Τους τελευταίους μήνες ολόκληρος ο πλανήτης, με αυξομειώσεις, βρίσκεται στο έλεος ενός πραγματικά επιτυχημένου οργανισμού. Ενός μικροσκοπικού ιού (στο βαθμό που θεωρείται οργανισμός) που ξεκίνησε από μία μεμονωμένη περιοχή, κάπου στην Κίνα και μέσα σε λίγους μήνες κατέκτησε τη Γη ή έστω, την ανθρώπινη διάστασή της. Στο ταξίδι του αυτό, ο γνωστός μας πλέον κορωνοϊός Covid-19, προκάλεσε και προκαλεί τεκτονικές αλλαγές στα ανθρωπογενή συστήματα που συνάντησε. Τίποτε δεν έχει μείνει ανεπηρέαστο τους τελευταίους μήνες, στον τρόπο με τον οποίο διεξάγουμε τη ζωή μας σε όλα τα επίπεδα.

Επηρεάστηκε η οικονομική δραστηριότητα, από το εμπόριο, έως τον τουρισμό και την κατανάλωση, οι αγορές με τις προσδοκίες να πέφτουν για καιρό στο ναδίρ και να εξαρτώνται αποκλειστικά από τα νέα των φαρμακευτικών εταιρειών, η κοινωνική μας ζωή με την αλλαγή συνηθειών αιώνων, οι προσωπικές μας σχέσεις, ακόμα και η πολιτική σφαίρα με πλήθος τρόπους. Παρατηρώντας λοιπόν όλες αυτές τις επιπτώσεις αλλά και τον τρόπο συμπεριφοράς αυτού του ιού, μπορούμε να εξάγουμε ορισμένα ενδιαφέροντα συμπεράσματα και να σημειώνουμε παρατηρήσεις, που όσο περνά ο καιρός θα πληθαίνουν στην ποικιλία τους και θα αυξάνουν την εμπειρική τους βασιμότητα ή μη.

Πρώτα απ’ όλα για ακόμη μία φορά, μετά από διάφορες άλλες φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πυρκαγιές, πλημμύρες, τσουνάμι κλπ), κλονίζεται η αλαζονική εν πολλοίς πεποίθηση του σύγχρονου ανθρώπου περί δήθεν παντοδυναμίας του ή πλήρους επιβολής του πάνω στις δυνάμεις της Φύσης. Ένα υφέρπον δόγμα του Διαφωτισμού που ενισχύθηκε στις μέρες μας και βασίζεται πάνω στο θρίαμβο της τεχνολογίας και των επιτευγμάτων της. Έφτασε λοιπόν η θεωρία αυτή να θεωρεί τον άνθρωπο φυσικό και αποκλειστικό κυρίαρχο του περιβάλλοντος, το οποίο υποβιβάζεται σε απλό «πράγμα» (res) στην απόλυτη διάθεση του κυρίου του. Μέσο για την εξυπηρέτηση κάθε σκοπού του και για τη δική του και μόνο ευχαρίστηση. Ένας άνθρωπος απόλυτα ξεκομμένος από οτιδήποτε φυσικό, που διαβιοί σε πλήρως τεχνητό περιβάλλον και αποκτά σταδιακά εντελώς έμμεση και απόμακρη σχέση με τα στοιχεία της φύσης, τους υπόλοιπους οργανισμούς, τους ήχους και της οσμές της υπαίθρου.

Η αλαζονική αυτή θεώρηση των πραγμάτων, που πιστεύει ανάμεσα σε άλλα πως η άνευ ορίων εκμετάλλευση των φυσικών πόρων δεν έχει καμία επίπτωση πχ στο κλίμα και πάντως μπορεί απόλυτα να ελεγθεί με παρεμβάσεις ήσσονος σημασίας, έχει συχνά συντριβεί στο πρόσφατο παρελθόν και δοκιμάζεται συνεχώς. Όπως και να το κάνουμε και παρά την απολύτως καλοδεχούμενη ανθρώπινη πρόοδο, η συμβιοτική μας σχέση με τους «συγκατοίκους» μας εδώ, είναι μία απόλυτη αναγκαιότητα στην οποία είτε θα προσχωρήσουμε εκουσίως και ασμένως, είτε θα μας επιβληθεί. Διά του νόμου των φυσικών συνεπειών, τελικά του νόμου της ισχύος. Αφού, τελικά, παραμένουμε σχετικώς ανίσχυροι. Η παράθεση παραδειγμάτων παρέλκει, ως μη αναγκαία, μια και όλοι μπορούμε να φέρουμε στο νου μας εικόνες. Ωμές, εύγλωττες, αδιαπραγμάτευτες.

