Πόσο μπορεί να πλήξει η επιδημία του κορωνοϊού την παγκόσμια οικονομία; Η πρώτη και κυρίαρχη ανησυχία, ασφαλώς, σε μια επιδημία είναι για τις ανθρώπινες ζωές, αλλά η επιδημία του Covid-19, όπως ονομάστηκε επισήμως, έδειξε ότι οι οικονομικές επιπτώσεις μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντικές, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου οι οικονομίες των χωρών βρίσκονται σε ένα επίπεδο πρωτοφανούς αλληλεξάρτησης και η παγκόσμια οικονομία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε κάθε είδους σοκ. Πέρα από κάποια σποραδικά κρούσματα σε άλλες χώρες, η επιδημία περιορίζεται στα γεωγραφικά όρια της Κίνας και η έντασή της είναι περιορισμένη. Παρ’ όλα αυτά, οι οικονομικές επιπτώσεις έχουν γίνει αισθητές σε όλο τον πλανήτη, δείχνοντας πόσο ευάλωτο είναι το οικοδόμημα της παγκοσμιοποιημένης αγοράς.

Οι αλυσίδες εφοδιασμού είναι πλέον παγκόσμιες. Ενα προϊόν μπορεί να χρειάζεται μετάλλευμα από τη Λατινική Αμερική, σπάνιες γαίες από την Κίνα, λογισμικό από την Καλιφόρνια, να κατασκευάζεται στην Τσεχία ή στην Τουρκία και να πωλείται στην Ιαπωνία. Η Κίνα είναι το εργοστάσιο του πλανήτη, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πρώτων υλών και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών (πάνω από το 30% του συνόλου). Τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί μάλιστα και στον μεγαλύτερο… εξαγωγέα τουριστών, καθώς κάθε χρόνο ταξιδεύουν ανά τον κόσμο πάνω από 140 εκατομμύρια Κινέζοι, ξοδεύοντας περί τα 280 δισ. δολάρια.

Δεν είναι καθόλου περίεργο, λοιπόν, που ήδη οι συνέπειες της κινεζικής επιδημίας και το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας σε μεγάλες περιοχές της χώρας έχουν γίνει αισθητά διεθνώς. Η Επιτροπή Εμπορίου του ΟΗΕ προβλέπει ότι παγκοσμίως ο βιομηχανικός τομέας θα βρεθεί σε ύφεση το πρώτο τρίμηνο του 2020 εξαιτίας του κορωνοϊού. Το ερώτημα είναι κατά πόσο ο ιός θα προκαλέσει σοβαρή διαταραχή στην παγκόσμια οικονομία ή η υπόθεση θα αποδειχθεί ένα απλό «οικονομικό κρυολόγημα». Η S&P εκτιμά ότι ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ στις ΗΠΑ θα μειωθεί στο 1% το πρώτο τρίμηνο, αντί για 2,2% που ήταν η αρχική εκτίμηση, αλλά και ότι στην Ευρωζώνη και τη Βρετανία η επιδημία θα αφαιρέσει τουλάχιστον 0,2 ποσοστιαίες μονάδες από την αύξηση του ΑΕΠ.

Για την Ευρωζώνη, κάτι τέτοιο μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμο, καθώς η Γερμανία έχει πληγεί σοβαρά από τον εμπορικό πόλεμο και μόλις και μετά βίας έχει αποφύγει μέχρι στιγμής να εισέλθει σε οικονομική ύφεση. Η Deutche Bank την περασμένη εβδομάδα προέβλεψε ότι τελικά η χώρα μπορεί να μην την αποφύγει, καθώς τα στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή έδειξαν σημαντική πτώση τον περασμένο Δεκέμβριο σε όλη την Ευρωζώνη (-2,1% αντί για -1,6% που αναμενόταν) και είναι βέβαιο ότι οι επιπτώσεις από την επιδημία του κορωνοϊού θα οδηγήσουν σε χαμηλότερες επιδόσεις το πρώτο τρίμηνο το 2020.

Αυστραλιανά φορτηγά που ξεφορτώνουν μεταλλεύματα στην Κίνα μπαίνουν σε καραντίνα 14 ημερών προτού ξαναφορτώσουν, προκαλώντας προβλήματα όχι μόνο στην αυστραλιανή οικονομία αλλά και στις άλλες χώρες που εισάγουν τα συγκεκριμένα προϊόντα. Οι τιμές χρηματιστηριακών εμπορευμάτων, όπως ο χαλκός, ο σίδηρος, το νικέλιο, το αλουμίνιο, έχουν πέσει, ενώ ακολούθησαν και τα νομίσματα των χωρών που τα εξάγουν όπως η Βραζιλία, η Νότιος Αφρική, η Αυστραλία. Η τιμή του χαλκού είναι 8% κάτω από την αρχή του χρόνου, ενώ το αλουμίνιο περίπου 5%.

