Σε περιβάλλον δυο πολέμων και πολλαπλών κρίσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση ταλανίζεται στα δυο βασικά πεδία που συνιστούν, ελλείψει «ψυχής», την ουσία της: το γόητρο και το χρήμα. Ιδωμένα αμφότερα από την πλευρά των κρατών-μελών και όχι του συνόλου.

Το γόητρο, που συχνά στη σύγχρονη πολιτική αποκαλείται «μήνυμα», αλλά στην πραγματικότητα σχετίζεται πάντα με το συμφέρον, συνεχίζει να δοκιμάζεται, και να διχάζει, στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής. Μετά τις περιπέτειες που περιγράψαμε τις δυο προηγούμενες βδομάδες -και που έφεραν, η πρώτη, διχοστασία γύρω από τη βοήθεια στην Παλαιστίνη και η δεύτερη γκρίνια για ασυντόνιστες πρωτοβουλίες-, αυτή που μόλις έκλεισε είχε ως πρωταγωνιστή μια σπάνια λέξη: το «διάλειμμα» (pause). Στη συνάντηση των Υπουργών Εξωτερικών, την περασμένη Δευτέρα, το μόνο, κατά τον προεδρεύοντα «Υπουργό Εξωτερικών» της Ένωσης, στο οποίο μπόρεσαν να συγκλίνουν φιλοπαλαιστίνιοι και φιλοϊσραηλινοί, περιστερές και γεράκια, ήταν η ανάγκη για μια «ανθρωπιστική παύση» -με την υποσημείωση ότι βρισκόταν πολύ μακριά από την (όχι αναγκαστικά επιθυμητή από όλους, σε αυτήν τουλάχιστον τη φάση) ειρήνη. Στη προπαρασκευαστική συζήτηση της περασμένης Τετάρτης, κυκλοφόρησε δοκιμαστικά η ιδέα να ζητηθεί επισήμως από την Ένωση αυτή η παύση στις εχθροπραξίες –με τη διευκρίνιση ότι αποτελούσε κάτι διαφορετικό από μια «εκεχειρία».

Στη συνάντηση των ηγετών την Πέμπτη δεν συμφωνήθηκε ούτε η διατύπωση ούτε καν το είδος της «παύσης»: να μπει η λέξη στον ενικό ή στον πληθυντικό; με ή χωρίς προϋποθέσεις; με υπονόηση ή όχι κάποιου τελικού στόχου; Και τελικά, στην ψηφοφορία εντός της Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, την Κυριακή, τα κράτη της Ένωσης τριχοτομήθηκαν: τα περισσότερα απείχαν (Ελλάδα, Κύπρος, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ιταλία, Γερμανία, Ολλανδία, Πολωνία, Σλοβακία, Σουηδία, Φινλανδία, Δανία, Εσθονία, Λιθουανία, Λετονία), τρία «σκληροπυρηνικά» (Αυστρία, Τσεχία, Ουγγαρία) ψήφισαν κατά της «παύσης», ενώ υπήρξαν και οι ιδεαλιστές, ή αφελείς, που ψήφισαν υπέρ (Γαλλία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Ιρλανδία, Ισπανία, Πορτογαλία, Σλοβενία και Μάλτα).

Η εικόνα είναι ελαφρώς, για να το πούμε κομψά, σουρεαλιστική. Τρείς χώρες απέρριψαν αναφανδόν και δεκαπέντε ντεμί-σεζόν μια πρόταση την οποία οι Υπουργοί Εξωτερικών όλων τους είχαν θεωρήσει ελάχιστο κοινό παρονομαστή ελάχιστες μέρες πριν. Η πλειοψηφία «ψήφισε λευκό», που τι όμως σημαίνει ακριβώς στην προκείμενη περίπτωση: απέχω γιατί θέλω κάτι να πετύχω ή γιατί δεν ξέρω τι θέλω; Γιατί δεν θέλω ούτε παύση των εχθροπραξιών ούτε μη παύση; -το πώς θα συνυπάρξουν και τα δυο θα μας το πουν, φαντάζομαι, οι επίγονοι του Αϊνστάιν. Ή μήπως απέχω γιατί δεν αντέχω να δυσαρεστήσω καμία από τις αντιμαχόμενες πλευρές; Το ευρωπαϊκό γόητρο δέχτηκε το μεγαλύτερο πλήγμα από το αποτέλεσμα αυτής της ψηφοφορίας: 120 χώρες σε όλο τον κόσμο υπέρ της παύσης, 14 εναντίον, 45 αποχές. Επειδή είναι πιο «μπροστά» από όλους στη διπλωματία, η Ένωση έπαιξε μόνη της και βγήκε, για μια ακόμη φορά, δεύτερη.

Κάπως έτσι εξελίσσονται τα πράγματα και στο μέτωπο των χρημάτων. Η συζήτηση είναι ακόμα στο στάδιο της προθέρμανσης: το Δεκέμβριο θα πρέπει να αποφασιστεί πόσο και με τι τρόπο θα αυξηθεί ο εξαετής (2021-2027) προϋπολογισμός της Ένωσης, την τελευταία βδομάδα του Οκτωβρίου θα ρίξουμε μερικές τροχιοδεικτικές βολές για να δούμε πού βρισκόμαστε. Η ανάγκη αναθεώρησης είναι αντικειμενική: κορωνοϊός, πόλεμος στην Ουκρανία, άρση δημοσιονομικών καταναγκασμών και απαγορεύσεων, κοινοί δανεισμοί, ψηλά επιτόκια και βροχή επιδοτήσεων, άδειασαν, ήδη, τον κουμπαρά. Η Επιτροπή ζητά «ένεση» 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, για να κλείσουν οι τρύπες αλλά και για να σταθούν στα πόδια τους κοινά σχέδια.

Κι εκεί είναι που αρχίζει –και συνεχίζεται- η κακοφωνία: κάθε χώρα έχει το δικό της ταβάνι, τις δικές της προτεραιότητες και κάνει τους δικούς της υπολογισμούς. Στα 50 επιπλέον δις για την Ουκρανία, οι πάντες, πλην Ουγγαρίας, θεωρητικά συμφωνούν, αλλά σε όλα τα άλλα όλοι διαφωνούν με όλους και συχνά με τον εαυτό τους: γενναία ενίσχυση για τη μεταναστευτική πολιτική ζητούν, δικαίως, Ελλάδα και Ιταλία –ναι, αλλά δεν θα πάρετε και χρήματα για την «ανταγωνιστικότητα» ανταπαντούν Ολλανδία και Γερμανία, οι οικονομίες των οποίων κέρδισαν τα περισσότερα από την άρση των κρατικών ενισχύσεων κατά τη διάρκεια του κορωνοϊού. Το περιβάλλον φυσικά είναι προτεραιότητα, αλλά είναι άραγε τέτοια προτεραιότητα (τι πειράζει που σε λίγο θα μας χτυπάνε τροπικοί τυφώνες;) που να δικαιολογεί να βάλουμε το χέρι στην τσέπη; Και ούτω καθεξής –ως τον τελικό συμβιβασμό-πασάλειμμα, που θα πάει, όπως πάντα την Ευρώπη όσο μπροστά γίνεται.