Το άλλο που διαπιστώνουμε, είναι πως επίσης όπως και σε όλες τις λοιπές έκτακτες ανάγκες, έτσι και εδώ, ίσως ακόμα πιο γλαφυρά, ο ιός χτυπά αδιακρίτως. Αφορά τους πάντες. Μπροστά σε αυτόν, εκλείπουν οι κατά τα λοιπά πανίσχυρες, έως αξεπέραστες, ανισότητες. Οι κοινωνικές διακρίσεις, που με συστηματική θαρρείς «επιμέλεια» οικοδόμησαν οι άνθρωποι, φροντίζοντας στο εξής για τη διαιώνισή τους, ισοπεδώνονται στη στιγμή, μπροστά στο λιλιπούτειο επιδρομέα. Πλούσιοι και φτωχοί, μικροί και μεγάλοι, διάσημοι και άσημοι, εκπρόσωποι κάθε φυλής, όλοι το ίδιο ευάλωτοι. Και ναι, δεν αγνοώ πως και εδώ, όσοι έχουν περισσότερα υλικά μέσα, μπορούν θεωρητικά να προφυλαχθούν περισσότερο ή να τύχουν καλύτερης αντιμετώπισης μετά, όσον αφορά όμως στο ποιους επιλέγει ο ίδιος ο ιός, εκεί υπάρχει απόλυτη ισότητα.

Είναι αξιοσημείωτο –ενδεχομένως και παρήγορο ή ελπιδοφόρο για πολλούς- πως στα μεγάλα γεγονότα, συνήθως στις απειλές αλλά όχι μόνο, ακόμα και στις χαρές, ή τα ταυτοτικής υφής λαϊκά δρώμενα, οι τεχνητοί διαχωρισμοί, αυτόματα, παύουν να έχουν ισχύ. Ο άνθρωπος είναι πάντα τέτοιος μπροστά στη νομοτέλεια της μοίρας του και στην ισχύ της ανάγκης. Δυστυχώς, χρειάζονται στιγμές ύστατης δραματικότητας, για να γίνει αυτό αυτονόητη συνείδηση, ενίοτε όμως συμβαίνει. Και τότε, όλοι, με την ίδια ανάγκη για τα βασικά, με την ίδια αγωνία στα μάτια, αλλά και διάθεση για κοινωνία και προσφορά, στέκουν στην ίδια ουρά, προσμένοντας σε μια χείρα βοηθείας. Μια βοήθεια που συνήθως έρχεται ή πάντως οργανώνεται από δημόσιους φορείς, το εν γένει κράτος και την πολιτική που έχει την ευθύνη του συντονισμού.

Μια άλλη λοιπόν παρατήρηση, ίσως και συμπερασματική, είναι αυτή που κάπως αποκαθιστά το κράτος, το δημόσιο τομέα και την πολιτική (με την έννοια της κρατικής οργάνωσης και άσκησης της εξουσίας) στη θέση που τους αναλογεί διαχρονικά. Επίσης τα τελευταία χρόνια, αυτά όλα είχαν αρχίσει να φθίνουν. Πολλοί έκαναν καριέρα με δόγματα εναντίον της ανάγκης ύπαρξης κράτους ή πολιτικής τάξης. Ο δημόσιος τομέας, όχι εντελώς άδικα φυσικά, έγινε συνώνυμος του «περιττού» ή του δύσχρηστου. Στις μεγάλες ανάγκες όμως, εκεί στρέφεται όλη η προσοχή. Από την αντιμετώπιση των μεγάλων οικονομικών κρίσεων, έως την κλιματική αλλαγή και τώρα την αντιμετώπιση της πανδημίας, στο κράτος (με την εθνική ή διεθνή του διάσταση) στρέφονται κυρίως οι ελπίδες. Στην αύξηση των δημοσίων δαπανών, στα δημόσια συστήματα υγείας, στην οργανωμένη παρέμβαση.

Σε καμία περίπτωση δεν μιλάμε εδώ για την απόλυτη κυριαρχία του κράτους. Και αυτό έχει αποτύχει πανηγυρικά. Μιλάμε όμως για την αποκατάσταση της σημασίας του στις συνειδήσεις μας. Στην πρωταρχικότητα της νομοθετικής ρύθμισης, στην αναγκαιότητα του κρατικού-δημόσιου συντονισμού, πάντα με όρους κράτους δικαίου και ισότητας. Και βέβαια στην αγαστή συνεργασία με τους ιδιωτικούς φορείς, που διαθέτουν τον αναγκαίο δυναμισμό και την δυνατότητα ευελιξίας και σύγχρονης αντίληψης των πραγμάτων. Στην αξιοποίηση του εθελοντικού κινήματος, που δίνει άλλο εύρος και βάθος στις επιχειρησιακές δυνατότητες και που βέβαια δεν είναι (όταν λειτουργεί ορθά) ο «φερεντζές» κανενός, παρά ίσως ο καθρέφτης της προόδου μας.

Το κράτος, με την ευθύνη των δημοκρατικά αιρετών, οφείλει να εκσυγχρονίζεται διαρκώς, να αναβαθμίζει τις υπηρεσίες και δυνατότητές του και να συντονίζει τις ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις. Να αναδεικνύει και να παρέχει τις ευκαιρίες. Να ενισχύει εκείνους που μπορούν και τολμούν και να επικουρεί όσους έχουν ανάγκη. Και με τον τρόπο αυτό, σε μια αγαστή σχέση συνεργασίας, μιας κοινωνίας δικτύων με ισόκυρους παίκτες, οι στόχοι μοιάζουν πιο εφικτοί. Οι κοινοί κίνδυνοι να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικότερα και το προϊόν των συντονισμένων προσπαθειών, στο πλαίσιο μιας πιο ισόρροπης σχέσης με το περιβάλλον, να διανέμεται αξιοκρατικά και κυρίως δίκαια.

*O Νίκος Κασκαβέλης είναι δικηγόρος (ΜΔΕ, ΜSc)