Η Έφη Αχτσιόγλου είναι το πρώτο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που μπήκε στο χορό των υποψηφίων για την ηγεσία, μετά την εκλογική- στρατηγική ήττα της Κουμουνδούρου. Αυτή, τη νέα συνθήκη, την χαρακτήρισε «το αποτέλεσμα των διπλών εκλογών»- αν και με την ανακοίνωση της υποψηφιότητάς της άφησε να εννοηθεί ότι όλοι και όλες στο ΣΥΡΙΖΑ οφείλουν να αποτιμήσουν τις αιτίες του «αποτελέσματος» κάποια στιγμή.

Είναι προφανές ότι στην αφετηρία μιας εσωκομματικής προεκλογικής μάχης, οι διεκδικητές της ηγεσίας αποφεύγουν τις «δύσκολες» περιγραφές και προτιμούν να εστιάσουν σε όσα τους επιτρέπουν να απευθυνθούν με ασφάλεια σε μεγαλύτερα κοινά. Πρόκειται για τα «συνήθη θαύματα» στο μικρό αλλά πυκνό χρόνο των εσωκομματικών αναμετρήσεων. Η κυρία Αχτσιόγλου είναι μια πολιτικός από τις νεότερες γενιές, αλλά πλέον αρκετά έμπειρη. Έχει κυβερνήσει μαζί με άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Έχει ζήσει την θεαματική άνοδο των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ και έχει πάρει μέρος – από θέσεις ευθύνης- στην πορεία που κατέληξε στην πρόσφατη οδυνηρή για το κόμμα της ήττα. Δεν είναι το πρώτο, ούτε το τελευταίο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που συμφώνησε- αφού δεν τις αμφισβήτησε δημοσίως- με τις πολιτικές του Αλέξη Τσίπρα και τις επιλογές του σε κρίσιμες ώρες για τη χώρα.

Η κυρία Αχτσιόγλου ήταν υποψήφια στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου και του Σεπτεμβρίου του 2015. Ανέλαβε τότε -εκείνη τη χρονιά- διευθύντρια του Πολιτικού Γραφείου του Υπουργού Εργασίας, του Γιώργου Κατρούγκαλου και την ευθύνη για τη διαπραγμάτευση της Ελληνικής Κυβέρνησης με τους Θεσμούς σε ζητήματα σχετικά με την αγορά εργασίας και κοινωνικής ασφάλισης. Από τις 5 Νοεμβρίου του 2016 έως τις 9 Ιουλίου του 2019 είχε η ίδια τα ηνία του υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα. Κατά τη θητεία της συνδέθηκε – όπως θυμούνται οι πολιτικοί της φίλοι- με την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων, την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% και 27% για τους νέους εργαζόμενους (με ενιαίο κατώτατο μισθό τα 650 ευρώ), την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού, τη μείωση της αδήλωτης εργασίας και της ανεργίας, τη δημιουργία του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ), το νέο πλαίσιο για την αναδοχή και την υιοθεσία. Την ίδια περίοδο εφάρμοσε πολιτικές που σίγουρα γνώριζε καλά (αν δεν ήταν από τους «συγγραφείς»)  και που αποτέλεσαν κόκκινο πανί στη συνέχεια ακόμη και για κάποιους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Στήριξε και φάρμοσε πολύ απλά το νόμο Κατρούγκαλου.

Από το 2019 και μετά- όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε την πρώτη φάση της στρατηγικής ήττας- ανέλαβε τη ευθύνη του Τομέα Οικονομικών. Ήταν η σκιώδης υπουργός Οικονομικών στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όταν επιχειρηθεί στον ΣΥΡΙΖΑ η αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος ίσως διερευνηθούν και τα αίτια της αποτυχίας της Κουμουνδούρου να πείσει όχι το 20% αλλά το 31% (ήταν το ποσοστό του 2019 του ΣΥΡΙΖΑ) για την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής που πρότεινε στους ψηφοφόρους, πχ στην Δυτική Αθήνα- όπου εκλέχτηκε η κυρία Αχτσιόγλου και όπου η Νέα Δημοκρατία σάρωσε για πρώτη φορά καταγράφοντας υψηλά ποσοστά.

Σε κάθε περίπτωση από εδώ και στο εξής -και όχι μόνο στο διάστημα της εσωκομματικής αναμέτρησης- ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει πολλές ευκαιρίες για να αναλύσει σε βάθος τα αίτια της εκλογικής κατάρρευσης και να κάνει τα επόμενα βήματα για να συγκροτήσει τη νέα ταυτότητά του. Σύμφωνα πάντως με την κυρία Αχτσιόγλου ο ΣΥΡΙΖΑ είναι και ξεκίνησε την ανοδική του πορεία ως κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Το δε ενδιαφέρον σημείο της δήλωσής της για το πολιτικό και ιδεολογικό στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν υπάρχουν διλήμματα κι ότι αν υπάρχουν, υπάρχουν μόνο για τους αντιπάλους τους. «Οι αντίπαλοί μας κατασκευάζουν το δίλημμα «προς το κέντρο ή προς την αριστερά;». Δεν υπάρχει τέτοιο δίλημμα για εμάς. Ξέρουμε πολύ καλά με ποιους είμαστε. Είμαστε με τους πολλούς, είμαστε με το δίκιο», ήταν η γενικόλογη απάντηση που έδωσε σε ένα ερώτημα που πάντως έχουν ήδη θέσει στο δημόσιο διάλογο στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Το ερώτημα αυτό αφορά στο πως ο ΣΥΡΙΖΑ βλέπει τον εαυτό του στη νέα συγκυρία και στο πως καταρχάς τοποθετείται πολιτικά μετά και το νέο άνοιγμα που ετοιμάζει προς τους «πολλούς» κεντροαριστερούς ψηφοφόρους.  Δεν υπάρχει δίλημμα για την κυρία Αχτσιόγλου και αυτό ισχύει και για τα άλλα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ; Και όσοι το θέτουν προέρχονται από την όχθη των αντιπάλων που έχουν εμμονή στο κατασκευάζουν διλήμματα για τον ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία; Μάλλον δεν είναι έτσι τα πράγματα. Και δεν είναι τα διλήμματα ή απλώς η περιγραφή τους, που εγκλωβίζουν σε στάσιμα νερά. Τα διλήμματα, όταν υπάρχουν, δημιουργούν συχνά νέες αφετηρίες και καθαρές διαδρομές. Και οφείλουν οι του ΣΥΡΙΖΑ , οι κορυφαίοι του χορού να περιγράψουν με συγκεκριμένο λόγο το σχέδιό τους για την επόμενη μέρα. Είναι για παράδειγμα άλλο να είσαι και να παραμένεις κόμμα της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και άλλο να φλερτάρεις με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και να διεκδικείς την ένταξή σου στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Ή μήπως δεν έχουν ήδη γίνει σχετικές συζητήσεις στον ΣΥΡΙΖΑ;