Προχθές, ο πρωθυπουργός συγκάλεσε σύσκεψη της κυβέρνησης για να λύσει το θέμα του τίτλου σπουδών των καλλιτεχνών, το επίπεδο σπουδών των οποίων είχε υποβιβαστεί σε «απόφοιτος Λυκείου» ανεξαρτήτως των σπουδών που είχε κάνει ο καθένας τους, εδώ ή στο εξωτερικό. Το επίπεδο του τίτλου αυτού αφορά μόνο όσους καλλιτέχνες θέλουν να προσληφθούν σε διοικητικές θέσεις στο Δημόσιο, αλλά έθιξε τους πάντες -και δικαίως- διότι οι άνθρωποι σπούδασαν και κόπιασαν πολύ και δεν τους αρέσει να ισοπεδώνονται προς τα κάτω ως απλοί απόφοιτοι Λυκείου αφού έχουν σπουδάσει.

Το πρόβλημα λύθηκε στη σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό. Ήταν ανάγκη όμως να γίνει έτσι; Ήταν ανάγκη να παραιτηθούν οι διευθυντές των θεάτρων, να γίνουν καταλήψεις και διαδηλώσεις, να κινητοποιηθούν όλοι οι φιλότεχνοι στα social media, να δημιουργηθεί ο κίνδυνος ενός μεγάλου πολιτικού κόστους για την κυβέρνηση για να λυθεί το θέμα; Πιθανόν να μη γίνεται αλλιώς σε αυτή τη χώρα. Πιθανόν, ο μόνος δρόμος διεκδίκησης στην Ελλάδα να είναι η κατάληψη, η διαδήλωση, η απειλή, ο εκβιασμός του πολιτικού κόσμου με μαύρισμα στις εκλογές, αλλιώς ουδείς ασχολείται και ουδείς νοιάζεται.

Το ζήτημα που είχε δημιουργηθεί με τους καλλιτέχνες ήταν ζήτημα γραφειοκρατίας. Υπήρξε επειδή η ελληνική γραφειοκρατία αρνείται να ξεκολλήσει από τις πεπαλαιωμένες -και κυρίως από τις συντεχνιακές– αντιλήψεις της. Δεν είναι τυχαίο ότι δεν αναγνωρίζεται στην Ελλάδα κανένα πτυχίο ξένου πανεπιστημίου των οποίων οι σπουδές διαρκούν τρία χρόνια (στην Ελλάδα 4). Δεν είναι τυχαίο το ότι δεν επιτρέπονται τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, ούτε αναγνωρίζεται από το Δημόσιο κανένα πτυχίο μη ελληνικού ΑΕΙ ή κρατικού εκπαιδευτικού ιδρύματος για πρόσληψη στο Δημόσιο. Κανένα εμπόδιο που έχει βάλει το κράτος στη ζωή των Ελλήνων δεν είναι τυχαίο. Όλα αποσκοπούν στον έλεγχο κάθε πτυχής της ζωής από τη γραφειοκρατία του Δημοσίου. Ούτε είναι τυχαίο κανένα από τα «λάθη» που γίνονται διαρκώς στους καινούριους νόμους που φτιάχνονται και μόνο περιπλέκουν και ποτέ δεν επιλύουν τα προβλήματα. Όλα πρέπει να είναι δύσκολα και εξαιρετικά περίπλοκα ώστε να χρειάζεται πάντα η παρέμβαση της «υπηρεσίας» για να γίνει οτιδήποτε. Και η «υπηρεσία» έχει τις απαιτήσεις της από τους πολίτες για να ερμηνεύσει και να απλοποιήσει την κατάσταση ώστε να λυθεί το πρόβλημά τους.

Το πελατειακό κράτος ζει και βασιλεύει και αυτό δεν μπορεί να αλλάξει όπως καθημερινά αποδεικνύεται.

