Η έκθεση συντάχθηκε υπό την αιγίδα ενός παλιού γνώριμου της χώρας μας, του Χοακίν Αλμούνια, που ήταν επίτροπος επί των Οικονομικών από το 2004 έως το 2009, οπότε η έννοια της ανεξαρτησίας είναι σχετική. Παρ’ όλα αυτά, διατυπώνονται μερικές πικρές και σκληρές αλήθειες, οι οποίες φέρνουν στην επιφάνεια για άλλη μια φορά τα περίφημα «λάθη» που έγιναν από τους δανειστές.

Η λέξη «λάθος» είναι και αυτή σχετική, αφού σε πολλές περιπτώσεις επρόκειτο για συνειδητές πολιτικές επιλογές και όχι για εσφαλμένους υπολογισμούς και λανθασμένες εκτιμήσεις.

Γράφει, για παράδειγμα, η επιτροπή που συνέταξε την έκθεση ότι παρόλο που έγιναν μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας δεν συνέβη το ίδιο με τις αγορές προϊόντων. Χτυπήθηκαν, δηλαδή, τα εργασιακά δικαιώματα, έγιναν πιο εύκολες οι απολύσεις και τελικά μειώθηκαν οι μισθοί, αλλά δεν χτυπήθηκαν τα ολιγοπώλια και οι στρεβλώσεις στην αγορά που κρατούν ψηλά τις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών στην Ελλάδα. Ο λόγος δεν αναφέρεται, αλλά είναι προφανής: είναι πιο εύκολο να τα βάλει κάποιος με τους εργαζομένους παρά με τα αφεντικά τους.

Μια άλλη πικρή αλήθεια που παραδέχεται η επιτροπή υπό τον κ. Αλμούνια είναι ότι δόθηκε υπερβολικά μεγάλο βάρος στη λιτότητα, αλλά δεν έγινε το ίδιο με την ανάπτυξη και τις μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, οι οποίες θα απαιτούσαν σύγκρουση με εταιρικά και συντεχνιακά συμφέροντα. Μετάφραση: μπήκαν φόροι, περικόπηκαν κρατικές δαπάνες, αλλά με τα ισχυρά συμφέροντα δεν τα βάλαμε.

Ομολογείται, επίσης, με πολύ προσεκτική τεχνοκρατική γλώσσα ότι οι φορείς που έδωσαν τα δάνεια στην Ελλάδα «δεν διέθεταν ένα πλαίσιο έτσι ώστε να διαμορφώσουν συστηματικά στόχους για τα προγράμματα, με αποτέλεσμα να καταλήξουν σε ακατάλληλες στρατηγικές». Με απλά λόγια, αυτό σημαίνει ότι οι περίφημοι τεχνοκράτες που καθόρισαν την τύχη της χώρας μας βάδιζαν «στα κουτουρού», χωρίς σχέδιο και μάθαιναν στου κασίδη το κεφάλι.

Είναι ενδιαφέρον επίσης ότι στην έκθεση διατυπώνεται και η παραδοχή ότι οι εκταμιεύσεις των περίφημων δόσεων δεν γίνονταν τόσο ανάλογα με την πρόοδο στην υλοποίηση των συμφωνηθέντων (όπως θα έπρεπε), αλλά με βάση τις ανάγκες σε ρευστότητα της Ελλάδας, έτσι ώστε να μη φτάσει η χώρα σε αδυναμία πληρωμής και να προκληθεί πιστωτικό επεισόδιο το οποίο θα αποσταθεροποιούσε την Ευρωζώνη. Με άλλα λόγια, ο βασικός στόχος των προγραμμάτων ήταν η σωτηρία της Ευρωζώνης και η επιστροφή των χρημάτων που δανείστηκαν στην Ελλάδα και μπροστά σε αυτόν οι κανόνες μπορούσαν να παρακάμπτονται.

Η αλήθεια είναι ότι η επιτροπή του ESM δεν λέει και τίποτα καινούριο. Για την ακρίβεια, τα είχε πει καλύτερα και πιο αυστηρά μια άλλη επιτροπή που είχε αξιολογήσει την ανάμειξη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Βέβαια, όλες αυτές οι εκθέσεις είναι περισσότερο μια άσκηση δημοσίων σχέσεων των οργανισμών αυτών, έτσι ώστε να δείξουν ότι εξελίσσονται και διορθώνονται. Ενα ξέπλυμα ευθυνών, ένα άλλοθι καλής προαίρεσης, όπου γίνονται παραδοχές για κάποια «λάθη», αλλά το συμπέρασμα είναι «τελικά όλα καλά».

Θα έπρεπε η ελληνική πλευρά να αξιοποιήσει τα ευρήματα των «ανεξάρτητων» αυτών εκθέσεων, να διαμορφώσει μια ελληνική αντίστοιχη έκθεση με διακομματική συμμετοχή και συναίνεση και να διεκδικήσει από τους δανειστές, κυρίως από την Ε.Ε., «επανορθώσεις». Οχι βέβαια δικαστικές, αλλά πολιτικές επανορθώσεις με περισσότερα κονδύλια για την ανάκαμψη, για να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις από τα λάθη που διέπραξαν οι δανειστές επί μια δεκαετία.

Τολμάει άραγε κάποιος;