Μια από τις πιο σημαντικές πτυχές της διαπραγμάτευσης αφορά το θέμα των τραπεζών.

Η μέθοδος της ανακεφαλαίωσης που θα επιλεγεί, αλλά και ο χρόνος κατά τον οποίον θα πραγματοποιηθεί θα καθορίσει τι θα συμβεί με τις καταθέσεις, ποια θα είναι η τύχη μεγάλου αριθμού επιχειρήσεων, αλλά και το τι θα γίνει με ένα σημαντικό τμήμα της ακίνητης περιουσίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων που είναι υποθηκευμένη.

Στην ουσία, η ανακεφαλαίωση των τραπεζών δεν θα φέρει μια αναδιάταξη μόνο του τραπεζικού τομέα, αλλά θα αναδιαμορφώσει ριζικά το επιχειρηματικό τοπίο στη χώρα μας.

Το άμεσο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική πλευρά είναι ο χρόνος. Διότι εάν τα νέα κεφάλαια χορηγηθούν στις τράπεζες το 2016, θα πρέπει να εφαρμοστεί η οδηγία (που έγινε πλέον νόμος) για bail in, τη λεγόμενη “διάσωση εκ των έσω” , που σημαίνει ότι θα πληρώσουν το λογαριασμό και οι κάτοχοι μετοχών, ομολόγων και καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ (οι καταθέσεις κάτω από 100.000 ευρώ είναι εγγυημένες).

Πέρα από αυτό, όμως, έχει μεγάλη σημασία η μέθοδος που θα ακολουθηθεί για τη χορήγηση των κεφαλαίων.
Εάν γίνει όπως και οι προηγούμενες, με την χορήγηση κεφαλαίων μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) με χρήματα που θα δανειστεί το ελληνικό δημόσιο τότε θα διατηρηθεί ένα βαθμός ελέγχου από τις ελληνικές αρχές, ασφαλώς με όλους τους περιορισμούς και τους ελέγχους που υφίσταται το ΤΧΣ λόγω των μνημονίων, αλλά και με δεδομένη την εποπτεία που ασκεί η ΕΚΤ.

Εάν τα κεφάλαια χορηγηθούν απευθείας από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας (ESM) τότε ο έλεγχος περνάει απευθείας στις ευρωπαϊκές αρχές.

Υποτίθεται, βέβαια, ότι όλα γίνονται με τεχνοκρατικά κριτήρια και με γνώμονα τη βέλτιστη οικονομική λύση. Είδαμε, όμως, το τελευταίο διάστημα, ότι οι δανειστές κοιτάζουν πάνω από όλα το στενό εθνικό τους συμφέρον και όχι “το ευρωπαϊκό καλό”, οπότε λογικό είναι να συμπεράνουμε ότι και στις τράπεζες θα κοιτάξουν να διασφαλίσουν όσα περισσότερα μπορούν για τις δικές τους χώρες και τις δικές τους επιχειρήσεις.

Το δεδομένο είναι ότι αμέσως μετά την ανακεφαλαίωση, θα ξεκινήσει ο κύκλος ξεκαθαρίσματος των δανείων, πράγμα που σημαίνει δύο πράγματα:

1. Ξεκαθάρισμα των δανείων και των ακινήτων που έχουν υποθηκευτεί. Εκεί μένει να δούμε εάν και με ποιο τρόπο η κυβέρνηση θα καταφέρει να διασφαλίσει ότι δεν θα αλλάξουν μαζικά χέρια τα σπίτια της μεσαίας τάξης, η οποία αδυνατεί να εξυπηρετήσει τα δάνεια του χτες με τις οικονομικές συνθήκες του σήμερα.
2. Μαζική αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών δανείων και των επιχειρήσεων οι οποίες δεν έχουν τη δυνατότητα να αποπληρώσουν το δανεισμό τους. Είναι σαφές ότι όσες επιχειρήσεις αξιολογηθούν ως μη βιώσιμες αλλά και ως μη έχουμε επιχειρηματική προοπτική θα οδηγηθούν σε πτώχευση. Αντίθετα, όσες έχουν προβλήματα ρευστότητας αλλά διαθέτουν επιχειρηματική προοπτική, θα αλλάξουν χέρια, καθώς θα μεταβιβαστούν σε νέους μετόχους.

Στις διαδικασίες αυτές τον κεντρικό ρόλο θα τον έχουν οι τράπεζες. Εκείνες θα αξιολογήσουν κάθε περίπτωση και εκείνες θα οδηγήσουν τις νέες επιχειρήσεις στα χέρια των νέων μετόχων, αφού πρώτα προχωρήσουν σε αναδιάρθρωση του δανεισμού, με κάποιο κούρεμα.

Με λίγα λόγια, όποιος ελέγχει τις τράπεζες τα επόμενα χρόνια, θα έχει τη δυνατότητα να καθορίσει τον επιχειρηματικό και οικονομικό χάρτη στη χώρα μας, οπότε έχει ασφαλώς νόημα να επιχειρηθεί η κατά το δυνατόν διατήρηση του ελέγχου στην Ελλάδα.