Δεν είναι η ταλαιπωρία του κόσμου, ο καταλυτικός παράγοντας, που κάνει το μεγαλόπνοο αυτό έργο να φαντάζει μία περιπέτεια δίχως (καλό) τέλος. Είναι κυρίως ότι επιχειρείται μία τόσο θεαματική παρέμβαση στην πόλη, χωρίς κανένας από πού, πώς και γιατί γίνονται στα πράγματα στη δήμο της Αθήνας, όπως γίνονται. Χωρίς σοβαρή προετοιμασία, χωρίς δημόσια διαβούλευση, χωρίς συντονισμό με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες, χωρίς επαρκείς μελέτες, χωρίς ενημέρωση των πολιτών, που κατοικούν, εργάζονται ή απλώς επισκέπτονται την πόλη. Ξαφνικά έπεσε μία ιδέα σε ένα τραπέζι και περίπου την επόμενη ημέρα προέκυψε ένα περίεργο πράγμα, για το οποίο δεν καταλαβαίνει κανείς βασικά πράγματα: Πώς θα λειτουργήσει, τι θα συμβεί με όλους όσοι κινούνται στην πόλη, τι θα γίνει με τα αυτοκίνητα, πόσο κοστίζει, ποιος το κάνει και ένα σωρό άλλα.

Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Πρώτη φαεινή ιδέα του κ. Μπακογιάννη ήταν εκείνα τα απίθανα λαμπιόνια σαν αντικουνουπικά, που είχαν κρεμαστεί στην πόλη χριστουγεννιάτικα και όλοι ψάχνανε τον υπεύθυνο – εμπνευστή και βρήκαν κάτι ιδιώτες χορηγούς, λέει, που τους είχε βρει νωρίτερα ο δήμαρχος και όλοι μαζί είχαν αποφασίσει να τη «βρουν» σε βάρος. Τελικά, του καλού γούστου.

Μετά ήρθε η Πρωτοψάλτη με το καμιόνι. Καλή ιδέα κι ακόμα καλύτερη η Άλκηστις, για να το ξεκαθαρίσουμε, αλλά όταν μία τέτοια εκδήλωση ξεκινάει να γίνει για το κουράγιο στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό (το οποίο το ξέχασαν οι κυβερνώντες στη συνέχεια, αλλά αυτό είναι άλλη συζήτηση) και μετά εξελίσσεται σε πολιτική φιέστα, φέρεις ευθύνη. Αν δεν μπορείς να προστατέψεις τη σημασία της και το νόημά της, καλύτερα να μην την κάνεις.

Αργότερα ήρθε ο συνωστισμός με τα εγκαίνια στην Ομόνοια. Ήτοι ο εξευτελισμός των οδηγιών που έδιναν ο Χαρδαλιάς και ο Τσιόδρας για τις «αποστάσεις», αλλά και ο διασυρμός της κυβέρνησης, που κυνηγούσε και έδερνε τους νεολαίους στις πλατείες, αλλά έκανε το κορόιδο στα σαλιαρίσματα επισήμων και επηρμένων μπροστά στο σιντριβάνι, αλα Bellagio.

Και τώρα ήρθε ο «μεγάλος περίπατος» για να εκθέσει ακόμη μία φορά τον τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τα θέματα η δημοτική αρχή της Αθήνας.

Ο δήμαρχος έχει επιλέξει να διοικήσει την πόλη με ένα τρόπο, που μοιάζει νεωτερικός, αποφασιστικός και με τη συνδρομή ιδιωτών, αλλά στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα μοντέλο υπερσυγκέντρωσης εξουσιών και προσωποκεντρικών μεθόδων. Μεγαλοϊδεατισμών, υπερφίαλων πραγμάτων, αλαζονικών συμπεριφορών. Σαν να είναι όλα υποταγμένα στην οικοδόμηση του πολιτικού του προφίλ. Σαν να είναι η «πόλη του», που απλώς χρησιμοποιείται ως διαβατήριο για τα «παραπάνω». Θεμιτές οι φιλοδοξίες, αλλά η Αθήνα τι φταίει;