Ο στόχος αυτός είναι ρητορικά στο πρόγραμμα σχεδόν όλων των πολιτικών κομμάτων, αλλά και των εκπροσώπων των επιχειρήσεων και του κόσμου της εργασίας.

Για πολλούς το θέμα είναι δυστυχώς μια «καραμέλα» που συνοδεύει μεγαλεπήβολα σχέδια, ενώ κατά κανόνα και τα όποια -καλοπροαίρετα- σχέδια που είδαμε μέχρι σήμερα περιελάμβαναν στην καλύτερη περίπτωση διακηρύξεις και γενικούς στόχους.

Τώρα στο τραπέζι πέφτουν και χρήματα, εφόσον τουλάχιστον το Ταμείο Ανάκαμψης υλοποιηθεί, οπότε το ζήτημα γίνεται και πρακτικό. Τι θα κάνουμε με αυτά τα χρήματα;

Τα χρήματα είναι μεν απαραίτητα, αλλά δεν είναι αρκετά. Χρήματα υπήρχαν διαθέσιμα κι άλλες φορές στο παρελθόν, αλλά δεν χρησιμοποιήθηκαν αποτελεσματικά, ούτε επέφεραν αλλαγές στο μοντέλο.

Ανακοίνωσε η κυβέρνηση, λοιπόν, τη σύσταση μιας επιτροπής καθηγητών και ειδικών η οποία υποτίθεται ότι θα διαμορφώσει ένα «σχέδιο» για το πώς θα αξιοποιηθούν τα χρήματα. Γίνεται μάλιστα και ένας επικοινωνιακός παραλληλισμός με το «μοντέλο Τσιόδρα», με το αφήγημα ότι όπως στην πανδημία η κυβέρνηση ακολούθησε με επιτυχία τις οδηγίες των ειδικών, έτσι και στην οικονομία θα κάνει το ίδιο.

Καταρχήν τα οικονομικά δεν είναι ακριβής και αντικειμενική επιστήμη όπως η Βιολογία και η Ιατρική. Είναι κατεξοχήν πολιτική επιστήμη που, αντί για φυσικούς νόμους, έχει επιλογές τις οποίες άλλες ομάδες τις εξυπηρετούν και άλλες τις επιβαρύνουν.

Η επιλογή ανάμεσα στις κρατικές και τις ιδιωτικές επενδύσεις, για παράδειγμα, δεν εξαρτάται από κάποιον ακλόνητο οικονομικό συμπαντικό νόμο, αλλά είναι κατά βάση πολιτική επιλογή που ορισμένους ωφελεί και άλλους ζημιώνει.

Αλλο είναι το οικονομικό «καλό» για έναν μέτοχο μεγάλης επιχείρησης και άλλο για έναν μικρομεσαίο ή έναν εργαζόμενο. Είναι ακόμα πολύ διαφορετικό για έναν ιδιοκτήτη εταιρείας λογισμικού και έναν επιχειρηματία στον τομέα της εστίασης.

Τα περισσότερα μέλη της επιτροπής είναι εξαιρετικοί επιστήμονες με διεθνή καταξίωση, αλλά πολλοί από αυτούς εμφορούνται από νεοκλασικές οικονομικές θεωρίες της νεοφιλελεύθερης σχολής, οι οποίες έχουν συγκεκριμένο ιδεολογικό προσανατολισμό – δίνουν για παράδειγμα προτεραιότητα στην επιχείρηση και το κεφάλαιο, όχι στην εργασία.

Η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι μια τεχνική διαδικασία για την οποία χρειάζεται μια συνταγή που θα διαμορφώσουν κάποιοι ειδικοί – ακόμα κι αν είναι πράγματι ειδικοί. Δεν λειτουργούν έτσι οι κοινωνίες, ούτε η οικονομία. Για τη φοροδιαφυγή, για παράδειγμα, ξέρουμε τεχνικά τι πρέπει να γίνει.

Αλλά το σωστό δεν μπορεί να γίνει επί δεκαετίες επειδή από τη φοροδιαφυγή κερδίζουν πολλοί, οι οποίοι εμποδίζουν τις αλλαγές.
Είναι αλήθεια ότι μέσα στην καταστροφή δημιουργείται μια ευκαιρία, αλλά χρειάζονται τομές και ανατροπές οι οποίες δεν μπορούν να γίνουν χωρίς πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις.

Η προοπτική των 32 δισ. ευρώ άνοιξε έναν μεγάλο αγώνα στον οποίο διαγκωνίζονται ήδη μεγάλα και μικρά συμφέροντα τα οποία, όλα, θέλουν ένα κομμάτι από αυτή την πίτα
Απουσιάζουν όμως από τη διαδικασία που επιλέχθηκε το πολιτικό στοιχείο και η κοινωνία.

Χωρίς αυτά τα στοιχεία κινδυνεύουμε να ξαναζήσουμε έναν «αγώνα μποξ» για τη μοιρασιά των όποιων χρημάτων, με τα καθ’ όλα αξιόλογα μέλη της επιτροπής να αξιοποιούνται ως άλλοθι και αντιπερισπασμός για τη νέα μοιρασιά, όπως οι κυρίες με τα μαγιό που κινούνται στο ρινγκ ανάμεσα σε κάθε γύρο.