Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δηλώνει ανοιχτά ότι θα διατηρήσει τα επιτόκια χαμηλά για όσο χρειαστεί και αγοράζει κρατικά ομόλογα σαν να μην υπάρχει αύριο χρηματοδοτώντας τις κυβερνήσεις – κάτι που οι συνθήκες της Ε.Ε. απαγορεύουν διά ροπάλου.

Στις ΗΠΑ το μεγάλο θέμα είναι εάν ο νέος πρόεδρος θα προωθήσει ένα τεράστιο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, με «πράσινο», οικολογικό πρόσημο, το οποίο μάλιστα κάποιοι προτείνουν να χρηματοδοτηθεί με νέο χρήμα που θα τυπώσει η ομοσπονδιακή τράπεζα (Fed). Οι σχετικές προτάσεις εμπνέονται από τη Νέα Νομισματική Θεωρία (Modern Monetary Theory), η οποία υποστηρίζει ότι οι κυβερνήσεις μπορούν να ενισχύουν την οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση όχι με έσοδα από φόρους, αλλά με νέο χρήμα που θα δημιουργούν οι κεντρικές τράπεζες, χωρίς να ανησυχούν για τα ελλείμματα ή τον πληθωρισμό. Εάν δημιουργηθεί πληθωρισμός, μπορούν να τον μαζέψουν με φορολογία εκ των υστέρων.

Οι παραδοσιακοί οικονομολόγοι απορρίπτουν μετά βδελυγμίας τη θεωρία, αλλά η τελευταία κερδίζει έδαφος μετά την κρίση του 2008. Καθώς μάλιστα διαπιστώνεται ότι το χρήμα -που ούτως ή άλλως τυπώνεται τα τελευταία χρόνια από τις κεντρικές τράπεζες για να αποτραπεί η ύφεση- κατά μεγάλο ποσοστό δεν καταλήγει στην πραγματική οικονομία, η Νέα Νομισματική Θεωρία αποκτά νέους οπαδούς.

Το ζήτημα είναι ότι μέχρι πρόσφατα παρόμοιες θεωρίες και πολιτικές θεωρούνταν… αριστερές φαντασιώσεις που εκστομίζονταν από πολιτικές δυνάμεις όπως οι Πράσινοι της Γερμανίας (και μάλιστα οι πιο ακραίοι) ή το ΜέΡΑ25 και ο Γιάνης Βαρουφάκης.

Τώρα όμως οι ιδέες αυτές βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη παγκοσμίως.

Στις ΗΠΑ, το προπύργιο του καπιταλισμού και της νεοκλασικής («νεοφιλελεύθερης») οικονομικής σκέψης, επικρατεί διαφορετικό κλίμα και ο νεοεκλεγείς πρόεδρος θέτει ως προτεραιότητα την ενίσχυση των χαμηλών εισοδημάτων μέσα από κρατικές παρεμβάσεις, τοποθετώντας μάλιστα στο οικονομικό του επιτελείο και ανθρώπους που ειδικεύονται στα οικονομικά της ανισότητας.

Μεγάλες αμερικανικές εταιρείες επικροτούν την επιστροφή της χώρας στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής, η οποία πλέον βρίσκεται στο προσκήνιο διεθνώς.

Ακόμα και η συζήτηση για το βασικό καθολικό εισόδημα επανέρχεται όλο και συχνότερα στη δημόσια σφαίρα.

Ασφαλώς, ουδείς μπορεί να κρατά μεγάλο καλάθι στα ζητήματα αυτά, και ειδικά στις ΗΠΑ μένει να φανεί κατά πόσο οι σχετικές δηλώσεις είναι απλώς ένας απόηχος της προεκλογικής εκστρατείας ή θα μετουσιωθεί σε κάτι πιο συγκεκριμένο.
Και μόνο το γεγονός, όμως, ότι η κυρίαρχη ρητορική υιοθετεί πλέον έννοιες όπως το περιβάλλον, οι ανισότητες, η στήριξη ευπαθών κοινωνικών ομάδων υποδηλώνει ότι αναδεικνύονται νέες προτεραιότητες.

Η πρωτοφανής οικονομική κρίση που προκαλεί ο κορωνοϊός επιδεινώνει τα αδιέξοδα και φέρνει με ένταση στο προσκήνιο προβλήματα και ανάγκες τα οποία δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τις συνταγές του χθες.

Το ερώτημα όμως είναι αν οι νέου τύπου παρεμβάσεις θα έχουν μόνο έκτακτο χαρακτήρα και πρόκειται να αποσυρθούν εφόσον η πανδημία τεθεί υπό έλεγχο.

Ή μήπως, αντίθετα, το πολιτικό εκκρεμές στρέφεται και πάλι στην πλευρά της κρατικής παρέμβασης, της ενίσχυσης του κράτους πρόνοιας και της μείωσης των ανισοτήτων, ώστε να επανέλθει το σύστημα σε μια πιο βιώσιμη ισορροπία, κοινωνικά και περιβαλλοντικά.

Το βέβαιο είναι ότι οι εξελίξεις θα εξαρτηθούν από την πολιτική μάχη ανάμεσα στις δυνάμεις που θα επιδιώξουν την αλλαγή και εκείνες που θα πιέσουν για την επιστροφή στην αδιέξοδη «κανονικότητα» του χθες.