Είναι λογικό η ρητορική των πολιτικών κομμάτων να προσαρμόζεται στις ανάγκες της προεκλογικής περιόδου, η οποία όπως όλα δείχνουν έχει ήδη ξεκινήσει, παρότι η χρονική στιγμή των εκλογών παραμένει στην πραγματικότητα ανοιχτή.

Βλέπουμε, όμως, ότι η αντιπαράθεση των κομμάτων τείνει όπως πάντα προς τις εντυπώσεις και όχι επί της ουσίας, αν και σε κάποια ζητήματα -και από κάποια πρόσωπα- αρχίζουν να εμφανίζονται σημάδια σύγκλισης σε ορισμένα θέματα ή τουλάχιστον σύμπτωσης απόψεων.

Πριν από λίγες ημέρες ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα στηρίξει τη Ν.Δ. εάν η τελευταία γίνει κυβέρνηση και επιδιώξει τη μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα που «στραγγίζει» την οικονομία.

Την περασμένη εβδομάδα, ο τομεάρχης Οικονομικών της Ν.Δ. Χρήστος Σταϊκούρας, σχολιάζοντας την επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές με έκδοση 10ετούς ομόλογου, απέφυγε να απαξιώσει την εξέλιξη, αναγνωρίζοντας τον θετικό της χαρακτήρα, χωρίς βέβαια να παραλείψει να ασκήσει έντονη κριτική στην κυβέρνηση για την οικονομική της πολιτική.

Την περασμένη Τρίτη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στη Βουλή για το Δημογραφικό, εξήγγειλε επίδομα 2.000 ευρώ για κάθε παιδί, κάτι που ο Αλέξης Τσίπας δεν απέρριψε, αντίθετα χαρακτήρισε «σοβαρή» την πρόταση.

Είναι προς τιμήν κάθε πολιτικού να αναγνωρίζει τα θετικά στον αντίπαλό του όχι τόσο για λόγους fair play, αλλά επί της ουσίας. Κάθε θετική πρόταση πρέπει να ενισχύεται προς όφελος της χώρας και των πολιτών και όχι να μπλοκάρεται για λόγους μικροκομματικούς.

Η πόλωση, προς την οποία δείχνει να οδεύει το πολιτικό παίγνιο σε αυτές τις εκλογές, δεν ευνοεί την ανάδειξη των άριστων διαχειριστών και των βέλτιστων πολιτικών.

Υπό αυτή την έννοια, είναι θετικό ότι εμφανίστηκαν κάποια ψήγματα ωριμότητας και διάθεση για συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων σε κάποια βασικά και εντέλει αυτονόητα πράγματα.

Ασφαλώς η πολιτική εξ ορισμού δεν είναι συναινετικό παιχνίδι. Η αντιπαράθεση και η σύγκρουση των πολιτικών δυνάμεων βρίσκεται στη βάση της δημοκρατικής λειτουργίας επειδή ακριβώς ξεκαθαρίζει τα πράγματα αναδεικνύοντας τις επικρατέστερες επιλογές και διαμορφώνοντας τους συσχετισμούς. Ομως η σύγκρουση αυτή θα πρέπει να γίνεται επί της ουσίας και όχι για λόγους εντυπώσεων και τακτικής, ούτε με απόρριψη «οπαδικού» τύπου όσων λέει ο αντίπαλος.

Διότι το μηδενιστικό παιχνίδι και η τεχνητή πόλωση ευνοούν μόνο τις ακραίες δυνάμεις.