Μέρα με τη μέρα και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, η Ευρώπη εισέρχεται και πάλι σε έναν ιδιότυπο Ψυχρό Πόλεμο με τη Ρωσία. Η Πολωνία καταγγέλλει δολιοφθορές των Ρώσων στο σιδηροδρομικό της δίκτυο, παραβιάσεις του εναέριου χώρου της με ρωσικά drones και προετοιμάζεται με εξοπλισμούς και εντατική εκπαίδευση στρατιωτικών για πόλεμο. Και όχι στα κρυφά αλλά με συνεχείς καταγγελίες προετοιμάζει τον λαό της για τα «επερχόμενα».

Το ίδιο και οι Γερμανοί που εξοπλίζονται, προσπαθούν να προσελκύσουν νέους στον Στρατό ακόμα και με σκέψεις για υποχρεωτική στράτευση, μετά από 80 χρόνια από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν διστάζουν μάλιστα να εκδίδουν και οδηγίες προς τους πολίτες, να ετοιμάσουν κιτ επιβίωσης με ξηρά τροφή και νερό! Την ίδια ώρα ο υπουργός της Αμυνάς τους, κάνει λόγο πως το καλοκαίρι που πέρασε ήταν το τελευταίο ειρηνικό, ενώ με κάθε ευκαιρία στρατιωτικοί και πολιτικοί κάνουν λόγο για έναν υβριδικό πόλεμο που είναι εν εξελίξει!

Και στο Ηνωμένο Βασίλειο όμως η κατάσταση εμφανίζει παρόμοια χαρακτηριστικά και υπερπροβάλλεται ο εξ Ανατολών κίνδυνος. Μόλις χθες είδαμε να κάνει τον γύρο του κόσμου η είδηση για κατασκοπευτικό ρωσικό σκάφος που έπλεε στα όρια των χωρικών υδάτων της και τύφλωνε με λέιζερ τα αεροσκάφη!

Θα αναρωτηθεί κανείς αν όλα αυτά είναι τόσο σοβαρά, αν όντως η Ρωσία ετοιμάζεται να επιτεθεί μετά την Ουκρανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή αν είναι ένα πρόσχημα για εσωτερική κατανάλωση. Δηλαδή, δημιουργία ενός κλίματος ανησυχίας και φόβου προκειμένου να προχωρήσουν χωρίς αντιδράσεις σε γιγάντια εξοπλιστικά προγράμματα για να θωρακιστεί η άμυνά τους. Κάτι που βεβαίως, επηρεάζει άμεσα τις κοινωνικές παροχές που είχαν συνηθίσει να απολαμβάνουν οι λαοί τους, όλα τα προηγούμενα χρόνια. Τότε που η άμυνα της Ευρώπης έναντι της Ρωσίας είχε ανατεθεί εργολαβικά στο ΝΑΤΟ και στις ΗΠΑ και οι Γερμανοί για παράδειγμα, ξόδευαν ελάχιστα σε εξοπλισμούς και είχαν στρατό μόνο για αγήματα! Η οικονομία τους μεγαλουργούσε (βοηθούντος και του φθηνού ρωσικού φυσικού αερίου που τους πρόσφερε ο Πούτιν) και οι πολίτες απολάμβαναν τις παροχές ενός πλούσιου κράτους. Όταν όμως κόπηκε το φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο και ακρίβυνε το κόστος της ενέργειας, εκδηλώθηκαν αμέσως οι επιπτώσεις στη βιομηχανική τους παραγωγή με αποτέλεσμα τα προϊόντα τους να μην είναι πλέον ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές, εξ ου και τα προβλήματα στην οικονομία που είναι πλέον εμφανή και ανησυχητικά.

Το τελικό κτύπημα όμως, το έδωσε ο Τραμπ που αρνείται πλέον να σηκώνει το βάρος της άμυνας της Ευρώπης εξωθώντας όλες τις χώρες να αυξήσουν τις δαπάνες των προϋπολογισμών τους, για αμυντικούς σκοπούς. Και τώρα τρέχουν όλοι ασθμαίνοντας να καλύψουν τα κενά σε εξοπλισμούς που είχαν δημιουργηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια τότε που οι πολεμικές βιομηχανίες της Ευρώπης παρήγαγαν όπλα τελευταίας τεχνολογίας που όμως τα πουλούσαν σε άλλες χώρες που αντιμετώπιζαν εξωτερικούς κινδύνους! Αυτή η απρόσμενη ανάγκη όμως, ανέκυψε εν μέσω μιας προϋφεσιακής και υφεσιακής κατάστασης στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, ενεργειακής κρίσης, ακρίβειας και πληθωρισμού.

Αλλά, τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια που αποφασίσθηκε να δαπανηθούν από τις χώρες της Ευρώπης για εξοπλισμούς, θα λείψουν από τους εθνικούς προϋπολογισμούς και κυρίως από τους πολίτες που περιμένουν αυξήσεις μισθών, συντάξεων και όλων των άλλων κοινωνικών παροχών. Μην ξεχνάμε βεβαίως πως η Ευρώπη δεκαετίες τώρα προσφέρει στους πολίτες της, τις υψηλότερες κοινωνικές παροχές στον πλανήτη.

Δεν αποκλείεται επομένως όλο αυτό το πολεμικό κλίμα να είναι δημιούργημα, προκειμένου οι πολίτες να αποδεχθούν τις περικοπές των παροχών, τις αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης και συρρίκνωση όλων των παραμέτρων που συμβάλλουν στο βιοτικό επίπεδο.
Οι Ευρωπαίοι λοιπόν καλούνται βιαίως, να αντιληφθούν πως η αμυντική θωράκιση έχει κόστος και για τους ίδιους. Κι ίσως τώρα να καταλάβουν κι εμάς που είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε επί δεκαετίες ξοδεύοντας υψηλά ποσοστά από τον προϋπολογισμό μας για αμυντικές δαπάνες, έχοντας δίπλα μας έναν απρόβλεπτο γείτονα που κάθε τόσο προβάλλει αναθεωρητικά σχέδια που επιβουλεύονται την εθνική μας κυριαρχία.

Όπως κα να ‘χει, αυτό που είναι πλέον αυταπόδεικτο είναι πως οι μέρες και τα χρόνια της «ξεγνοιασιάς» και της διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης έχουν πλέον τελειώσει και οι Ευρωπαίοι πρέπει να αποδεχθούν το κόστος της γνωστή θεωρίας, πως «όποιος θέλει την ειρήνη, πρέπει διαρκώς να προετοιμάζεται για πόλεμο».