Μετά από τέσσερις μήνες διαπραγματεύσεων είναι περισσότερο από σαφές ότι το πρόβλημα για έναν συμβιβασμό είναι η αδιαλλαξία που έχουν επιδείξει ορισμένες δυνάμεις των δανειστών. Ούτε γιατί τους στραβοκοίταξε ο Βαρουφάκης, ούτε γιατί ο Τσίπρας καθυστερεί να υπογράψει. Φταίει αποκλειστικά η πλευρά των δανειστών:

Πρώτον επειδή δεν αποδέχονται ότι τα μνημόνια και οι πολιτικές λιτότητας απέτυχαν και ζητούν συνέχιση της ίδιας συνταγής. Αν έκαναν αυτή την απλή παραδοχή, ώστε να αναζητηθεί ένας άλλος δρόμος, ακόμα και για τους ίδιους στόχους, όλα θα ήταν πιο απλά.

Δεύτερον, γιατί επιδίωξαν και ορισμένοι ακόμη επιδιώκουν, για πολιτικούς λόγους, την παραδειγματική τιμωρία μίας κυβέρνησης, που δεν συμφωνεί ιδεολογικά και πολιτικά μαζί τους. Οι λόγοι είναι προφανείς: να ελεγχθεί η Ευρώπη και να μην υπάρχουν διαφορετικές φωνές και, κυρίως, κυβερνήσεις, από αυτές που αρέσουν στο Βερολίνο και τα νεοφιλελεύθερα λόμπι.

Τρίτον γιατί οι άνθρωποι έκαναν δουλειές στην Ελλάδα. Γιατί να θέλει να φύγει το ΔΝΤ από τη χώρα; Ας κοιτάξει κάποιος τα οικονομικά οφέλη του Ταμείου και των στελεχών του και θα καταλάβει. Για να μην πούμε για τα νταραβέρια στο παρασκήνιο με ισχυρούς επιχειρηματικούς κύκλους.

Τέταρτον, γιατί δεν αφήνεις εύκολα μία χώρα την οποία έχεις υπό τον έλεγχό σου – λέγεται και κατοχή αυτό! Κάποιοι αναπολούν τις εποχές του Ράιχενμπαχ, του Φούχτελ και φυσικά της τρόικας, όταν φιρφιρίκοι κάθε είδους επέβαλαν σε υπουργούς να στέκονται προσοχή.

Η παράταση των διαπραγματεύσεων και η δυστοκία εύρεσης ενός νέου συμβιβασμού οφείλεται ακριβώς σε τέτοιους λόγους και όχι στη δήθεν αδιαλλαξία ή λειψή προετοιμασία της ελληνικής κυβέρνησης – κι αν υπήρξε αρχικά σε κάποιο βαθμό το δεύτερο, ξεπεράστηκε γρήγορα. Δυστυχώς η κυβέρνηση ξεκίνησε με καλή διάθεση και αρκετή αφέλεια να διαπραγματευτεί με γκάγκστερ νομίζοντας ότι η όλη διαδικασία θα ήταν σχολική εκδρομή. Στην πορεία κατάλαβε τι γίνεται και πάντως έκανε πολλά βήματα υποχώρησης για να βρεθεί μία συμφωνία.

Το ερώτημα λοιπόν τώρα είναι το εξής: θα κάνουν κάποιες σοβαρές υποχωρήσεις και οι δανειστές ή θα επιμείνουν στην επιχείρηση ποδοπάτησης της κυβέρνησης και ταπείνωσης της χώρας; Διότι εάν επιμείνουν στο δεύτερο τότε μόνο μία απάντηση χωράει: Σύγκρουση και ρήξη, με τήρηση των δημοκρατικών κανόνων – αυτούς που γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια οι… «ευρωπαίοι», ορισμένοι εκ των οποίων δεν ξεχνούν φαίνεται το αποικιακό τους παρελθόν.

Οι δημοκρατικοί κανόνες λένε λοιπόν, μεταξύ των άλλων και προσφυγή στις κάλπες. Να μιλήσει δηλαδή ο λαός. Επί νέων διακυβευμάτων, νέων ερωτημάτων και διλημμάτων. Ας πει για παράδειγμα σε μία εκλογική αναμέτρηση ο Σαμαράς ότι θα υπογράψει μία επαίσχυντη συμφωνία, ουσιαστικά ό,τι του φέρουν μπροστά του. Ή ας πάει το ΠΑΣΟΚ του Λοβέρδου να πει ότι δεν υπογράφει καμία συμφωνία εάν δεν προβλέπει τον… σοσιαλισμό – σχεδόν τέτοια είναι έτοιμοι να πουν οι πρωταγωνιστές της εισόδου στα μνημόνια.

Και κυρίως να μας πουν οι δανειστές πόσο ωραία θα περάσει η παγκόσμια οικονομία και το οικοδόμημα της ευρωζώνης σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Κάποιοι λένε «και τι να την κάνει την νέα εκλογική νίκη ο Τσίπρας, αφού οι άλλοι δεν κάνουν πίσω»! Μα, γιατί τέτοια ηττοπάθεια από μέρους τους; Και γιατί τέτοια έγνοια για το τι θα κάνει μία νέα λαϊκή εντολή ο Τσίπρας ή τόση σιγουριά για τη στάση των δανειστών; Κι αν η νέα εντολή δεν είναι αν την παλιά, αυτή της διαπραγμάτευσης χωρίς ρήξη;

Λένε και το άλλο: θα πληγεί η χώρα και η οικονομία από τις εκλογές. Ενώ αν έλθει ένα νέο μνημόνιο, που θα επιβληθεί μάλιστα και ταπεινωτικά, η χώρα θα …απογειωθεί λέτε;