Το 2025, η παγκόσμια οικονομική σκηνή απέδειξε πως δεν είναι τόσο ζοφερή όσο πολλοί προέβλεπαν – και η χώρα μας αναδείχθηκε και πάλι ανάμεσα στους «πρωταθλητές». Σύμφωνα με το περιοδικό The Economist, στην ετήσια λίστα με τις καλύτερες οικονομίες του κόσμου, η Ελλάδα συνεχίζει να συγκαταλέγεται στις κορυφαίες, καταλαμβάνοντας την 6η θέση μαζί με την Τσεχία. Αυτό έρχεται ως συνέχεια μίας μεταμνημονιακής ανάκαμψης που σχεδιάστηκε με επενδύσεις, εξωστρέφεια και μεταρρυθμίσεις. Και, θεωρητικά, δείχνει ότι οι βάσεις είναι σταθερές.

Το «παραμύθι» όμως έχει και σκοτεινές σελίδες. Από τη μία, έχουμε πραγματικά θετικά στοιχεία: συγκρατημένο πληθωρισμό, άνοδο στις θέσεις εργασίας, βελτίωση του χρηματιστηρίου, θετικές αποδόσεις σε μετοχές τραπεζών και ενεργειακών εταιρειών. Από την άλλη όμως, στον δρόμο, πολλοί πολίτες παλεύουν να βγάλουν άκρη: τα νοικοκυριά αντιμετωπίζουν αυξημένα ενοίκια, ανεβασμένο κόστος ζωής, ακρίβεια σε είδη πρώτης ανάγκης, με το διαθέσιμο εισόδημα να μην επαρκεί.

Η σύγκρουση αυτή – ανάμεσα σε «μαθηματική» επιτυχία και βιωματική οικονομική πίεση – δημιουργεί οξύμωρα: η χώρα τιμάται στο εξωτερικό, ενώ μέσα στη γειτονιά κάποιοι δεν θα μπορούν να στρώσουν το χριστουγεννιάτικο τραπέζι ή δεν θα έχουν περιθώριο να κάνουν δώρα.
Η κοινωνική ανισότητα, η φτώχεια και ο εξανεμισμός της μεσαίας τάξης δεν «εμφανίζονται» στους οικονομικούς δείκτες της διεθνoύς κατάταξης. Ομως, είναι ορατά στις γειτονιές, στις ουρές των σούπερ μάρκετ, στα σπίτια με λογαριασμούς και ενοίκια. Ακόμα και αν η ανεργία υποχωρεί και τα στατιστικά δείχνουν βελτίωση, για όσους έχουν κακοπληρωμένες δουλειές, προσωρινές θέσεις ή έντονη αβεβαιότητα, το «ποιες θέσεις εργασίας» και «πόσο πληρώνομαι», αλλάζουν άρδην την εμπειρία ζωής, της καθημερινότητας.

Η ελληνική οικονομία μπορεί να αναγνωρίζεται διεθνώς για το σύνολο δεικτών – ανάπτυξη ΑΕΠ, σταθερότητα, ανακεφαλαιοποιήσεις – αλλά η αναγνώριση αυτή δεν αντιστοιχεί αναγκαστικά σε πραγματική ανακούφιση για τον πολίτη. Εν μέρει γιατί τα θετικά αποτελέσματα «φιλτράρονται» από χρέη, φορολογικές επιβαρύνσεις, υψηλό κόστος κατοικίας και ζωής, ανισότητες στην απασχόληση. Για να «κουμπώσουν» οι επιδόσεις με την ευημερία, χρειάζεται κάτι παραπάνω από αριθμητική επιτυχία: χρειάζεται κοινωνική δικαιοσύνη, κράτος που λειτουργεί, θεσμοί που προστατεύουν – και όχι μόνο μέτρα για μεγάλους δείκτες.

Κάπως έτσι, η κυβέρνηση δεν μπορεί να περιορίζεται σε δίκαιους πανηγυρισμούς και ρεκόρ δεικτών. Πρέπει να επικεντρωθεί στην καθημερινότητα του πολίτη: στη στέγη και τα ενοίκια, στις τιμές των τροφίμων, στην ενέργεια, στις μεταφορές, στην υγεία, στην παιδεία, στη Δικαιοσύνη.

Τα Χριστούγεννα του 2026 δεν πρέπει να βρουν οικογένειες να παλεύουν για ανθρώπινες γιορτές και τα παιδιά να στερηθούν τα δώρα. Πρέπει να νιώθουν πως έχουν έναν κοινωνικό ιστό υποστηρικτικό, ένα κράτος λειτουργικό, δικτύωση υπηρεσιών και προστασία για όλους. Και πάνω απ’ όλα: τάξη. Σε μια Ελλάδα όπου όποιος «γουστάρει» κλείνει δρόμο, επιτίθεται σε αστυνομικούς, καταστρέφει δημόσια περιουσία, υβρίζει και βιαιοπραγεί, αυτό δεν είναι Δημοκρατία. Είναι χάος. Η ελληνική κοινωνία αξίζει κράτος δικαίου, σεβασμό θεσμών και ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Μόνο έτσι θα σταματήσει να υπάρχει αυτό το παράδοξο: ζηλευτή οικονομική επιτυχία στον χάρτη και ανθρωπιστική κρίση στο πεζοδρόμιο.