Ας επιχειρήσουμε, αφού πέρασε και ο δεύτερος γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών, μία πιο ψύχραιμη αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος (και για την ευρωβουλή).
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε πανηγυρικά σε όλες τις κάλπες που στήθηκαν αυτές τις δύο Κυριακές για δύο βασικές αιτίες. Μία τακτικού χαρακτήρα και μία, που αφορά στη συνολική στρατηγική του.

Το τακτικό λάθος, που έκανε ήταν ότι δεν διενήργησε πριν ή έστω ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές τις εθνικές εκλογές. Αυτό επέτρεψε στον Μητσοτάκη να επιβάλλει ως κυρίαρχα τα δικά του διλήμματα και να προσδιορίσει το γήπεδο της σύγκρουσης. Ο Τσίπρας πίστευε ότι οι ευρωεκλογές θα ήταν μία χαλαρή μάχη και πήγε με τα πέδιλα – αποδείχθηκε ότι χρειάζονταν αρβύλες.

Το μεγαλύτερο όμως λάθος, η βαθύτερη αιτία της ήττας, στα όρια της συντριβής, που υπονομεύει εξ ορισμού και την προετοιμασία του για τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου, είναι ότι έχει παραμείνει στη λογική, τη φυσιογνωμία, την αντίληψη και τη ρητορική με την οποία ανέβηκε στην εξουσία το 2015 και δεν κατάλαβε ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Ενώ δηλαδή έδινε σωστές, ας πούμε, απαντήσεις, τα ερωτήματα είχαν αλλάξει.

Δεν ήταν απλώς η ιδεολογική και πολιτική μετάλλαξη. Δεν ήταν το Μακεδονικό, ούτε άλλες πλευρές της πολιτικής του.

Ήταν ότι πολιτευόταν με τη λογική της περιόδου 2010-2014. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβηκε στην εξουσία με έναν καταγγελτικό και ταυτόχρονα παρηγορητικό λόγο. Για εκείνη την εποχή ήταν ό,τι έπρεπε αυτή η συνταγή. Ο κόσμος ήθελε να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι της χρεοκοπίας και ο ΣΥΡΙΖΑ «μιλούσε» στην ψυχή του, όταν κατήγγειλε τους πάντες και απειλούσε με αγχόνες και φυλακές. Οι άνθρωποι δε που έχαναν δουλειές, ασφάλεια και κοινωνικό στάτους, ήθελαν μία παρηγοριά γι αυτό που τους βρήκε. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν εκείνος που τους χτυπούσε στην πλάτη και τους συμπαραστεκόταν, υποσχόμενος ότι θα τους βοηθήσει. Όλα αυτά συγκίνησαν μία πλειοψηφία που τον επέλεξε για τη διακυβέρνηση. Μία πλειοψηφία που του συγχώρησε την αποτυχία στις διαπραγματεύσεις του 15 και το τρίτο μνημόνιο και δεν είχε μάλλον ιδιαίτερο πρόβλημα να τον βλέπει να συγκυβερνά με τους καραδεξιούς των ΑΝΕΛ. Πιθανόν δεν είχαν πρόβλημα και με πολλά άλλα από τις ημέρες και τα έργα του ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλά οι εποχές είχαν αλλάξει στο μεταξύ. Το 2019 δεν ήταν 2012. Η ελληνική κοινωνία βρήκε νέες ισορροπίες. Άλλαξε ψυχολογία και μαζί προσδοκίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούσε όμως να είναι εγκλωβισμένος στο παρελθόν. Τα επιδόματα των 200 και 300 ευρώ για παράδειγμα, ήταν το αίτημα των ποδοπατημένων από την κρίση, πριν έξι χρόνια. Τώρα οι ίδιοι άνθρωποι περιμένουν άλλα. Η πολιτική περί φτωχών, λαϊκών στρωμάτων δεν αφορά πλέον παρά μόνο όσους βρίσκονται εντελώς στο κοινωνικό περιθώριο, ικανοποιούμενοι από τα βοηθήματα και όχι όσους βρήκαν την τελευταία πενταετία ένα τρόπο να προσαρμοστούν (και να προσαρμόσουν τις ανάγκες τους) πλάθοντας πλέον νέα όνειρα για την κοινωνική (οικονομική, επαγγελματική κλπ) ανέλιξή τους. Η πλειονότητα του κόσμου δεν θέλει λόγια παρηγοριάς, αλλά ένα νέο όραμα για τη χώρα και τους ίδιους. Η κινδυνολογία περί επιστροφής στα παλιά δεν ακούγεται διόλου πειστική – και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να τη λέει κάποιος που συνεργάστηκε με τους δανειστές όσο κανείς άλλος. Αλλά και η σκανδαλολογία έπαψε να γοητεύει, όσο γοήτευε στην κορύφωση της κρίσης. Για να μην πούμε ότι κούρασε κιόλας, με δεδομένο ότι διάφορες υποθέσεις δεν δικαίωσαν τις κυβερνητικές προαναγγελίες. Ό,τι ήταν να βρεθεί – και να αποδοθούν ευθύνες – βρέθηκε, σου λέει. Κι αν δεν βρέθηκε, είναι ευθύνη και του ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνει κάθε καλοπροαίρετος. Όταν μάλιστα προκύπτουν και ανάλογα θέματα για τη σημερινή διακυβέρνηση, τότε είναι που η σκανδαλολογία πέφτει εντελώς στο κενό.

Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή απαντούσε στα ερωτήματα του χθες. Κι όσο σωστές απαντήσεις κι αν έδωσε, δεν έπεισε. Διότι ήταν εκτός θέρατος. Τουναντίον ο Μητσοτάκης προσπάθησε να απαντήσει στα ερωτήματα του αύριο. Κι αν ακόμα οι απαντήσεις του είναι λάθος, ακούγονται πιο πειστικές διότι είναι εντός θέματος. Το μέγα ζητούμενο για τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 7ης Ιουλίου είναι αν θα καταλάβει ποια είναι τα ερωτήματα της νέας εποχής. Αυτό είναι το πιο δύσκολο κομμάτι στην πολιτική και έπονται οι απαντήσεις…