Από τη μια, έχουμε το ελπιδοφόρο νέο πως από τις αρχές του επόμενου μήνα αρχίζει ο σταδιακός εμβολιασμός του πληθυσμού, ο οποίος αν όλα πάνε καλά θα κρατήσει έως τον Μάιο-Ιούνιο ώστε να επιτευχθεί το ποσοστό εκείνο που θα επιτρέψει να ελπίζουμε πως αφήνουμε πίσω την επιδημία.

Από την άλλη όμως έχουμε τις επισημάνσεις των επιστημόνων πως η επιστροφή στη κανονικότητα θα αργήσει πολύ περισσότερο καθώς θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε εφεξής με τον κορωνοϊό και με τα μέτρα προφύλαξης ανεξάρτητα από την επιτυχία των εμβολιασμών. Η ανοσία στην κοινότητα λένε κάποιοι εξ αυτών, δεν πρόκειται να επιτευχθεί πριν τον Σεπτέμβριο!

Τι σημαίνει αυτό πέραν του γεγονότος πως για πολλούς ακόμα μήνες θα ζούμε με κοινωνικές αποστάσεις, μάσκες και λοιπούς περιορισμούς; Πως οι ελπίδες πως η νέα χρονιά θα είναι χρονιά μεγάλης ανάπτυξης και επιστροφής στην κανονικότητα μειώνονται. Δεν θα πάρουμε εύκολα πίσω τις ζωές μας. Ούτε ο τουρισμός θα επανακάμψει ως ελατήριο, ούτε οι νέες δουλειές μέσω επενδύσεων είναι δεδομένες, ούτε η τηλεργασία θα σταματήσει σύντομα, ούτε οι αναστολές εργασίας θα εξαλειφθούν από τη μια στιγμή στην άλλη, ούτε η ζωή με επιδόματα θα δώσει εύκολα τη θέση της, στην κανονική ζωή με εργασία. Μάλλον πιθανότερο είναι να πορευτούμε και το μεγαλύτερο μέρος του νέου χρόνου με το “βλέποντας και κάνοντας”.

Πέραν λοιπόν από τον οπτιμισμό που έχει δημιουργηθεί από την έλευση των εμβολίων, πρέπει να βλέπουμε με ρεαλισμό τις εξελίξεις και όχι με γνώμονα αυτό που θα θέλαμε αλλά αυτό που είναι εφικτό. Και η οδυνηρή πραγματικότητα όπως τουλάχιστον διαγράφεται από τις εκτιμήσεις των ειδικών, είναι πως, έχουμε να θρηνήσουμε ακόμα πολλά θύματα αυτού του ιού, θα ταλαιπωρηθούν πολλοί ακόμα συμπολίτες μας στα νοσοκομεία μέχρι να φθάσουμε να αντιμετωπίζουμε τον κορωνοϊό όπως τη γρίπη. Θα κάνουμε λένε και Πάσχα όπως πέρυσι αλλά και διακοπές με μέτρα, αποστάσεις, μάσκες, απολυμαντικά και φοβική καχυποψία για όποιον μας πλησιάζει.

Το κυριότερο όμως πρόβλημα, είναι πόσο ακόμα μπορεί να αντέξει η οικονομία μας να λειτουργεί με αυτούς τους σκληρούς κανόνες επιβίωσης του γενικού πληθυσμού. Πόσο ακόμα θα αντέξει να πληρώνει επιδόματα, να δίνει εγγυημένα δάνεια, επιστρεπτέες προκαταβολές, να ρυθμίζει δάνεια, φόρους και υποχρεώσεις για το μέλλον. Πόσο θα αντέξει η χώρα να δαπανά χωρίς στην ουσία να εισπράττουν ούτε τα κρατικά ταμεία ούτε τα ασφαλιστικά ταμεία. Τα 7,5 δισ. που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό για τη στήριξη εργαζομένων και επιχειρήσεων και για το 2021, πολύ φοβούμαι πως δεν αρκούν να στηρίξουν για πολύ. Και τότε, οι σημερινές γκρίνιες που έχουν αρχίσει να εκδηλώνονται από την παρατεταμένη υγειονομική και οικονομική κρίση, μπορεί να διογκωθούν και να πάρουν μορφή χιονοστιβάδας. Η δε σημαντική σημερινή στήριξη των κυβερνητικών χειρισμών που καταγράφεται ακόμα στις μετρήσεις, μπορεί να εξανεμιστεί τάχιστα και ο σπόρος της αμφισβήτησης να βρει εύφορο έδαφος στην ταλαιπωρημένη κοινωνία.

Με άλλα λόγια, έχουμε μπροστά μας πολύ δρόμο ακόμα για να ανασάνουμε με ανακούφιση και πολλά «εάν» και «εφόσον». Το μόνο ίσως θετικό από όλη αυτή την κατάσταση, είναι πως οι τελευταίοι μήνες, έχουν προσφέρει πολλά διδάγματα και λόγους να αναθεωρήσει η ανθρωπότητα τον προηγούμενο τρόπο ζωής, τις αξίες, τους στόχους, τον τρόπο λειτουργίας των κοινωνιών. Αρκεί να μάθαμε αρκετά από τα λάθη, τις παραλείψεις και τις χίμαιρες μας.