Η σημερινή δημοσκόπηση της Marc για το «Πρώτο Θέμα», πιθανότατα μία από τις τελευταίες προτού… η χώρα πάει για διακοπές μέχρι τα τέλη Αυγούστου ή και τις αρχές Σεπτεμβρίου, που εκκινείται εθιμοτυπικά η νέα πολιτική περίοδος με την ετήσια Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης, εμπεριέχει μερικά πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.

Πρώτα απ’ όλα, στη γενική εικόνα προκύπτει σταθερά, ενώ πάμε πια προς το τέλος της τετραετίας, η αντοχή της κυβέρνησης, αλλά και εκείνη του Μητσοτάκη, που σταθερά κινούνται μπροστά από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα σε όλα. Από την πρόθεση ψήφου μέχρι τη συγκριτική επάρκεια του πρωθυπουργού για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας. Το 52% θεωρεί ότι ο Μητσοτάκης είναι καλύτερος, ενώ το 29% ο Τσίπρας, ποσοστά που απέχουν -κυρίως στην περίπτωση του πρωθυπουργού- πολύ από την πρόθεση ψήφου προς το κόμμα του.

Ετσι, ενώ η Ν.Δ. κινείται στο 32%, ο Μητσοτάκης θεωρείται από το 52% των ερωτηθέντων πιο κατάλληλος να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της χώρας, που είναι πρώτα η ακρίβεια και έπονται το Τουρκικό, ο πόλεμος κ.λπ.

Το δεύτερο εύρημα, το οποίο πλέον είναι διαρκές σε όλες τις έρευνες κοινής γνώμης, είναι η δημοσκοπική κάμψη του ΠΑΣΟΚ, το οποίο φαίνεται να χάνει περίπου μισή έως μία ποσοστιαία μονάδα περίπου κάθε μήνα από τότε που σημειώθηκαν εξελίξεις με την εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη. Σήμερα η έρευνα της Marc (πάντοτε έδινε πιο συντηρητικά νούμερα σε αυτό το κόμμα) βρίσκει το ΠΑΣΟΚ κάτω από το 12%, ενώ η ίδια εταιρεία το είχε δει ακόμα και στο 14,5%-15% στα τέλη 2021 με αρχές 2022. Οι λόγοι κάμψης μπορεί να είναι αρκετοί και ένας εξ αυτών αντικειμενικά είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί, η έλλειψη κοινοβουλευτικής παρουσίας του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος δεν είναι βουλευτής.

Μία παρατήρηση ακόμα όμως από τις «κάρτες» της δημοσκόπησης μπορεί να εξηγήσει εν μέρει την κάμψη του ΠΑΣΟΚ. Στο ερώτημα τι κυβέρνηση προτιμούν οι πολίτες, προηγείται με διαφορά 11 μονάδων (31%) η απάντηση «Αυτοδύναμη Ν.Δ.» και έπονται οι απαντήσεις «Συνεργασίας με βασικό κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» (20,7%) και «Συνεργασίας με βασικό κορμό τη Ν.Δ.» (19,4%), περίπου δηλαδή ίδια ποσοστά. Ομως, όταν αναλυθεί η πολιτική προέλευση των ψηφοφόρων, θα διαπιστώσει κάποιος ότι το 53% όσων επιλέγουν σήμερα ΠΑΣΟΚ θέλει κυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ και το 17,5% ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ.

Αυτονόητο είναι, λοιπόν, ότι όταν ο κ. Ανδρουλάκης εμμένει στην άποψή του ότι «εμείς δεν θα συναινέσουμε σε κυβέρνηση Μητσοτάκη ή Τσίπρα», κάπου χάνει τη βούληση του 70% των ψηφοφόρων -πάντα κατά τις έρευνες-, οι οποίοι φυσικά είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι προτιμούν κάποιον… Παπαδήμο για πρωθυπουργό σε μια τόσο δύσκολη συγκυρία για τη χώρα.

Οσο, λοιπόν, θα φεύγουμε από το καλοκαίρι, που ιδιαίτερα φέτος είναι πολύ ισχυρό για όσους ασχολούνται και κερδίζουν άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό, και θα μπαίνουμε στον δύσκολο οικονομικά χειμώνα, τόσο οι πολίτες θα αναζητούν πολιτική ασφάλεια και, προπαντός, ξεκάθαρες λύσεις για το πώς θα αντιμετωπίσει η χώρα τα προβλήματα που θα μεγεθυνθούν.

Οσοι θέλουν πολιτική αλλαγή, δηλαδή ΣΥΡΙΖΑ, για τους δικούς τους λόγους, θα πάνε εκεί ή ήδη είναι εκεί ξεκάθαρα. Οσοι όμως αμφιταλαντεύονται να ξαναγυρίσουν στη Ν.Δ. ή να μετακομίσουν (σε σχέση με τις εκλογές του 2019) στο ΠΑΣΟΚ, «απαιτούν» από τον κ. Ανδρουλάκη μια ξεκάθαρη οδό. Να ξέρουν τι θα κάνει όταν θα κληθεί να στηρίξει μια κυβέρνηση, ποια κυβέρνηση, με ποιον πρωθυπουργό. Κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά πιθανό να συμβεί αν ο πρωθυπουργός δεν αποφασίσει να πράξει το αυτονόητο. Να αλλάξει τον εκλογικό νόμο. Οι θολές τοποθετήσεις του ΠΑΣΟΚ απλά θα συνεχίσουν να διώχνουν κόσμο προς τη μία ή την άλλη πλευρά.