Η κυβέρνηση συζητάει με τους δανειστές για την αντικατάσταση της δικαστικής προστασίας του νόμου Κατσέλη με ένα σχέδιο που θα προβλέπει επιδότηση της δόσης για ορισμένα κόκκινα στεγαστικά δάνεια καθώς και ρεαλιστικές ρυθμίσεις που θα βασίζονται στην πραγματική αξία των ακινήτων.

Με τον νόμο Κατσέλη, το δικαστήριο εφόσον κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις μπορεί να αποφασίσει ότι κουρεύεται ένα δάνειο, οπότε το κόστος πέφτει στις τράπεζες.

Με το νέο σύστημα το κράτος θα αναλάβει μέρος του κόστους, πληρώνοντας ένα τμήμα της δόσης για να πρασινίσουν τα δάνεια και να ελαφρυνθούν οι τράπεζες. Σε κάποιες περιπτώσεις, το δάνειο θα κουρεύεται ανάλογα με την πραγματική αξία της πρώτης κατοικίας.

Από την άλλη πλευρά, το κράτος θα παρέχει την εγγύησή του στους επενδυτές που θα αγοράζουν κόκκινα δάνεια (πακεταρισμένα με τη μορφή ομολόγων), για να διευκολύνει τις τράπεζες να εισπράξουν χρήματα.

Επί της αρχής το σχέδιο είναι σε ορθή κατεύθυνση. Ωστόσο, χωρίς ορισμένες προϋποθέσεις κινδυνεύει να οδηγήσει πάλι σε αδιέξοδο, σε ακόμα μία κρατική ενίσχυση των τραπεζών, χωρίς να επιλύσει το πρόβλημα και, το κυριότερο, χωρίς να αποτρέψει τα τοξικά κοινωνικά φαινόμενα που συνδέονται με τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας.

Με το νέο πλαίσιο πιθανόν να μειωθεί πολύ το όριο αξίας της κατοικίας όσων θα μπορούν να ενταχθούν στις ευνοϊκές ρυθμίσεις, αφού το κράτος δεν μπορεί να πληρώσει μεγάλο ποσό σε επιδοτήσεις.

Αν λοιπόν το όριο προστασίας υποχωρήσει σημαντικά, θα εξαιρεθούν πολύ περισσότερα νοικοκυριά απ’ ό,τι σήμερα με τον νόμο Κατσέλη. Θα προστατεύονται πολύ λιγότεροι, μόνο όσοι έχουν ακίνητα χαμηλής αξίας και όχι οι ιδιοκτήτες μεσαίων ακίνητων που αγοράστηκαν πανάκριβα με δανεικά στην εποχή της φούσκας, αφού οι τιμές έχουν πέσει, αλλά όχι τόσο ώστε να είναι επιλέξιμα για ρύθμιση με το σχεδιαζόμενο σύστημα.

Επομένως, για να μην επιδεινωθεί το πρόβλημα, αντί να επιλυθεί, θα πρέπει οι μεν όροι για την επιδότηση να είναι αυστηροί, αλλά τα κριτήρια για τις ρυθμίσεις των δανείων, τις επιμηκύνσεις και τα κουρέματα, δεν πρέπει να πέσουν χαμηλότερα από εκείνα του νόμου Κατσέλη – εξαιρώντας βέβαια τους στρατηγικούς κακοπληρωτές- έτσι ώστε να μη βρεθεί η μεσαία τάξη εκτεθειμένη στα κοράκια που θα επελάσουν στα ακίνητα όταν καταργηθεί η δικαστική προστασία της πρώτης κατοικίας. Η κρίση δεν χτύπησε μόνο τα εισοδήματα όσων αγόρασαν μικρά σπίτια σε φθηνές περιοχές, αλλά όλους. Κι ας προσέξει η κυβερνητική παράταξη τη λογική «εμάς μας ενδιαφέρουν μόνο οι κατατρεγμένοι», που τη φέρνει απέναντι στα δυναμικότερα κομμάτια της κοινωνίας, τα οποία στράφηκαν σε αυτή από το 2012.

Είναι επίσης απαραίτητο να θεσπιστούν νομικά δεσμευτικοί κανόνες και κριτήρια για τις ρυθμίσεις των δανείων ώστε να μην επαφίενται μόνο στη διακριτική ευχέρεια των τραπεζών, όπως σήμερα. Ο βασικός λόγος που τα κόκκινα στεγαστικά δεν μειώνονται είναι ότι οι τράπεζες δεν προωθούν ρεαλιστικές ρυθμίσεις (όπως, αντιθέτως, κάνουν για τα επιχειρηματικά δάνεια), προσαρμόζοντας το δάνειο στις πραγματικές δυνατότητες αποπληρωμής και στην αξία του ακινήτου – που είναι και ο μόνος πραγματικός πήχης, αφού ακόμα και με πλειστηριασμό δεν πρόκειται να εισπραχθούν περισσότερα.

Η δουλειά των τραπεζικών στελεχών δεν είναι να φροντίζουν για την κοινωνική ειρήνη και τη δικαιοσύνη, ούτε για το γενικότερο καλό της οικονομίας. Η αποστολή τους είναι να μεγιστοποιούν τα οφέλη για τους μετόχους και εκεί θα εστιάσουν τις προσπάθειές τους. Αν δεν το κάνουν, απολύονται.

Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να βάλει τους κανόνες.