Η σημερινή του φυσιογνωμία είναι πολύ διαφορετική από εκείνη που προέκυψε από τις εκλογές του Μαρτίου 2018, μόλις δύο χρόνια πριν. Στις εκλογές αυτές, που χαρακτηρίστηκαν από τον Μάρκο Ρεβέλι, τον πιο οξυδερκή ίσως μελετητή του νεολαϊκιστικού φαινομένου, ως ένας «λαϊκιστικός σεισμός», τα δύο λαϊκιστικά κόμματα, η δεξιά-ακροδεξιά Λίγκα με ηγέτη τον Ματέο Σαλβίνι και το «ούτε δεξιό ούτε αριστερό» Κίνημα των 5 Αστέρων, με ηγέτη τον μετριοπαθή -εν σχέσει προς τον ιστορικό ιδρυτή του κινήματος Μπέπε Γκρίλο- Λουίτζι ντι Μάιο κατέκτησαν συνολικά ένα εκλογικό ποσοστό γύρω στο 50% (33% τα 5 Αστέρια, 17% η Λίγκα).

Οι δύο πόλοι του λαϊκισμού είχαν πλέον την κοινοβουλευτική πλειοψηφία για να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού, αφήνοντας στην αντιπολίτευση το κόμμα Εμπρός Ιταλία του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, που συνεργάστηκε προεκλογικά με τη Λίγκα, αλλά πήρε μόνο 14%, και το Δημοκρατικό Κόμμα που πήρε το χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία του, μόλις 19%. Η νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία συγκροτήθηκε στη βάση ενός «κυβερνητικού συμβολαίου» που υπογράφτηκε από τον Ντι Μάιο και τον Σαλβίνι ενώπιον συμβολαιογράφου της Ρώμης, με το οποίο δόθηκαν αμοιβαίες υποσχέσεις -χωρίς φυσικά καμία νομική ισχύ- αρμονικής συνεργασίας σε κυβερνητικό και κοινοβουλευτικό επίπεδο. Προϋπόθεση για να λειτουργήσει το νέο κυβερνητικό σχήμα ήταν η ύπαρξη ενός πολιτικά αδύναμου πρωθυπουργού κοινής αποδοχής.

Το πρόσωπο στο οποίο συμφώνησαν οι δύο διόσκουροι ηγέτες, οι οποίοι ανέλαβαν κρίσιμα χαρτοφυλάκια αλλά και τη θέση αντιπροέδρου της κυβέρνησης, ήταν ο καθηγητής Ιδιωτικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας Τζουζέπε Κόντε.

Στον πρώτο χρόνο της πρωθυπουργίας του ο Φλωρεντινός καθηγητής λειτουργούσε περισσότερο ως διαιτητής μεταξύ των δύο κομμάτων, λόγω όμως της παιδείας του και του επικοινωνιακού του χαρίσματος κατάφερε σιγά-σιγά να δημιουργήσει ένα σημαντικό προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο.

Οταν ο Σαλβίνι, ενισχυμένος από τον διπλασιασμό της δύναμης της Λίγκας στις ευρωεκλογές του 2019 (34%) έκανε το μοιραίο λάθος να προκαλέσει κυβερνητική κρίση, ο Κόντε σήκωσε το γάντι… όχι των πρόωρων εκλογών, όπως ήθελε ο Σαλβίνι, αλλά της αλλαγής κυβερνητικού εταίρου. Δημιουργήθηκε έτσι μια νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με τη σύμπραξη των 5 Αστέρων και του Δημοκρατικού Κόμματος και ο Κόντε έγινε για δεύτερη φορά πρωθυπουργός, αυτή τη φορά με προεξάρχοντα ρόλο στην κυβέρνηση και χωρίς… αντιπροέδρους.

Η μεγάλη ώρα όμως του Κόντε ήταν η κρίση της πανδημίας, κατά την οποία λειτούργησε ως πολιτικός και συνταγματικός παιδαγωγός, παίρνοντας πάνω του την ευθύνη για τα πρωτόγνωρα περιοριστικά μέτρα, τα οποία στη συνέχεια υιοθέτησαν και οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ακολουθώντας το ίδιο κατά βάση πρότυπο αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης.

Σήμερα ο Κόντε είναι ο πιο αγαπητός πολιτικός στην Ιταλία και ο μόνος που μπορεί, ηγούμενος ίσως του Κινήματος των 5 Αστέρων στις επόμενες εκλογές, να ανακόψει την «πορεία προς τη Ρώμη» του Ματέο Σαλβίνι και του κόμματος της Τζόρτζια Μελόνι, κληρονόμου του παλαιού νεο-φασιστικού κόμματος του Αλμιράντε.