Μια εξίσωση με αρκετούς αγνώστους είναι το νέο μνημόνιο το οποίο ετοιμάζεται να εφαρμόσει η Ελλάδα, με αντάλλαγμα νέα χρηματοδότηση για τα επόμενα τρία χρόνια.

Δεν είναι ακόμη σαφές τι θα γίνει με το χρέος, ενώ πέρα από κάποια γενικά χαρακτηριστικά δεν έχουν προσδιοριστεί οι λεπτομέρειες για τις αναπτυξιακές ενισχύσεις, οι οποίες στην πραγματικότητα βασίζονται κατά μεγάλο μέρος σε βελτιωμένες προϋποθέσεις χορήγησης ήδη προϋπολογισμένων ευρωπαϊκών κονδυλίων.

Αυτά τα δύο σημεία, όμως, αποτελούν σημεία-κλειδιά αφού θα κρίνουν σε σημαντικό βαθμό αν θα υπάρξουν οι προϋποθέσεις ώστε αυτή τη φορά το μνημόνιο να φέρει αποτελέσματα ή, αντιθέτως, αν θα οδηγήσει την οικονομία σε νέα αδιέξοδα, σε κοινωνικές τριβές και εντέλει σε πολιτική κρίση, όπως συνέβη με τα δύο προηγούμενα.

Η κυβέρνηση αναλαμβάνει δεσμεύσεις για να προωθήσει σύντομα πολύ φιλόδοξα μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και τον εκσυγχρονισμό του δημόσιου τομέα. Πρόκειται για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες έπρεπε να έχουν γίνει πριν από 30 χρόνια, αλλά αν η κυβέρνηση καταφέρει να τις προωθήσει μπορεί να «ισοφαρίσει» σε μεγάλο βαθμό την κακή πλευρά του μνημονίου.

Η δημοσιονομική προσπάθεια (περικοπές και φόροι) επιφέρει επώδυνα μέτρα, αλλά είναι μικρότερη απ’ ό,τι στο παρελθόν, δεδομένου ότι η μεγαλύτερη απόσταση έχει ήδη καλυφθεί.

Το μεγάλο πρόβλημα, όμως, είναι ότι ύστερα από τους ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων η οικονομία βρίσκεται και πάλι σε ύφεση η οποία, σύμφωνα με ορισμένες προβλέψεις, μπορεί να επιμείνει για περισσότερο από έναν χρόνο.

Νοικοκυριά και επιχειρήσεις, δηλαδή, θα βρεθούν και πάλι σε τοξικό οικονομικό περιβάλλον, με αυξημένη ανεργία και συμπιεσμένη ζήτηση.

Αυτή τη φορά αποφασίστηκε να προχωρήσει και η εξυγίανση των κόκκινων δανείων, με αποτέλεσμα αν δεν ληφθούν μέτρα προστασίας να έχουμε πλειστηριασμούς ακινήτων, μαζικά και με συνοπτικές διαδικασίες, κάτι που οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν αποτόλμησαν.

Σε μια τέτοια περίπτωση θα μεταβιβαστεί γρήγορα και με βίαιο τρόπο ένα μεγάλο κομμάτι της περιουσίας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων σε άλλα χέρια.

Μένει να φανεί αν θα υπάρξει ένα αποτελεσματικό δίχτυ προστασίας, όπως υπόσχεται η κυβέρνηση, ή αν θα προωθηθούν και πάλι ρυθμίσεις ανάλογες με τις προηγούμενες, οι οποίες κάλυψαν έναν ελάχιστο αριθμό νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Καθοριστικός θα είναι επίσης ο τρόπος λειτουργίας του νέου Ταμείου Εθνικής Περιουσίας, το οποίο θα αναλάβει δημόσια περιουσιακά στοιχεία συνολικής αξίας 50 δισ. ευρώ, με την αποστολή «να μεγιστοποιεί την αξία τους την οποία θα ρευστοποιεί με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα», όπως γενικά αναφέρεται στο κείμενο του μνημονίου.

Είναι σαφές ότι με αυτά τα γενικά δεδομένα υπάρχει μεγάλο εύρος πιθανών εξελίξεων, από την ουσιαστική αξιοποίηση δημόσιας περιουσίας μέχρι το λεγόμενο «ξεπούλημα», και αυτό θα εξαρτηθεί από τους χειρισμούς αυτής της κυβέρνησης αλλά και των επόμενων, δεδομένου ότι πρόκειται για μια διαδικασία η οποία θα διαρκέσει πολλά χρόνια.

Είναι σαφές ότι το νέο μνημόνιο αφήνει κάποια περιθώρια κινήσεων αλλά δημιουργεί και αρκετά ρίσκα, ειδικά σε ό,τι αφορά την πιθανότητα μέσα σε λίγα χρόνια να αλλάξει χέρια ένα σημαντικό κομμάτι ιδιωτικού και δημόσιου πλούτου.