Μερικές σκόρπιες παρατηρήσεις -εν είδει προεκλογικού σημειωματαρίου- 15 ημέρες μόλις πριν από την κάλπη της 21ης Μαΐου
Πρώτα απ’ όλα, για την ώρα το κλίμα είναι ήπιο, κόσμιο και διεξάγεται σε πολιτισμένο πλαίσιο από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα – οι εκατέρωθεν κατηγορίες πολιτικού περιεχομένου είναι εντός πλαισίου. Δεν είναι και εποχή για τέτοια όξυνση, δεν περνάει στον κόσμο, που φαίνεται να μη νοιάζεται τόσο για σκάνδαλα ή σκανδαλολογία όσο για μείζονα ζητήματα της καθημερινότητάς του, όπως η υγεία, η ακρίβεια, η ασφάλεια και, κυρίως, οι προοπτικές ευημερίας του, δηλαδή η οικονομία.

Η κοινή γνώμη, σε μεγάλο μέρος της (50% κατά τη Μetron Αnalysis), προτιμά αυτοδύναμη κυβέρνηση γιατί προσδοκά καλύτερες μέρες στην τσέπη της και φαίνεται επίσης να αντιλαμβάνεται από τη στάση και των τριών κομμάτων ότι κανείς δεν θέλει να πάει με κανέναν ή σχεδόν με κανέναν γιατί φυσικά ο ΣΥΡΙΖΑ, αν γινόταν, δεν θα έλεγε όχι σε μια κυβέρνηση μειοψηφίας, ειδικά αν… έκαναν τη χάρη ο Ανδρουλάκης και ο Βαρουφάκης στον Τσίπρα να είναι αυτός πρωθυπουργός.

Δεύτερον, είναι εντυπωσιακό αλλά ταυτοχρόνως και θλιβερό πως εν έτει 2023, εποχή όπου η ανθρωπότητα ασχολείται με την Τεχνητή Νοημοσύνη, την ψηφιακή επανάσταση, τους κβαντικούς υπολογιστές και άλλα πολλά παρόμοια, ο αρχηγός του δεύτερου και του τρίτου μεγαλύτερου κόμματος της χώρας ερίζουν για το ποιος είναι… πιο κοντά με τον Ανδρέα Παπανδρέου, που πέθανε πριν από 30 χρόνια.

Σαν να λέμε κάτι… τώρα να ασχολείται ο Μητσοτάκης για το πόσο κοντά είναι στον «εθνάρχη» Κωνσταντίνο Καραμανλή! «Οχι, ο Ανδρέας δεν είναι δικός σου», «η δική σου η παράταξη πήγε τον Ανδρέα στο Ειδικό Δικαστήριο, είσαι μίμος του, τυμβωρύχος κ.λπ.». Δεν νομίζω να χρειάζεται περισσότερος σχολιασμός, αλλά η δική μου η απογοήτευση, ας μου επιτραπεί, στρέφεται περισσότερο στη ρητορική του ΠΑΣΟΚ, γιατί ο Τσίπρας δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει.

Ο μιμητισμός και οι συμβολισμοί από το ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980-90 για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι παλιά υπόθεση. Τώρα βέβαια με το «Συμβόλαιο με τον Λαό» και την «Αλλαγή» το πήγαν στα άκρα και φυσικά δεν νομίζω ότι πείθουν καν ακόμα και όσους τα θυμούνται. Στο ΠΑΣΟΚ, πάντως, κυκλοφορούν πολλοί νέοι και αξιόλογοι άνθρωποι, ειδικά στο Ψηφοδέλτιο Επικρατείας του, και ειλικρινά η «εικονολατρεία» δεν ταιριάζει.

Τρίτον, έτσι όπως εξελίσσονται τα δημοσκοπικά ποσοστά -και εφόσον επαληθευτούν-, φαίνεται ότι σχηματίζεται και πάλι (μετά τα Τέμπη) μια ορατή διαφορά μεταξύ της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ, της τάξεως των 5-6 μονάδων, μπορεί και παραπάνω. Σε κάθε περίπτωση, αν η Ν.Δ. είναι κοντά στο 35% ή το ξεπεράσει και το ΠΑΣΟΚ κοντά στο 10%, ενδεχομένως να μπορεί να προκύψει αριθμητικά συγκυβέρνηση μεταξύ πρώτου και τρίτου κόμματος, δηλαδή Ν.Δ. με ΠΑΣΟΚ.

Στην περίπτωση αυτή θα υπάρξει μια συζήτηση, ένα θέμα για το κατά πόσο χρειάζεται η δεύτερη κάλπη, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ θα συναινέσει στην πρωθυπουργία Μητσοτάκη, κάτι που σταθερά αρνείται έως σήμερα, 15 ημέρες προ των εκλογών και μάλιστα υπό οιαδήποτε συνθήκη, κάτω από οποιοδήποτε εκλογικό αποτέλεσμα. Θεωρώ ότι οι πιθανότητες σχηματισμού τέτοιας κυβέρνησης είναι ελάχιστες και το αποτέλεσμα -αν γίνει- πολύ κακό για τη χώρα.

Ο Ανδρουλάκης δεν ταιριάζει με τον Μητσοτάκη και ο άνθρωπος τουλάχιστον είναι ειλικρινής, δεν το κρύβει. Αντιθέτως το λέει όσο πιο δυνατά μπορεί. Γιατί το «ούτε Τσίπρας, ούτε Μητσοτάκης» στην πράξη δεν υπάρχει, ο Τσίπρας δεν μπορεί να γίνει πρωθυπουργός με βάση τα ποσοστά (που βλέπουμε πάντοτε) στις δημοσκοπήσεις, άρα το όχι του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ πάει αποκλειστικά στον αρχηγό της Ν.Δ.

Τέταρτον, με δεδομένο ότι η σχέση του ενδεχόμενου κυβερνήτη με τον συγκυβερνήτη του, δηλαδή του Μητσοτάκη με τον Ανδρουλάκη, δεν υπήρξε ποτέ καλή, αυτό εκ των προτέρων οδηγεί σε μια αδύναμη συγκυβέρνηση με όμηρο τον Μητσοτάκη σε αυτή τη νέα διακυβέρνηση.

Γιατί λοιπόν να πάει σε μια αδύναμη κυβέρνηση κάποιος που θα έχει πάρει 36% με κάποιον που θα έχει πάρει μόλις 10%, και μάλιστα με έναν νόμο που δεν ψηφίστηκε από τον πρώτο. Καθαρές λύσεις, δεύτερες εκλογές στις 2 Ιουλίου και μια αυτοδύναμη κυβέρνηση που θα επιχειρήσει να παράξει έργο.