Η Qualcomm, η μεγαλύτερη κατασκευάστρια smartphones, ανακοίνωσε ότι υπήρχε πλέον αβεβαιότητα για τη ζήτηση των προϊόντων της, η Hyundai έκλεισε εργοστάσια στη Νότια Κορέα, ενώ η Fiat Chrysler κατέφυγε σε έκτακτα μέτρα για να μην κλείσει εργοστάσιό της στην Ευρώπη. Η Volkswagen, δε, καθυστέρησε να ξανανοίξει το κινεζικό της εργοστάσιο επειδή δεν μπορούσε να διασφαλίσει ανταλλακτικά. Κύρια αιτία το πάγωμα της δραστηριότητας στην Ουχάν, που είναι το βασικό κέντρο παραγωγής ανταλλακτικών για αυτοκίνητα στην Κίνα.

Η επιδημία του Covid-19 έδειξε πόσο σοβαρά μπορούν να γίνουν προβλήματα που προκύπτουν σε περιβάλλον παγκοσμιοποίησης, καθώς το σταμάτημα της κινεζικής οικονομικής μηχανής αναστάτωσε ολόκληρο τον πλανήτη. Είναι βέβαιο ότι ήδη πολλές διεθνείς εταιρείες επανεξετάζουν τη διάρθρωση της αλυσίδας εφοδιασμού τους, καθώς φάνηκε ότι όσο πιο διεθνοποιημένη είναι η τελευταία τόσο πιο εκτεθειμένη βρίσκεται σε κάθε διαταραχή. Τούτο είχε φανεί άλλωστε και λόγω του εμπορικού πολέμου που έδειξε ότι η παγκοσμιοποίηση που θεωρούνταν μια αναπότρεπτη δύναμη, ένα οιονεί φυσικό φαινόμενο, είναι τελικά ευάλωτη και μπορεί να υπαναχωρήσει όσο ενισχύεται ο οικονομικός εθνικισμός.

Είναι ευνόητο ότι αν τελικά ο Covid-19 εξελιχθεί σε πανδημία η κατάσταση θα χειροτερέψει με γεωμετρική πρόοδο. Βέβαια, ένα τέτοιο φαινόμενο είναι εξ ορισμού αδύνατον να προβλεφθεί, πόσο μάλλον να υπολογιστούν οι συνέπειες. Σύμφωνα με μελέτη της Παγκόσμιας Τράπεζας, μια σοβαρή πανδημία (ο κορωνοϊός δεν έχει χαρακτηριστεί έτσι) θα μπορούσε να εξαφανίσει περίπου το 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, ήτοι γύρω στα 3 τρισ. δολάρια. Χαρακτηριστικά μια ελαφρότερη πανδημία, όπως η γρίπη Η1Ν1 του 2009, θα κόστιζε περίπου το 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Μέχρι στιγμής η πλειονότητα των αναλυτών συγκλίνει στην εκτίμηση ότι δεν θα υπάρξει μεγάλη επίπτωση στις αγορές, ούτε στην οικονομία και κάνουν παραλληλισμούς με την επιδημία του SARS το 2003, η οποία πάλι είχε ξεκινήσει από την Κίνα.

Οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν ότι η συμπεριφορά της οικονομίας θα είναι παρόμοια και τώρα, αν και η εξέλιξη μιας επιδημίας είναι κατεξοχήν απρόβλεπτη και ουδείς μπορεί να εκτιμήσει τι θα συμβεί εάν, για παράδειγμα, ο ιός μεταλλαχθεί και αρχίσει να δρα με διαφορετικά. Πέραν αυτού, όμως, οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Ο SARS προσέβαλε 8.098 ανθρώπους και σκότωσε 774 προτού περιοριστεί.

Ο νέος ιός έχει ήδη προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων από 1.000 ανθρώπους, ενώ έχει ήδη προσβάλει πάνω από 40.000 άτομα σε περισσότερες από 25 χώρες. Επιπλέον, η οικονομία της Κίνας είναι πια πολύ μεγαλύτερη και πολύ περισσότερο διασυνδεδεμένη με τη διεθνή οικονομία – αντιστοιχεί στο 16% της παγκόσμιας οικονομίας, ενώ το 2003 ήταν μόνο το 4%. Ενδεικτικές είναι και οι αντιδράσεις των διεθνών αγορών. Αρχικά αντέδρασαν με πτώση, στη συνέχεια ανέκτησαν το χαμένο έδαφος, με το σκεπτικό ότι η επιδημία έδωσε σημάδια περιορισμού, αλλά την περασμένη εβδομάδα όπου οι ανησυχίες επανήλθαν οι τιμές των μετοχών υποχώρησαν και πάλι.