Η μεγάλη στροφή αφορά τον κοινό δανεισμό με τον οποίο οι χώρες-μέλη αναλαμβάνουν βάρη για χρήματα από τα οποία θα επωφεληθούν και άλλα κράτη-μέλη.

Η Γερμανία έκανε πίσω από τις κόκκινες γραμμές που είχε στο θέμα, αυστηρά για λόγους συμφέροντος. Οι διεθνείς γεωπολιτικές αλλαγές οδηγούν σε έναν κόσμο στον οποίο η επιστροφή του προστατευτισμού και ο ψυχρός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας (οι δύο μεγαλύτεροι πελάτες της Γερμανίας) αποτελούν υπαρξιακό κίνδυνο για τις εξαγωγές της Γερμανίας.

Ταυτόχρονα, το παραδοσιακό αμυντικό δόγμα της Ευρώπης που βασιζόταν στην εξάρτηση από τις ΗΠΑ δοκιμάζεται κι αυτό.

Επιπλέον, η ανάδυση της Κίνας και η προσπάθειά της να απλωθεί προς την Ευρώπη δημιουργώντας μια ενιαία -οικονομική αρχικά και μετά γεωπολιτική- ζώνη, αυτήν της Ευρασίας, θέτει την Ε.Ε. προ διλήμματος: θα αποτελέσει έναν οικονομικό και πολιτικό δορυφόρο της Κίνας ή έναν, αν όχι ισάξιο, τουλάχιστον υπολογίσιμο αυτόνομο πόλο;

Τα μέλη της Ε.Ε. βρίσκονται ενώπιον μιας αδήριτης πραγματικότητας: εάν δεν κρατηθεί το «ευρωπαϊκό μαγαζί», καμία χώρα μόνη της, ούτε και η Γερμανία, δεν θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα στο νέο αβέβαιο και ταραγμένο διεθνές περιβάλλον.

Και για να διατηρηθεί η συνοχή της Ε.Ε. χρειάζεται ασφαλώς περισσότερη ενοποίηση, οικονομική και πολιτική, διότι φάνηκε με δραματικό τρόπο στα χρόνια της χρηματοπιστωτικής κρίσης ότι ένα κοινό νόμισμα δεν αρκεί για να δημιουργήσεις μια ένωση κρατών. Χρειάζονται κοινές οικονομικές πολιτικές, κοινή φορολογία, κοινός προϋπολογισμός, στρατός, εξωτερική πολιτική και πάει λέγοντας.

Υπό αυτή την έννοια, το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί μεγάλο πολιτικό βήμα διότι σπάει ένα ταμπού και ανοίγει έναν δρόμο. Ασφαλώς τα 750 δισ. ευρώ δεν είναι αρκετά, αλλά εάν εγκριθούν μπορεί στη συνέχεια να αυξηθούν.

Το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι τα ποσά, αλλά ο τρόπος με τον οποίο θα αξιοποιηθούν και σε ποιον βαθμό θα χρησιμοποιηθούν όχι μόνο για τη λεγόμενη πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, αλλά και για την ανόρθωση της ευρωπαϊκής κοινωνίας και του κοινωνικού κράτους που ήταν το καύχημα των ευρωπαϊκών χωρών και αποτελούσε διεθνές πρότυπο, αλλά βρίσκεται υπό διωγμό τις τελευταίες δεκαετίες. Σε ορισμένες χώρες, όπως κατεξοχήν η Ελλάδα, υπέστη δραματικό πλήγμα στα χρόνια της κρίσης.

Δεν αρκεί ένα Ταμείο Ανάκαμψης για να διασωθεί η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά και να επιβιώσουν οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες του Βορρά πουλώντας ηλεκτρικά αυτοκίνητα, ανεμογεννήτριες και άλλα «πράσινα» καλούδια.

Δεν είναι μόνο το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών της Ε.Ε. που απειλεί τη συνοχή της τελευταίας. Είναι και οι κοινωνικές ανισότητες που λειτουργούν διαλυτικά.

Πρέπει να ξαναστηθεί στα πόδια της η κοινωνική Ευρώπη, πρέπει να αισθανθεί η μεσαία τάξη ότι συμμετέχει και ότι έχει κάτι να κερδίσει. Διότι διαφορετικά, χωρίς ευρεία κοινωνική υποστήριξη, η ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν θα πείσει πολιτικά.

Η Ευρώπη θα πρέπει να είναι κοινωνική, διότι διαφορετικά δεν θα τα καταφέρει.