Την εβδομάδα που πέρασε ήρθαν στην Αθήνα για το συνέδριο του Economist κορυφαίες διεθνείς προσωπικότητες, όπως η Μέρκελ και ο Ντράγκι. Στις παρεμβάσεις τους αναφέρθηκαν στα μεγάλα διεθνή ζητήματα, τις γεωπολιτικές αλλαγές, τη θέση της Ελλάδας στο διεθνές περιβάλλον. Εστίασαν στα προβλήματα και τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ενωσης και στο πώς πρέπει να κινηθεί για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις. Από τις συζητήσεις, ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε αυτή μεταξύ του Μάριο Ντράγκι και του βιομήχανου Ευάγγελου Μυτιληναίου, ο οποίος είναι πρόεδρος της Ενωσης Ευρωπαϊκών Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων.

Ενα από τα συμπεράσματα αυτής της συζήτησης είναι ότι η Ε.Ε. δεν έχει την απαιτούμενη ισχύ, πολιτική, οικονομική ή στρατιωτική, για να παίξει καθοριστικό ή έστω ισότιμο ρόλο στις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις.

Ο Μυτιληναίος επεσήμανε ότι η Ε.Ε. είναι μια ήπια δύναμη (soft power) ανάμεσα σε ισχυρές δυνάμεις (hard powers) που είναι οι ΗΠΑ, η Ρωσία, η Κίνα, και ότι για να γίνει ισχυρή δύναμη η Ε.Ε., ακόμη κι αν το αποφασίσει, θα χρειαστεί να περάσουν δεκαετίες, συνεπώς δεν έχει τη δυνατότητα αυτή τη στιγμή να απομακρυνθεί πολύ από τις ΗΠΑ.

Ο Ντράγκι σχετικά με αυτό επεσήμανε ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να προσδιορίσει πρώτα ποιος είναι ο εχθρός της που πρέπει να αντιμετωπίσει με hard power, υπονοώντας ότι απαιτείται ο προσδιορισμός ενός εχθρού για να συστρατευτούν οι ευρωπαϊκές χώρες, εφόσον η Ευρώπη δεν αποτελεί ομόσπονδο κράτος.

Σχετικά με το θέμα της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας, ο Μυτιληναίος επεσήμανε ότι οι τεράστιες αμυντικές δαπάνες για τον εξοπλισμό της Ε.Ε. θα κατευθυνθούν και θα ωφελήσουν μόνο 4-5 χώρες που έχουν μεγάλη αμυντική βιομηχανία και θα πουλάνε τα όπλα, ενώ οι πολλές χώρες που δεν διαθέτουν αμυντική βιομηχανία θα πρέπει να πληρώνουν. Και αυτό δημιουργεί πρόβλημα. Η πρότασή του για να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα είναι να υπάρξουν σε σχεδιασμένη βάση, δηλαδή με κίνητρα από την Κομισιόν, συνεργασίες των μεγάλων παραγωγών αμυντικού εξοπλισμού με τις μικρότερες μονάδες που βρίσκονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για παράδειγμα, τα γερμανικά τεθωρακισμένα, ή πολλά τμήματά τους να φτιάχνονται από μικρότερες βιομηχανίες, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για να υπάρξουν όμως αυτές οι συνεργασίες θα πρέπει η Κομισιόν να θεσπίσει κίνητρα ώστε οι μεγάλοι να κλείσουν συμφωνίες με τους μικρούς.

Δυστυχώς, όπως επεσήμαναν και ο Ντράγκι και ο Μυτιληναίος, η γραφειοκρατία των Βρυξελλών λειτουργεί με άλλους σχεδιασμούς, θέτοντας ας πούμε «ρομαντικούς» στόχους στους οποίους αποτυγχάνει. Για παράδειγμα, ο στόχος της πράσινης ενέργειας στηρίχθηκε στο κλείσιμο των βιομηχανιών που χρησιμοποιούν τον άνθρακα, αλλά ρυπαίνουν το περιβάλλον, και στην ενίσχυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Πολύ ευχάριστα ακούγεται από όλους αυτός ο στόχος, αλλά τι πετύχαμε τελικά; Να κλείσουν πολλές ευρωπαϊκές βαριές βιομηχανίες, να αυξηθεί αλματωδώς το κόστος της ενέργειας στην Ευρώπη, να μειωθεί η ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, να επιβαρυνθούν πολύ τα κόστη όλων των Ευρωπαίων πολιτών και ενέργεια να μην έχουμε. Γιατί δεν έχουμε; Διότι δεν διαθέτουμε ούτε δίκτυα για να αντέχουν την παραγωγή ενέργειας από τις ΑΠΕ, ούτε μπαταρίες για να την αποθηκεύσουμε. Ετσι, η μισή ενέργεια που παράγεται από τις ΑΠΕ χάνεται, διότι δεν μπορεί να αποθηκευτεί για να χρησιμοποιηθεί αργότερα.

Η εναλλακτική που θα λειτουργούσε αποτελεσματικά θα ήταν να προσαρμοστούν σταδιακά οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες στην ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος με την ενσωμάτωση νέων καθαρών τεχνολογιών, να δοθεί χρόνος και χρήμα για να φτιαχτούν δίκτυα και μπαταρίες για να μη χάνεται η παραγόμενη ενέργεια και η μετάβαση στις ΑΠΕ να γίνει σταδιακά και μελετημένα.

Και εδώ εστιάζεται η κριτική και των δύο, Ντράγκι και Μυτιληναίου, στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, η οποία θεωρεί ότι μπορεί να ασκήσει πολιτική επιβάλλοντας διαρκώς νέους σύνθετους κανόνες σε όλα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός αναπαραγωγικού και πολύ δαπανηρού πλαισίου σε κάθε τομέα δραστηριότητας.
Η λύση, σύμφωνα με τον Ντράγκι, αυτού του προβλήματος είναι η ταχύτατη -άμεση- οικονομική και πολιτική ενοποίηση, πέραν της νομισματικής ενοποίησης που είναι η μόνη που υπάρχει. Δηλαδή, ο Ντράγκι θεωρεί ότι πρέπει να προχωρήσει άμεσα η Ευρώπη σε εκδόσεις ευρωομολόγων, σε κοινούς προϋπολογισμούς για συγκεκριμένους τομείς, όπως π.χ. ο αμυντικός, αλλά και σε ενιαία πολιτική σε όλους τους τομείς. Η οικονομική και πολιτική ενοποίηση είναι για τον Μάριο Ντράγκι το αναγκαίο και επιτακτικό βήμα για την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Δυστυχώς, όλα αυτά, τα οποία δεν ειπώθηκαν για πρώτη φορά τώρα αλλά έχουν διατυπωθεί είτε ως απόψεις είτε ως προβληματισμοί από κορυφαίες πολιτικές και οικονομικές προσωπικότητες της Ευρώπης επί δεκαετίες, δεν αποτελούν ακόμη προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία είναι σαφώς ισχυρότερη από τους Ευρωπαίους πολιτικούς -ίσως ελλείψει πολιτικών προσωπικοτήτων- και ο βασικός στόχος της είναι η αύξηση της ισχύος της μέσω της επιβολής ολοένα και πιο ασφυκτικών κανονιστικών πλαισίων για όλα.
Κάτι ανάλογο δηλαδή με αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα με την ελληνική γραφειοκρατία, η οποία έχει δημιουργήσει αυτό το τερατώδες πλέγμα πολυνομίας, κανόνων και διαδικασιών για να αποκτά ισχύ και χρήμα, εις βάρος τελικά των συμφερόντων της χώρας, των επιχειρήσεων και των πολιτών.