Οχι μόνο επειδή είναι αρκετά εκτεταμένα και καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα τομέων και δράσεων, αλλά κυρίως γιατί είναι σε μεγάλο βαθμό γενικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα πολλές πτυχές να χρειάζονται εξειδίκευση και διευκρινίσεις.

Διακηρύσσονται στόχοι, περιγράφονται γενικές κατευθύνσεις, αλλά δεν φαίνεται πού ακριβώς θα πάνε τα χρήματα, ποιοι θα ωφεληθούν και ποιοι θα πληρώσουν το κόστος. Σε επίπεδο γενικών διακηρύξεων, ουδείς μπορεί να διαφωνήσει με τους στόχους που απαριθμούνται. Ποιος μπορεί να αρνηθεί, για παράδειγμα, ότι είναι αναγκαία η «ενίσχυση της προσβασιμότητας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας του συστήματος υγείας», που αναφέρεται ως ένας από τους βασικούς άξονες του σχεδίου;

Ομως η αναφορά στις δράσεις που θα φέρουν το αποτέλεσμα περιορίζεται σε γενικές διατυπώσεις του τύπου: «επανασχεδιασμός του συνολικού συστήματος υγείας μέσω αποτελεσματικών οργανωτικών μεταρρυθμίσεων».

Τι σημαίνει «επανασχεδιασμός»; Θα δοθούν χρήματα για προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών και αναβάθμιση των δημόσιων υποδομών; Ή θα εκχωρηθούν οι δημόσιες υποδομές σε ιδιώτες και η διαχείριση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης θα παραδοθεί στις ασφαλιστικές εταιρείες;

Πίσω από τα ωραία λόγια, μπορεί να κρύβεται η μέρα ή η νύχτα.

Εάν λάβουμε υπ’ όψιν το γενικό πνεύμα της Επιτροπής Πισσαρίδη, το πιθανότερο είναι ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία θα κληθεί να αναλάβει σημαντικό ρόλο σε πολλά πεδία, αφού η γενική οριζόντια κατεύθυνση είναι η αξιοποίηση των Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) για τις επενδύσεις και τις παρεμβάσεις παντού, από την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, μέχρι τις πολιτικές για την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή.

Ως βασικό εργαλείο διευκόλυνσης των επενδύσεων και της επιχειρηματικής δράσης αναφέρεται η μείωση του μη μισθολογικού κόστους (ασφαλιστικές εισφορές) σε συνδυασμό με την αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ξεκινώντας από τις επικουρικές συντάξεις οι οποίες θα γίνουν κεφαλαιοποιητικές (ό,τι επενδύει ο καθένας στο επικουρικό θα το παίρνει ως σύνταξη στο μέλλον). Ομως, πώς θα καλυφθούν τα έσοδα που θα χάσει το ασφαλιστικό σύστημα; Ή μιλάμε για μείωση συντάξεων;

Πρέπει επίσης να δούμε ποιο θα είναι το όφελος για την ελληνική παραγωγή από την εφαρμογή του σχεδίου. Διότι καλή είναι η «πράσινη» και η ψηφιακή μετάβαση, αλλά το ερώτημα είναι εάν τελικά θα περιοριστούμε σε επενδύσεις για την αγορά γερμανικών, γαλλικών και άλλων εισαγόμενων ανεμογεννητριών, ηλιακών πάνελ, φορτιστών για ηλεκτρικά Ι.Χ. και υλικών για «πράσινα» σπίτια. Τι θα μείνει τελικά στη χώρα και πώς θα αλλάξει το παραγωγικό υπόδειγμα -που υποτίθεται ότι είναι ο κεντρικός στόχος- εάν οι προμήθειες γίνουν από το εξωτερικό;

Πρέπει τέλος να δούμε ποιοι θα ωφεληθούν από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης. Κεντρική αντίληψη της Επιτροπής Πισσαρίδη είναι ότι πρέπει να ενισχυθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις και μάλιστα να γίνουν μεγαλύτερες. Σημαίνει αυτό στην πράξη ότι τη μερίδα του λέοντος θα τη λάβουν οι ισχυρές επιχειρήσεις της χώρας;
Σε κάποιο βαθμό κάτι τέτοιο είναι αναπόφευκτο και ίσως λογικό, αλλά πού είναι η αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος εάν αναπαράγουμε και ενισχύσουμε το υφιστάμενο επιχειρηματικό «κατεστημένο», το οποίο περιλαμβάνει πολλά φωτεινά παραδείγματα, αλλά στο σύνολό του δεν χαρακτηρίζεται από καινοτομία, προσαρμοστικότητα και εξωστρέφεια;

Πώς και από πού θα ξεπηδήσουν οι νέες δυνάμεις που θα αλλάξουν την πορεία του ελληνικού επιχειρείν και της οικονομίας εάν δεν δοθούν κίνητρα και σε αυτούς που μπορούν, αλλά δεν έχουν σήμερα διεξόδους και προοπτικές;

Θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα που γεννά το σχέδιο ανάπτυξης και οι απαντήσεις αυτές πρέπει να έρθουν από την κοινωνία, μέσα από τον πολιτικό διάλογο και τη συνεννόηση.