Η Κομισιόν έκλεψε την παράσταση προ ημερών, με βομβαρδισμό εκθέσεων για την οικονομία και πολιτικών παρεμβάσεων από τον επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί. Από τη μια, με την έκθεσή της στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας έβγαλε ορισμένες κίτρινες κάρτες για θέματα όπως η προστασία της πρώτης κατοικίας, η αύξηση του κατώτατου μισθού, οι ιδιωτικοποιήσεις και για άλλα πεδία οικονομικής πολιτικής στα οποία διαπίστωσε καθυστερήσεις ή αποκλίσεις.

Ταυτόχρονα, σε άλλη έκθεσή της που ανακοινώθηκε ταυτόχρονα για τις μακροοικονομικές ανισορροπίες στην Ελλάδα σημείωσε ότι καταγράφεται μεν μικρή πρόοδος σε διάφορα πεδία, αλλά σε γενικές γραμμές ζωγράφισε μια ζοφερή εικόνα για τα μεγάλα και διαχρονικά προβλήματα: η χώρα παραμένει υπερχρεωμένη, με το δημόσιο χρέος να έχει τεθεί υπό έλεγχο μόνο προσωρινά, έχει μεγάλο έλλειμμα με το εξωτερικό, η παραγωγικότητά της δεν αυξάνεται και η δυνατότητά της να αναπτυχθεί έχει περιοριστεί λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, της μετανάστευσης και της εξάντλησης του κεφαλαίου. Η δημοσιονομική κατάσταση μπορεί να έχει διορθωθεί, αφού το δημόσιο έλλειμμα του παρελθόντος έχει γίνει πλεόνασμα το οποίο κατευθύνεται κυρίως στην αποπληρωμή του χρέους, αλλά το κόστος γι’ αυτό το «επίτευγμα» υπήρξε τεράστιο και στην οικονομία και στην κοινωνία.

Το… ωραίο της υπόθεσης είναι ότι η Κομισιόν, παρότι είχε κεντρικό ρόλο στην παρακολούθηση της κατάστασης και τη χάραξη των πολιτικών όλα αυτά τα χρόνια, τώρα νίπτει τας χείρας της. Με αφορμή τις εκθέσεις, ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί τη μια μέρα δήλωνε ότι τα τεράστια πρωτογενή πλεονάσματα που πνίγουν την οικονομία είναι δεσμεύσεις οι οποίες πρέπει να τηρηθούν και την επομένη τόνιζε ότι οι στόχοι δεν είναι ρεαλιστικοί,  η Κομισιόν διαφωνούσε, αλλά το ΔΝΤ τούς επέβαλε και, εν πάση περιπτώσει, μπορούν να μειωθούν εάν επιτευχθεί μια νέα συμφωνία στο μέλλον.

Η ουσία της υπόθεσης δεν είναι η παραδοχή των ανεδαφικών στόχων για τα πλεονάσματα. Αυτό είναι δεδομένο. Αλλωστε από την αρχή των μνημονίων η τρόικα έβαζε εξωπραγματικούς στόχους, τους οποίους κατέβαζε στη συνέχεια. Ξεκινήσαμε με προβλέψεις για πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 5% του ΑΕΠ στο πρώτο μνημόνιο, 4,25% στο δεύτερο, για να φτάσουμε στο 3,5% που ισχύει μέχρι το 2021. Το σημαντικό είναι πώς η Κομισιόν, που υποτίθεται ότι είναι ο αξιόπιστος τεχνοκρατικός φορέας, ο αυστηρός και αδέκαστος θεματοφύλακας της αξιοπιστίας της Ε.Ε., στην πραγματικότητα μαγειρεύει προβλέψεις, νούμερα και συστάσεις ανάλογα με την εκάστοτε πολιτική σκοπιμότητα. Πρόκειται για ένα ιδιόμορφο κράμα γραφειοκρατίας και πολιτικαντισμού.

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε και τις ευθύνες της για το λάθος της υπερβολικής λιτότητας που εφαρμόστηκε στην Ελλάδα, καθώς και για την καθυστέρηση στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους προκειμένου να διασωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες – ευθύνες τις οποίες μοιράζεται με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Η αλήθεια είναι ότι η επισήμανση και η απόδοση των ευθυνών στην Κομισιόν δεν αλλάζουν τους όρους του παιχνιδιού. Αυτή είναι η κατάσταση σήμερα στην Ε.Ε. Αλλωστε η Κομισιόν, παρά τις αδυναμίες και τα λάθη, είναι ίσως ο καλύτερος σύμμαχος της Ελλάδας στη σημερινή συγκυρία. Πρέπει όμως να συνειδητοποιήσουμε όλοι και κυρίως το πολιτικό σύστημα ότι δεν είναι οι εκθέσεις και οι συστάσεις των γραφειοκρατών της Κομισιόν αυτές που θα βγάλουν την οικονομία από το τέλμα. Η ανασύνταξη της οικονομίας δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς σχεδιασμό και συνεννόηση των δυνάμεων της πολιτικής, της οικονομίας και της εργασίας που βρίσκονται στο εσωτερικό της χώρας. Δυστυχώς, βέβαια, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορατό ορίζοντα, οπότε το πιθανότερο είναι ότι θα συνεχίσουμε να χορεύουμε στον ρυθμό που θα δίνει η Κομισιόν.