search icon

Γνώμες

Η συνοχή του ευρώ δοκιμάζεται και πάλι

Τα προγράμματα στήριξης της ΕΚΤ είναι στην ουσία προσωρινές λύσεις, μπαλώματα, τα οποία μάλιστα έχουν μεγάλες παρενέργειες και δεν διορθώνουν τη βασική παθογένεια της Ευρωζώνης, που είναι η απουσία κοινού προϋπολογισμού, ευρωομόλογων και αμοιβαιοποίησης του δημόσιου χρέους

Τους τελευταίους μήνες η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος έχουν φέρει στην επιφάνεια πολλές αδυναμίες οι οποίες είχαν συγκαλυφθεί τα τελευταία χρόνια. Η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης και η απουσία ρεαλιστικού ενεργειακού σχεδιασμού, το έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας στην Ε.Ε. αλλά και η δυσκολία χειραφέτησης από τις ΗΠΑ είναι μόνο μερικά από αυτά.

Τις τελευταίες ημέρες είδαμε και την αποδόμηση του αφηγήματος χρηματοοικονομικής σταθερότητας στις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου, όπως κατ’ εξοχήν η Ελλάδα και η Ιταλία. Τα χαμηλά επιτόκια με τα οποία δανείζονταν το Eλληνικό και το Iταλικό Δημόσιο εξαφανίστηκαν από τη στιγμή που η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει να αγοράζει τα ομόλογα των χωρών της Eυρωζώνης, όπως έκανε τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της ποσοτικής χαλάρωσης. Χρειάστηκε να συνεδριάσει κατεπειγόντως η ΕΚΤ για να προαναγγείλει νέο πρόγραμμα χρηματοδοτικής στήριξης για τις αδύναμες, υπερχρεωμένες χώρες προκειμένου να καταλαγιάσει το ξεπούλημα των ομολόγων τους.

Το «σημαδιακό» της υπόθεσης είναι ότι αυτά συνέβησαν τις ημέρες ακριβώς που στο Εurogroup επισφραγίστηκε η έξοδος της Ελλάδας από την ενισχυμένη εποπτεία της μεταμνημονιακής περιόδου, η οποία διαφημίστηκε -ευτυχώς με μετριοπάθεια από τον υπουργό Οικονομικών- ως ένδειξη οικονομικής επιτυχίας.

Η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα παραμένει δέσμια του δυσθεώρητου δημοσίου χρέους της και ότι η υποτιθέμενη προσωρινή ρύθμισή του, η οποία έγινε με ιδιαίτερα επαχθείς όρους τα προηγούμενα χρόνια, δεν σημαίνει τίποτα για την αγορά, η οποία με την πρώτη ευκαιρία δείχνει ότι δεν έχει εμπιστοσύνη στη δυνατότητα αποπληρωμής του.

Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τον δημόσιο τομέα, καθώς η δυσκολία χρηματοδότησης επεκτείνεται και στον ιδιωτικό. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των τραπεζών, οι οποίες υποχρεούνται να αντλήσουν εποπτικά κεφάλαια 15 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια, γύρω στο 1 δισ. ευρώ η καθεμία φέτος, αλλά το νέο περιβάλλον δημιουργεί αβεβαιότητες.

Το μεγάλο πρόβλημα, βέβαια, της Ευρωζώνης αυτή τη στιγμή είναι η Ιταλία και χάριν εκείνης αποφασίστηκε άρον-άρον η δημιουργία νέου εργαλείου στήριξης από την ΕΚΤ. Ο κίνδυνος νέας κρίσης χρέους που θα εμπλέξει την τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης και την όγδοη παγκοσμίως είναι εκείνος που πυροδότησε τα αντανακλαστικά της ΕΚΤ και ανάγκασε και τα «γεράκια» να συμφωνήσουν στη νέα στήριξη. Πολλώ δε μάλλον που στο εσωτερικό της χώρας η Ακροδεξιά και οι αντιευρωπαϊστές περιμένουν μια αφορμή για να πάρουν το πάνω χέρι.

Μένει να φανεί κατά πόσο το νέο αυτό σχήμα θα αποδειχθεί αποτελεσματικό και υπό ποιους όρους θα στηριχθούν οι χώρες-μέλη.
Η ουσία όμως είναι ότι φάνηκε για μία ακόμη φορά πόσο ευάλωτη είναι η Ευρωζώνη και πόσο «προσωρινό» είναι το ευρώ, όσο δεν δημιουργούνται οι προϋποθέσεις δημοσιονομικής και οικονομικής ενοποίησης και όσο δεν αντιμετωπίζεται το ζήτημα του χρέους των ευρωπαϊκών χωρών ως κοινό πρόβλημα.

Στην πραγματικότητα, τα τελευταία χρόνια η ΕΚΤ χρηματοδοτεί νομισματικά τα κράτη-μέλη. Τούτο απαγορεύεται θεωρητικά από τις συνθήκες και το καταστατικό της κεντρικής τράπεζας, αλλά επετράπη επειδή σε διαφορετική περίπτωση το πιθανότερο είναι ότι… θα έπαυε να υπάρχει και το ευρώ και η ΕΚΤ.
Τα προγράμματα στήριξης της ΕΚΤ είναι στην ουσία προσωρινές λύσεις, μπαλώματα, τα οποία μάλιστα έχουν μεγάλες παρενέργειες και δεν διορθώνουν τη βασική παθογένεια της Ευρωζώνης, που είναι η απουσία κοινού προϋπολογισμού, ευρωομόλογων και αμοιβαιοποίησης του δημόσιου χρέους. Ολα δείχνουν ότι η οικονομική κρίση εντείνεται και ίσως λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις, με την Ευρωζώνη να βρίσκεται σε μειονεκτική θέση.
Δεν αποκλείεται μάλιστα η συνοχή της να τεθεί και πάλι σε δοκιμασία.

Exit mobile version