισμού του ρυθμού ανάπτυξης. Δεν αποκλείεται πολλές ευρωπαϊκές χώρες να περάσουν από την ανάπτυξη στην ύφεση, μεταξύ αυτών πρώτη και καλύτερη η Γερμανία, της οποίας η ενεργειακή επιβίωση εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από το ρωσικό αέριο. Σταδιακά οι νατοϊκοί σύμμαχοι αυξάνουν τις κυρώσεις στη Ρωσία και δεν αποκλείεται σύντομα να συμπεριλάβουν και απαγορεύσεις εισαγωγών ενέργειας. Αν αυτό συμβεί, η γερμανική οικονομία θα υποστεί τεράστιο πλήγμα. Αντίθετα η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα δεν εξαρτώνται τόσο πολύ από το ρωσικό αέριο. Η Γαλλία έχει πυρηνικά εργοστάσια που της δίνουν ρεύμα, εισάγει, όπως και η Ιταλία και η Ισπανία, το φυσικό αέριο που χρειάζεται από τη Βόρεια Αφρική, η Ελλάδα έχει τους λιγνίτες και τα υδροηλεκτρικά που κάποια στιγμή θα καταφέρει να τα λειτουργήσει, η εξάρτηση του Νότου από τη Ρωσία είναι ελάχιστη. Αντίθετα των κεντροευρωπαϊκών χωρών, τεράστια. Στο παζάρι λοιπόν της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στο οποίο οι χώρες του Νότου ουσιαστικά δεν είχαν φωνή, τώρα στέκονται ισότιμα, αν όχι πάνω από τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και μπορούν να πιέσουν για τις αλλαγές που επί δεκαετίες η Γερμανία απέρριπτε.

Οι βασικές αλλαγές

Το Σύμφωνο Σταθερότητας, που καταργήθηκε με τον κορωνοϊό, πρέπει να αντικατασταθεί από ένα νέο που να είναι εφικτό για τις χώρες του Νότου, όχι όπως το προηγούμενο, που τους επέβαλε να γίνουν σαν τη Γερμανία. Η θεσμοθέτηση του δανεισμού μέσω ευρωομολόγων θα συμβάλει στη μείωση του κόστους δανεισμού των ευρωπαϊκών χωρών αλλά και στην άμεση αντιμετώπιση όλων των έκτακτων αναγκών. Το σημαντικότερο, δε, είναι ότι θα σταματήσει τη διαδικασία υπερχρέωσης των αδύναμων χωρών με δανειστές τους πλουσιότερους εταίρους τους. Αυτό θα ενισχύσει την ευρωπαϊκή συνοχή ενώ στην ίδια κατεύθυνση θα λειτουργήσει και η καθιέρωση ενός υπολογίσιμου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, ο οποίος θα καταρτίζεται από το Ecofin λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες και τις δυνατότητες όλων. Και έτσι το Ecofin θα μπορεί να επηρεάζει σε έναν βαθμό και τη δημοσιονομική πολιτική σε κάθε χώρα για να τις φέρνει στα μέτρα του αναθεωρημένου νέου Συμφώνου Σταθερότητας, αντί, όπως έγινε στην περίπτωση της Ελλάδας, να προσφεύγουν οι ευρωπαϊκές χώρες στο ΔΝΤ ή να εκβιάζονται από τους εταίρους – δανειστές.

Μέσω των ευρωομολόγων και του Προϋπολογισμού θα μπορούν, για παράδειγμα, να χρηματοδοτούνται σε ενιαία βάση όλες οι ανάγκες που προκύπτουν από έκτακτες εξελίξεις, όπως είναι οι πανδημίες και οι πόλεμοι, και φυσικά θα μπορούν να χρηματοδοτούνται οι αμυντικές δαπάνες για όλη την Ευρώπη αλλά και άλλες δαπάνες, π.χ., για τη μετάβαση στην πράσινη ανάπτυξη. Ετσι μπορεί να γίνει η Ευρώπη ανεξάρτητη ενεργειακά και στρατιωτικά -για αρχή- και στη συνέχεια να αυξήσει την ισχύ της στη γεωπολιτική σκακιέρα. Μέσω αυτών των οργάνων και διαδικασιών η Ευρώπη θα καταφέρει να ενοποιηθεί, πράγμα το οποίο εμπόδιζε μέχρι σήμερα η Γερμανία, που προτιμούσε οι υπόλοιπες χώρες να είναι υποχείριά της και έφτασε να εισάγει μέχρι πρότινος ρωσικό φυσικό αέριο φθηνά και να το μεταπουλά στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες με σημαντικό κέρδος. Μας άρεσε να μιλάμε για ενιαία Ευρώπη, αλλά δεν ήταν ενιαία διότι τα μέλη της τελικά δεν είχαν ισότιμες σχέσεις – πέραν της μιας ψήφου η καθεμία. Επί της ουσίας είχαμε και έχουμε μια «γερμανική» Ευρώπη – και αυτό μπορεί και πρέπει να αλλάξει τώρα.

Τέλος ο Ευρωπαϊκός Στρατός -αν υπάρξει- θα εξισορροπήσει κάποιες οικονομικές διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Οπως είναι προφανές, η Ελλάδα, π.χ., έχει τεράστιες ανάγκες χρημάτων για αμυντικές δαπάνες, ενώ το Βέλγιο ή η Ολλανδία καμία. Ωστόσο τα ελληνικά σύνορα είναι ευρωπαϊκά και πρέπει το κόστος διαφύλαξής τους να το μοιράζονται όλοι και όχι μόνον οι Ελληνες. Αν φανταστούμε μια ένωση των στρατών, του γαλλικού, του ιταλικού, του ισπανικού, του ελληνικού, σε ένα ευρωπαϊκό στρατιωτικό σύνολο με χρηματοδότηση από την Ε.Ε. μέσω ευρωομολόγων και όχι από τον Προϋπολογισμό και τα δάνεια κάθε χώρας ξεχωριστά, τότε και η ευρωπαϊκή συνοχή αυξάνεται και οι οικονομίες του Νότου ανασαίνουν και η γεωπολιτική ισχύς της Ενωμένης Ευρώπης μεγαλώνει. Σήμερα λοιπόν υπάρχει αυτή η ευκαιρία για ανανέωση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και ενίσχυση της συνοχής της και της θέσης της στον κόσμο και δεν πρέπει να χαθεί.