Φτάνουμε λοιπόν στη στιγμή που χρειάζεται ο ίδιος ο πρωθυπουργός να αποφασίσει για την αξία των καλλιτεχνικών σπουδών, και μόνο υπό την πίεση που προκαλούν στην κυβέρνηση οι επερχόμενες εκλογές.

Το ίδιο συμβαίνει και στα οικονομικά. Ο πολύ πετυχημένος -κρίνοντας εκ του αποτελέσματος- υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας δεν έχει βαρεθεί να επαναλαμβάνει διαρκώς ότι «έχει δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος». Αυτό σημαίνει ότι το Δημόσιο έχει λεφτά στην άκρη και δυνατότητα να στηρίξει τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Και πρέπει να το κάνει και το κάνει. «Προεκλογικές παροχές» χαρακτηρίζονται όλα αυτά από τους διαμαρτυρόμενους. Και είναι φυσικά, αλλά παροχές που πρέπει να γίνουν και καλώς γίνονται. Το πιο εντυπωσιακό, δε, είναι ότι παρά τις συνεχείς παροχές, ο προϋπολογισμός, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών, παρουσιάζει πρωτογενές πλεόνασμα 2,76 δισ. ευρώ. Συνεπώς υπάρχουν και επιπλέον περιθώρια και καλά θα κάνει η κυβέρνηση να τα χρησιμοποιήσει για στηρίξεις διότι αυτές τελικά είναι που βοηθάνε και τον ρυθμό ανάπτυξης. Το γεγονός ότι όλα αυτά γίνονται προεκλογικά δεν ξενίζει, στην Ελλάδα είμαστε, οι κυβερνήσεις εξαγοράζουν τους ψηφοφόρους με μετρητά και η αντιπολίτευση υπόσχεται ότι αν εκλεγεί στη θέση της κυβέρνησης, θα τους πληρώσει καλύτερα. Και οι δύο προεκλογικές παροχές κάνουν, η κυβέρνηση με μετρητά, η αντιπολίτευση με υποσχετικές για περισσότερα μετρητά.

Το θέμα όμως είναι ποιος κάνει μεταρρυθμίσεις που θα διορθώνουν τα προβλήματα σε μακροχρόνια βάση. Έτσι ώστε να μη χρειάζεται να αποφασίζει ο εκάστοτε πρωθυπουργός προσωπικά για να λύσει τα προβλήματα όταν φτάνουν στο πεζοδρόμιο.

Πάρτε για παράδειγμα -λόγω επικαιρότητας- και το θέμα των κόκκινων δανείων και των πλειστηριασμών. Είχε μαλλιάσει η γλώσσα του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα να φτιαχτεί μια bad bank για να αναλάβει τα κόκκινα δάνεια αντί να μπλέξουμε με το σχέδιο «Ηρακλής», τους servicers και τα ξένα funds. Και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και η κυβέρνηση της Ν.Δ. απέρριψαν την πρόταση της Τραπέζης της Ελλάδος και… μπλέξαμε. Και φτάσαμε στον Άρειο Πάγο με ένα ψευδεπίγραφο ερώτημα που ήταν αν επιτρέπεται να κάνουν πλειστηριασμούς οι servicers ή αν θα πρέπει να τους κάνουν τα ίδια τα funds. Σιγά το ερώτημα και σιγά την απάντηση. Δεν είναι εκεί το ζήτημα. Το ζήτημα είναι ότι πάλι μπλέξαμε από αστοχίες που ενδεχομένως δεν έγιναν καθόλου «κατά λάθος», αλλά εντελώς επίτηδες. Διότι έτσι λειτουργεί η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα. Έτσι λειτουργεί η γραφειοκρατία, έτσι λειτουργεί ο εγχώριος πολιτικός κόσμος.

Το ότι χρειάζεται λοιπόν σοβαρή διοικητική μεταρρύθμιση η χώρα είναι πέραν κάθε αμφιβολίας. Δυστυχώς, όμως, το ότι δεν θα την κάνει ποτέ, κανένα κόμμα, είναι πέραν κάθε βεβαιότητας.