Η σάτιρα – η άγρια όμως και αδίστακτη σάτιρα για όσα συμβαίνουν στη χώρα – είναι ίσως το μοναδικό καταφύγιο αυτών των εποχών. Γιατί η σάτιρα επιτρέπει να λέγονται πράγματα, που δεν νοείται να λεχθούν με συμβατικά μέσα και τρόπους.

Η σάτιρα, η πνευματώδης, εύστοχη και ευρηματική σάτιρα, αγαλλιάζει την ψυχή και ηρεμεί το μυαλό. Μπορεί και μιλά για λογαριασμό εκείνων που δεν μπορούν να φωνάξουν, να εκφράσουν όσα νιώθουν και πιστεύουν.

Κι όμως μέσα από σατιρικές εκπομπές, που είναι κατά βάση βαθιά πολιτικές και κοινωνικές, λέγονται και ακούγονται – εν τέλει φωτίζονται και αναδεικνύονται – πράγματα που δεν θα ειπωθούν αλλού.

Όταν οι πιο πολλοί πνίγονται από αυτά που βλέπουν και ακούνε – από τα success story έως τα φληναφήματα περί πολιτικής σταθερότητας την ώρα που η κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα έχει γίνει απέραντη κινούμενη άμμος για τους αδύναμους  – και κυρίως ζουν στις εφιαλτικές συνθήκες που έφτιαξαν τα μνημόνια, οι τρόικες και τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα στη χώρα, έχουν ανάγκη από λίγο «καθαρό αέρα». Δηλαδή να ακουστούν επιτέλους οι κραυγές τους, να νιώσουν ότι κάποιοι αφουγκράζονται τη χειμαζόμενη και εξαπατημένη κοινωνία.

Η σάτιρα λοιπόν μπορεί συχνά ή μάλλον όλο και πιο πυκνά, να είναι αποτελεσματικότερη κι από τις πολιτικές φωνές. Και δεν έχει σημασία αν κάποιοι την ερμηνεύουν ή τη χαρακτηρίζουν ως στρατευμένη. Ειδικά σε περιόδους κρίσης η τέχνη και ειδικά η σάτιρα περισσότερο από κάθε άλλη έκφανσή της, ήταν ασφαλώς πολιτικοποιημένη και στρατευμένη στους κοινωνικούς αγώνες.

Μέσα από αυτό το πρίσμα χάρηκα τις τελευταίες εκπομπές και συνεντεύξεις  του Λάκη Λαζόπουλου, με αυτές τις σκέψεις απόλαυσα τις ατάκες του Τζίμη Πανούση. Ακόμα κι όταν δεν συμφωνούσα ολοκληρωτικά με την άποψή τους.

Και μόνο που ο Λαζόπουλος εντόπισε με μοναδική ευστοχία την ταύτιση των  απόψεων του «δεξιού» Άδωνι Γεωργιάδη και του «κεντροαριστερού» Σταύρου Θεοδωράκη για το πόσο άσχημο και… εγκληματικό είναι να αποκατασταθούν κάπως οι μισθοί των εργαζομένων – επειδή θα πάνε να ψωνίσουν εισαγόμενα τρόφιμα ή θα αγοράσουν βενζίνη, που επίσης μας έρχεται εισαγόμενη!!! – φάνηκε το δούλεμα που μας κάνουν όλοι οι φανεροί και κρυφοί θιασώτες των μνημονιακών πολιτικών και της τρόικας.

Όσο για τον Τζίμη Πανούση, επιτέλους κάποιος μίλησε για τον Σταύρο Θοεδωράκη, χωρίς βαμβάκι στο στόμα – κάτι που έκανε βέβαια και ο Λαζόπουλος. Αλλά ο Τζίμης είχε να αποκαλύψει ότι ο νεόκοπος σωτήρας της χώρας, τον είχε λογοκρίνει ως δημοσιογράφος χρόνια πριν, για χάρη ισχυρών εκδοτών, για τους οποίους εργάστηκε επί χρόνια. «Ο Σταύρος δεν πάει ούτε στο περίπτερο τζάμπα» ήταν η ατάκα της χρονιάς, ενώ η αντιμετώπιση που επιφύλαξε στο ΚΚΕ, το οποίο θεωρεί κατεξοχήν συστημικό κόμμα, ήταν το καλύτερο «σχόλιο» στο χειροκρότημα που έριξαν οι βουλευτές της ΝΔ στην Αλέκα Παπαρήγα, όταν αυτή επιτίθονταν στον ΣΥΡΙΖΑ από βήματος της Βουλής προ ημερών.

Παρεμπιπτόντως ωραίο ήταν – και το εννοώ – και το άλλο του Τζίμη, ότι… «οι Φραγκολεβαντίνοι θα φοβηθούνε από την «κοφτερή ανατολή», στα αγγλικά «sharp east» δηλαδή «Σαρπιστ», που αν το διαβάσεις ανάποδα είναι “Τσίπρας”»!!! Είπαμε η σάτιρα οφείλει να είναι αδίστακτη – ειδικά με το «ψάξιμο» που κάνει ο Τσίπρας για συμβιβαστικές φόρμουλες με τους δανειστές.

Όπως και να έχει, Λάκης Λαζόπουλος και Τζίμης Πανούσης δίνουν νόημα στην σάτιρα ως τέχνη που άκμασε, με τον τρόπο που άκμασε, στην αρχαία Ελλάδα… Και μόνο οι… ενοχλήσεις που προκαλούν σε πολλούς της εξουσίας, επιβεβαιώνει την αξία τους.